Ίσως το βασικότερο χαρακτηριστικό ενός παιχνιδιού, αυτό που αποτελεί την πεμπτουσία του και τελικά το βασικό λόγο για να ασχοληθεί κάποιος μαζί του, είναι το gameplay. Ο νευραλγικός αυτός τομέας, ο οποίος μπορεί να καθορίσει σε πολύ μεγάλο ποσοστό το βαθμό διασκέδασης και απόλαυσης που έχει να προσφέρει ένας τίτλος στον gamer. Αν αυτός είναι ικανοποιητικός, πολλώ δε μάλλον πρωτότυπος και πλουραλιστικός, τότε είναι πολύ πιο πιθανό να «συγχωρηθούν» άλλες παραλείψεις ή ατέλειες που μπορεί να αφορούν τον τεχνικό ή άλλους τομείς. Ποιο, όμως, είναι το game που καταφέρνει να χαρακτηριστεί ως αριστούργημα; Αυτό που συγκεντρώνει τις υψηλότερες πωλήσεις; Που έχει το πιο εθιστικό gameplay; Μήπως εκείνο που αφήνει άναυδο τον καθένα με τα μαγευτικά γραφικά του; Ή, πάλι, κάποιο που έχει μια εξαιρετική ιστορία να διηγηθεί, ακόμη κι αν υστερεί κάπου αλλού;
Πέρα από απρόσιτες περιοχές, στην Άπω Ανατολή, στα βάθη των αιώνων, πέρα από μυστηριακά βουνά και ορμητικά ποτάμια, επικίνδυνα λαγκάδια και αχανείς πεδιάδες, βρίσκεται η Jade Empire. Μία τεράστια αυτοκρατορία της οποίας ο ηγεμόνας κυβερνά εν είδει θεού, με τον απλό λαό να του αποδίδει αντίστοιχες ιδιότητες και να τον λατρεύει με ανάλογες τιμές. Ο ομώνυμος τίτλος της BioWare κυκλοφόρησε στο XBOX το 2005 και δύο χρόνια αργότερα μεταπήδησε στα PC ως Special Edition, πλέον. Ήταν ένα παιχνίδι με το οποίο ήθελα πάντα να ασχοληθώ, αλλά τελικά μου δόθηκε η δυνατότητα τώρα, επί τη ευκαιρία της δωρεάν διάθεσής του στο Origin. Έχοντας εξ αρχής εικόνα για την ποιότητά του, δεν αμφέβαλα ποτέ ότι θα μου αρέσει. Δε μπορούσα, όμως, να περιμένω πόσο πολύ θα κατάφερνε να με συνεπάρει…
Εμπνευσμένο από την αρχαία Κίνα και την τεράστια ιστορία της, που εκτείνεται σε βάθος πολλών χιλιάδων ετών, το Jade Empire κατάφερε να καθιερωθεί στη συνείδηση της συντριπτικής πλειοψηφίας των gamers και δη των λατρών των παιχνιδιών ρόλου. Επενδεδυμένο τον μανδύα (πραγματικό κομψοτέχνημα) του Action RPG, κατάφερε να συνδυάσει μαεστρικά τα δύο genres χαρίζοντας ένα εκπληκτικό αποτέλεσμα, αξιοζήλευτο από όλες τις απόψεις. Πιστεύω σχεδόν απόλυτα ότι τα role playing games είναι αυτά που προσφέρουν τις μεγαλύτερες προοπτικές διήγησης μιας ποιοτικής ιστορίας με εμβάθυνση στο σύνολο των χαρακτήρων, πέραν του βασικού, αλλά και ολόκληρο τον κόσμο του. Οι δυνατότητες που υπάρχουν οφείλονται κατά βάση στην έκταση του τελευταίου και το γεγονός ότι το μόνο που μπορεί να περιορίσει τους developers ή τους σεναριογράφους είναι η ίδια τους η φαντασία. Όταν μάλιστα υπάρχει ένα τόσο ισχυρό υπόβαθρο όπως η κολοσσιαία πολιτιστική κληρονομιά και παράδοση της Κίνας, τότε η επιτυχία μοιάζει σχεδόν σίγουρη.
Αρκεί, όμως, μόνο κάτι τέτοιο; Οι συντελεστές του Jade Empire απάντησαν αρνητικά και γι’ αυτό δημιούργησαν έναν ξεχωριστό κόσμο πλάθοντας μια υπόθεση που ξεκινά ως ένας σπόρος αγνώστου καρπού, ο οποίος αρχίζει σταδιακά να ανθίζει και να ριζώνει όλο και πιο βαθιά στο χώμα. Και τούτο γιατί στην αρχή το μόνο γνωστό στοιχείο είναι ότι ο ήρωας ή η ηρωίδα μαθητεύει σε μια σχολή πολεμικών τεχνών ονόματι Two Rivers, στο ομώνυμο χωριό. Δίνεται προς στιγμήν η αίσθηση ότι βρισκόμαστε στα χαμένα, όμως γρήγορα αρχίζουν να προσφέρονται τα πρώτα ψήγματα πληροφοριών που αφορούν την πλοκή, το σήμερα, αλλά και το τι έχει συμβεί στο παρελθόν, με την ανάλογη αναφορά στο μέλλον. Το μπουμπούκι ανοίγει τα πέταλά του σιγά – σιγά και ο καρπός αρχίζει να ωριμάζει όσο η ιστορία εκτυλίσσεται, διακλαδίζεται και στρέφεται προς νέες κατευθύνσεις ανοίγοντας δρόμους -κάποιες φορές- σχεδόν από το πουθενά.
Όπως συμβαίνει συνηθέστερα σε RPGs, εν προκειμένω προσφέρεται η δυνατότητα επιλογής του πρωταγωνιστή με τον οποίο ο gamer θα πορευτεί στη συνέχεια, καθώς υπάρχουν συνολικά επτά διαθέσιμοι στη Special Edition, τέσσερις άντρες και τρεις γυναίκες. Τα character types τους είναι μοιρασμένα σε δύο balanced, ισάριθμα magic και fast συν ένα strong. Προσωπικά, επέλεξα την πανέμορφη Radiant Jen Zi (fast), την πιο μικροσκοπική της παρέας, καθαρά για λόγους εξωτερικής εμφάνισης, καθώς επρόκειτο να με συντροφεύσει κι εγώ να τη συνοδεύσω με τη σειρά μου για δεκάδες ώρες παιχνιδιού. Έτσι κι αλλιώς, ο εσωτερικός της κόσμος έμελλε να διαμορφωθεί αποκλειστικά και μόνο από τις δικές μου επιλογές αργότερα.
Στον τίτλο της BioWare εισάγονται δύο εκ διαμέτρου αντίθετα φιλοσοφικά ρεύματα, εκ των οποίων καλείται ο ήρωας να επιλέξει με τις αποφάσεις που λαμβάνει στην πορεία και τον τρόπο με τον οποίο ανταποκρίνεται στους διαλόγους του με τους διαφόρους NPCs. Πρόκειται για δύο διαφορετικά μονοπάτια, «The Way of the Open Palm» και «The Way of the Closed Fist». Το πρώτο εκφράζει σε γενικές γραμμές το ενδιαφέρον και την κατανόηση για τους συνανθρώπους μας και την ανάγκη για πράξεις που βοηθούν στην αρμονία των πάντων. Το δεύτερο επικεντρώνεται στην άποψη ότι η δύναμη είναι ταυτόσημη της ισχύος, της εξουσίας και τελικά ο τρόπος για την επίτευξη του επιθυμητού στόχου με κάθε μέσο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση επιζούν μόνο όσοι είναι άξιοι και αρκετά δυνατοί, ενώ αυτοί που επιβιώνουν είναι άξιοι της μοίρας τους για όσα δεινά ενδεχομένως αντιμετωπίζουν. Όλα αυτά, βεβαίως, δε συνεπάγονται ότι ο πρωταγωνιστής θα είναι αποκλειστικά του ύψους ή του βάθους, καθώς πάντοτε υπάρχει η προοπτική διαμόρφωσης μιας κατά το δυνατόν πιο ισορροπημένης -ή διχασμένης;- προσωπικότητας. Το εύρος των επιλογών του παιχνιδιού είναι τεράστιο και δεν εξαντλείται στο σημείο αυτό.
Ως προς την ιστορία του είναι μάλλον δύσκολο να αναφερθούν πολλά στοιχεία χωρίς να γίνουν spoilers, για τους λόγους που αναφέρθηκαν νωρίτερα. Ο ήρωας – μαθητής, διδάσκεται πολεμικές τέχνες μέχρι τη στιγμή που η σχολή του και το τοπικό χωριό δέχονται επίθεση από πειρατές. Όπως αποκαλύπτει ο μέντοράς του, Master Li, ο επικεφαλής τους είναι μέλος μια μυστηριώδους στρατιωτικής δύναμης στην υπηρεσία του αυτοκράτορα, ονόματι Lotus Assassins. Ο ίδιος ο πρωταγωνιστής πληροφορείται ότι είναι ο τελευταίος ζωντανός του τάγματος των Spirit Monks, τον οποίο έσωσε ο δάσκαλός του όταν ήταν νεογνό. Γρήγορα θα κληθεί να ακολουθήσει ένα επικίνδυνο μονοπάτι προς μια σπηλιά, όπου θα αποκτήσει το κομμάτι ενός φυλακτού (amulet). Λίγο αργότερα, όμως, ο Master Li απαγάγεται, το χωριό τυλίγεται στις φλόγες και κάπου εκεί ξεκινά το ταξίδι της ηρωίδας -στην περίπτωσή μου- προς αναζήτησή του, καθώς και για την ανακάλυψη και σύνθεση περισσότερων στοιχείων γύρω από τον ίδιο της τον εαυτό. Μυθολογία, φιλοσοφία και θρησκευτική παράδοση συνδυάζονται αρμονικά και χαρίζουν ένα υπέροχο αποτέλεσμα σε ένα σενάριο που δε σταματά να εντυπωσιάζει αλλά και να εκπλήσσει όσο εξελίσσεται. Την ίδια στιγμή, οι εναλλακτικές επιλογές είναι αμέτρητες και αφορούν κάθε μία περίπτωση ξεχωριστά.
Στην πορεία αυτής της μεγάλης περιπέτειας, είχα την δυνατότητα να συγκεντρώσω πολλούς συντρόφους (συνολικά υπάρχουν δώδεκα που μπορούν να γίνουν διαθέσιμοι), οι οποίοι με ακολούθησαν πιστά μέχρι το τέλος έχοντας επιλέξει το μονοπάτι της… ανοιχτής παλάμης. Ο καθένας είχε να διηγηθεί τη δική του μοναδική ιστορία και να εκφράσει τις προσωπικές του σκέψεις, ανησυχίες και προβληματισμούς, ενώ ορισμένοι ήταν μάλλον αναπάντεχοι σύμμαχοι καθώς στην αρχή δεν έδειξαν να έχουν τόσο φιλικές διαθέσεις. Μάλιστα το παιχνίδι, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, προσφέρει τη δυνατότητα να έχεις πάντοτε μαζί σου έναν εξ αυτών επιλέγοντας επιπλέον τον τρόπο με τον οποίο θα συμμετέχει στη μάχη.
Αν θα επιτίθεται κι εκείνος στους εχθρούς ή απλώς θα σε υποστηρίζει αναπληρώνοντας κάποια από τις τρεις βασικές δυνάμεις σου, που δεν είναι άλλες από το Body (σωματική και ζωτική δύναμη), το Spirit (η δύναμη του πνεύματος που επιτρέπει την εκτέλεση spells) και το Mind (που προσφέρει τη δυνατότητα χρήσης όπλων όντας επίσης ικανό να κάνει τους εχθρούς να δρουν σε αργή κίνηση). Αυτά τα τρία μεταφράζονται σε Health, Chi και Focus, αντίστοιχα. Σχεδόν κάθε επιθετική και αμυντική ενέργεια καταναλώνει ένα ποσοστό από τα δύο τελευταία, συνεπώς πάντοτε απαιτείται μια σχετική προσοχή στη χρήση τους, μέχρι την επόμενη φορά που ο ήρωας θα βρεθεί μπροστά σε κάποιο Spirit Font ή Focus Shrine, οπότε και θα τα αναπληρώσει.
Οι δυνατότητες, όμως, δε σταματούν ούτε εδώ καθώς ο τομέας του gameplay διακρίνεται για το τεράστιο βάθος του που μετατρέπει αυτόν τον τίτλο σε ένα ακαταμάχητο action game. Οι εχθροί διαχωρίζονται σε μια πλειάδα ανθρώπων, φαντασμάτων, δαιμόνων, καθώς και ορισμένες υβριδικές οντότητες, καθένας εκ των οποίων απαιτεί διαφορετική προσέγγιση στη διάρκεια της μάχης ούτως ώστε ο ήρωας να μπορέσει να βγει αλώβητος. Για να συμβεί αυτό, στη διάρκεια του παιχνιδιού μπορούν να γίνουν διαθέσιμα περισσότερα από 25 διαφορετικά fighting styles(!), καθένα εκ των οποίων έχει τη δική του χρησιμότητα, ενώ άπαντα δύνανται να αναβαθμιστούν όσο ο ήρωας ανεβαίνει level. Σ’ αυτά δε συνυπολογίζονται άλλες 58 τεχνικές οι οποίες μπορούν να διδαχθούν και συνεπακόλουθα να υιοθετηθούν άπαξ διά παντός.
Τα fighting styles χωρίζονται με τη σειρά τους σε έξι διαφορετικές κατηγορίες, τις martial, magic, transformation, weapon, support και other. Το πιο εντυπωσιακό είναι ότι στην πορεία θα χρειαστεί κάποιος έναν ιδιαίτερα σημαντικό αριθμό αυτών για να τα καταφέρει. Προσωπικά, έμαθα 21 fighting styles, τα μισά εκ των οποίων χρησιμοποίησα με -ιδιαίτερα έως πολύ- μεγάλη συχνότητα και με βοήθησαν καταλυτικά σε συγκεκριμένες μάχες, ενώ τα υπόλοιπα αραιότερα. Μακράν το πιο αστείο εξ αυτών -όχι όμως και ανούσιο- ήταν το… Drunken style(!), για το οποίο όμως δε θα αποκαλύψω κάτι περισσότερο. Το αρνητικό της όλης υπόθεσης είναι ότι μπορείς να έχεις άμεση πρόσβαση μόνο σε τέσσερα styles με το σταυρό κατεύθυνσης, και όποτε προκύπτει ανάγκη για κάποιο άλλο τότε πρέπει να μπεις στη διαδικασία του remap, ακόμη και εντός μάχης. Το πρόβλημα λύνεται μερικώς αν παίζεις με πληκτρολόγιο καθώς εκεί υπάρχουν τα πλήκτρα 0-9, συνεπώς μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι καλύπτεται ως επί το πλείστον.
Σε σχέση με την αρχική έκδοση του Jade Empire, στη Special Edition έχει προστεθεί ένα επιπλέον difficulty level (Jade Master), το οποίο όμως γίνεται διαθέσιμο μόνο μετά από ένα πρώτο playthrough. Επιπροσθέτως, σε όσα συμπεριλαμβάνονται σ’ αυτήν αναφέρεται το βελτιωμένο AI κατά τη μάχη, καθώς επίσης η βελτίωση των επιπέδων δυσκολίας. Παίζοντας στο ανώτερο διαθέσιμο σε πρώτη φάση, που είναι το Grand Master, και ελέγχοντας τη Radiant Jen Zi, το μόνο που έχω να πω είναι ότι οι πρώτες 7-8 ώρες καθαρού χρόνου παιχνιδιού ήταν σκέτος εφιάλτης, κάνοντας το κατά πολύ μεταγενέστερο Ryse: Son of Rome να ωχριά για το Legendary difficulty level του. Μου ήταν σχεδόν αδύνατο να αντιμετωπίσω με το σπαθί μου (εναλλακτικά, προσφέρεται η δυνατότητα επιλογής staff στο ξεκίνημα) περισσότερους εχθρούς από έναν ή δύο, ιδίως όσους κράδαιναν δόρατα, ενώ τα φαντάσματα με αποτελείωναν ταχύτατα. Συν αυτώ, τα saves δεν ήταν ποτέ αρκετά συχνά, αναγκάζοντάς με συνεχώς να προχωρώ χειροκίνητα σε αποθήκευση της προόδου μου μη ρισκάροντας να σκοτωθώ και να χρειάζεται να ξαναδώσω μια ήδη πολύ δύσκολα κερδισμένη μάχη.
Σα να μην έφτανε τούτο, η συμμαχική AI ήταν απελπιστική όσον αφορά τις αντοχές της, ιδίως σ’ αυτές τις πρώτες ώρες, καθώς πολύ σύντομα ο εκάστοτε σύντροφός μου βρισκόταν εκτός μάχης με συνέπεια όλο το βάρος να πέφτει τάχιστα στους… αλαβάστρινους λεπτοκαμωμένους ώμους της μικρής ηρωίδας μου. Αυτό που αξίζει να σημειωθεί εν προκειμένω είναι η ποικιλία των συμμάχων που δύναται να αποκτήσει ο πρωταγωνιστής στην πορεία, καθένας εκ των οποίων έχει να προσφέρει τις δικές του ξεχωριστές δυνάμεις, τόσο σε attack όσο και σε support mode, ενώ έκαστος έχει διαφορετική προσωπικότητα η οποία τονίζεται πολύ, ιδίως μέσω των διαλόγων. Στη συνέχεια του παιχνιδιού η βοήθεια αυτή μπορεί να αποδειχθεί σαφώς πιο ωφέλιμη έως κομβική. Πέραν των fighting styles που μαθαίνονται στην πορεία, κυρίαρχο ρόλο παίζουν οι πολύτιμοι λίθοι (gems) που βρίσκονται διάσπαρτοι σε διάφορα σημεία, κατά βάση σε κόκκαλα νεκρών, διαφόρου τύπου αγγεία και δοχεία, σεντούκια και όχι μόνο, ενώ αρκετά εξ αυτών διατίθενται προς πώληση από τους κατά τόπους vendors ή προσφέρονται ως δώρα από NPCs για τη βοήθεια που τους δόθηκε.
Αυτά τα gems τοποθετούνται στο amulet που έχει ο ήρωας στην κατοχή του, αναβαθμίζοντας τις δυνάμεις του. Η επιλογή τους είναι στη διακριτική ευχέρεια του gamer, καθώς ορισμένα μπορεί να εστιάζουν σε κάποιο/α εκ των Body, Spirit και Mind, άλλα να επικεντρώνονται σε δευτερεύοντα abilities όπως Charm, Intuition, Intimidation, να προσφέρουν μια διακριτική ασπίδα προστασίας ή να εξασφαλίζουν περισσότερα XP από την εξόντωση συγκεκριμένου τύπου εχθρών. Πλην όμως, υφίσταται περιορισμός στη χρήση τους. Αρχικά υπάρχουν μόνο τρία slots ελεύθερα. Η αλήθεια είναι ότι σε αρκετές περιπτώσεις αυτά τα «παιχνίδια» με τα gems αποδείχθηκαν ικανά να κάνουν την τελική διαφορά απέναντι σε κάποιο boss ή ομάδα εχθρών, σε συνδυασμό πάντοτε με την επιλογή των κατάλληλων fighting styles.
Όλα αυτά τα καλούδια αναδεικνύονται μέσα σε έναν πανέμορφο οπτικά αποδιδόμενο κόσμο, με γραφικά εμφανώς βελτιωμένα σε σχέση με την έκδοση του XBOX. Πρόκειται για έναν τίτλο δεκαετίας με ένα γενικότερο ρεκτιφιέ δύο χρόνια αργότερα, όμως το αποτέλεσμα κατορθώνει να εντυπωσιάζει ακόμη και σήμερα. Αυτό οφείλεται σε πολύ σημαντικό βαθμό στον υπέροχο σχεδιασμό ολόκληρου του κόσμου του παιχνιδιού, με το ένα επίπεδο να είναι πιο όμορφο από το άλλο. Η σχεδίαση τεράτων και χαρακτήρων κρύβει πολύ καλά την ηλικία της, ενώ οι εκφράσεις των προσώπων των τελευταίων είναι υποδειγματικές σε ουκ ολίγες περιπτώσεις. Οπτικά ο τίτλος αυτός υπήρξε από τους κορυφαίους της εποχής του.
Το soundtrack κυμαίνεται σε ιδιαίτερα υψηλά στάνταρ ποιότητας, με ήχους άμεσα συνδεδεμένους με την Κίνα και την κουλτούρα της, ενώ και τα εφέ δεν έχουν να ζηλέψουν απολύτως τίποτα. Σε πρώτη φάση το voice acting έδειξε να μη με πείθει, γρήγορα όμως με κέρδισε με την ιδιαίτερη χροιά καθενός NPC και ακόμη περισσότερο των συντρόφων της ηρωίδας μου, η οποία στόμα είχε και μιλιά δεν είχε. Θα απαιτούταν σίγουρα πολύ μεγαλύτερη δουλειά για να μπουν επτά διαφορετικοί ηθοποιοί οι οποίοι θα ηχογραφούσαν κάθε πιθανή απάντηση των ισάριθμων διαθέσιμων πρωταγωνιστών, ωστόσο στην περίπτωση αυτή θα μιλούσαμε για έναν πληρέστατο ηχητικό τομέα. Τα ονόματα των ηθοποιών που δίνουν τις φωνές τους δεν είναι ιδιαίτερα γνωστά, δίχως αυτό να παίζει κάποιο ρόλο. Εξαίρεση αποτελεί ο πολύς και πάντοτε διασκεδαστικός -66χρονος τότε- John Cleese στον απολαυστικό ρόλο του… Sir Roderick Ponce Von Fontlebottom the Magnificent Bastard!
Τι είναι αυτό που έκανε το Jade Empire να αφήσει ιστορία, ακόμη κι αν δεν υπήρξε ποτέ κάποιο sequel; Πέραν όσων αναλύθηκαν διεξοδικά προηγουμένως, σίγουρα η καταπληκτική ατμόσφαιρά του. Οι gamers βρέθηκαν επί της οθόνης τους μπροστά σε έναν κόσμο εντελώς διαφορετικό, πλασμένο από το μηδέν, έτοιμο όμως να αλληλεπιδράσει μαζί τους. Με απλούς καθημερινούς ανθρώπους να αντιμετωπίζουν τις σκοτούρες τους, άπληστους εμπόρους που στο μυαλό τους έχουν μόνο λίγο παραπάνω ασήμι στα πουγκιά τους, περιπλανώμενα πνεύματα που έχουν τρελαθεί και άλλα που ζητούν εναγωνίως ανάπαυση και γαλήνη, δαίμονες οι οποίοι αρχίζουν να γίνονται ανεξέλεγκτοι, συμμάχους με συναισθήματα και δυνατότητα ανάπτυξης διαπροσωπικών σχέσεων ακόμη και με άτομα του ίδιου φύλου, όλα αυτά στο περιθώριο μιας βεβιασμένης διατάραξης της ισορροπίας των πραγμάτων… Και μάλιστα, με τους developers να έχουν δημιουργήσει μέχρι και δική τους γλώσσα, ονόματι Tho Fan, προκειμένου να αποδώσουν το κλίμα που ήθελαν, ούτως ώστε να παραπέμπουν στα αρχαία χρόνια εκείνων των περιοχών!
Εξυπακούεται πως με τόσες διαφορετικές επιλογές και δυνατότητες, το replayability του παιχνιδιού βρίσκεται στα ύψη, καθώς συνεπακόλουθα υπάρχουν ακόμη και διαφορετικές καταλήξεις αυτής της σπουδαίας περιπέτειας, αναλόγως των προγενεστέρων αποφάσεων. Όσον αφορά τη διάρκεια του Jade Empire, η πλειοψηφία των gamers στο διαδίκτυο την τοποθετεί περί τις 20 ώρες. Διατηρώ τις αμφιβολίες ως προς τι μπορεί να αφορά αυτός ο αριθμός. Είμαι πάντα της άποψης ότι από τη στιγμή που σου δίνεται η δυνατότητα να εμβαθύνεις πραγματικά στον κόσμο και την ατμόσφαιρα ενός παιχνιδιού, είναι κρίμα να μην το κάνεις. Ειδικότερα όταν αναφερόμαστε σε δημιουργίες αυτής της ποιότητας. Ως εκ τούτου, παίζοντας στο Grand Master difficulty level, συνομιλώντας με όποιον NPC μπόρεσα να ξετρυπώσω, εξαντλώντας τους διαλόγους μαζί τους και κάνοντας σχεδόν όλα τα side quests, χρειάστηκα περίπου 40 ώρες καθαρού χρόνου μέχρι να δω τα credits. Συνυπολογίζοντας και τα πολύ μεγάλα «λούκια» στα οποία έπεσα ειδικότερα -αλλά όχι μόνο- στο ξεκίνημα, με κάποια bosses ή ομάδες εχθρών να με ταλαιπωρούν και να με εκνευρίζουν αφάνταστα, το Origin «έγραψε» περί τις 57-58 ώρες. Μακάρι όλα τα παιχνίδια να είχαν το εύρος, το βάθος και την ποιότητα του Jade Empire. Υπέροχο!