Τα ηλεκτρονικά παιχνίδια αποτελούν διαχρονικά μια ιδιαίτερα διαδεδομένη μορφή διασκέδασης, η οποία έχει γνωρίσει μεγάλη έξαρση από την είσοδο στον 21ο αιώνα και εξής. Αμέτρητοι τίτλοι κυκλοφορούν ετησίως σε -φορητές και μη- κονσόλες και PC, ενώ τα τελευταία χρόνια η εξέλιξη στο mobile gaming είναι επίσης ραγδαία ξεφεύγοντας εντελώς από απαρχαιωμένα games τύπου Tetris και «φιδάκι». Παιχνίδια πάσης φύσεως, με βασικό στόχο να προσφέρουν διασκέδαση και χαλάρωση στο περιθώριο των υποχρεώσεων όλων, μικρών και μεγάλων, ίσως τα σημαντικότερα στοιχεία που μπορεί να χαρίσει ένα game. Είμαι σίγουρος ότι αν ρωτούσα τον καθένα για το είδος των παιχνιδιών με τα οποία περνάει πιο ξεκούραστα, η απάντηση θα ήταν διαφορετική σε αρκετές περιπτώσεις.
Άλλοι μπορεί να αρέσκονται σε MOBA, κάποιοι να προτιμούν να βυθίζονται στον κόσμο ενός sandbox – survival game, ορισμένοι να φτιάχνουν στρατούς, να χτίζουν κτίρια και να δίνουν μάχες σε strategies, έτεροι να απολαμβάνουν ένα καλό adventure κ.ά.. Στις δύο τελευταίες κατηγορίες συγκατατάσσω σίγουρα τον εαυτό μου, καθώς επίσης και σ’ αυτήν των open world action – adventure. Παιχνίδια του είδους, που συνδυάζουν αυτοκίνητα, καταδιώξεις και gunfight στους… δρόμους και τις πλατείες, πάντοτε μου κεντρίζουν το ενδιαφέρον. Καλώς ή κακώς, όμως, αυτό έχει και το ανάλογο τίμημα καθώς οι απαιτήσεις μεγαλώνουν παίζοντας στο ίδιο genre, με αποτέλεσμα το συναίσθημα του ενθουσιασμού να παρουσιάζεται σπανιότερα, ακόμη και ασχολούμενος με ένα πολύ καλό παιχνίδι.
Ένα τέτοιο είναι το Watch Dogs. Η πρώτη κυκλοφορία της Ubisoft σε μια κατηγορία στην οποία η Rockstar έχει εδραιώσει την παντοκρατορία της με τη σειρά Grand Theft Auto. Είναι γνωστό τοις πάσι το τεράστιο hype που είχε δημιουργήσει η γαλλική εταιρία ενόψει της κυκλοφορίας του παιχνιδιού πέρυσι, καθώς επίσης και τα ουκ ολίγα προβλήματα τα οποία συνόδευσαν την έκδοση για PC, με έμφαση στο πολύ κακό optimization και το φιάσκο των πετσοκομμένων γραφικών σε σύγκριση με το release για PS4 και Xbox One. Τη στιγμή που στις κονσόλες το οπτικό περιεχόμενο είναι σκέτη μαγεία, στους υπολογιστές μπορεί να χαρακτηριστεί απλώς καλό, ειδικά έχοντας εικόνα από τις πρώτες. Μπορεί βεβαίως στη συνέχεια να κυκλοφόρησε ένα εξαιρετικό mod που αποκαθιστά την τάξη με κόστος κάποια drop frames, αλλά είμαι της άποψης πως όταν χρειάζεσαι «βοήθεια» από τρίτους, κάτι δεν έχεις κάνει καλά. Λίγους μήνες αργότερα η Ubisoft έμελλε να προκαλέσει επιπλέον αλγεινή εντύπωση με το ακόμη χειρότερο «κατόρθωμα» του Asssassin’s Creed: Unity.
Σήμα κατατεθέν του Watch Dogs από την πρώτη στιγμή ήταν το hacking. Το στοιχείο εκείνο που κατάφερε να εξιτάρει την πλειοψηφία των gamers παγκοσμίως, ακόμη κι αν αρκετοί κατέκριναν τον τίτλο στο σύνολό γιατί δεν αποδείχθηκε ανάλογος των δυσθεώρητων προσδοκιών που δημιουργήθηκαν. Η δυνατότητα παρεμβολής σχεδόν σε οποιαδήποτε ηλεκτρονική συσκευή μέσω ενός smartphone πέτυχε να προσδώσει ένα βασικό νέο στοιχείο το οποίο δεν είχαμε συναντήσει σε αντίστοιχα παιχνίδια. Το γεγονός ότι τα γεγονότα του συγκεκριμένου λαμβάνουν χώρα στη σύγχρονή μας εποχή (2012/13), όπου οι περισσότεροι έχουν μια τέτοια συσκευή ως προέκταση του χεριού τους, έπαιξε σίγουρα αποφασιστικό ρόλο για την επιτυχία του. Πρωταγωνιστής είναι ο Aiden Pierce, επαγγελματίας χάκερ που κυκλοφορεί με το δικό του smartphone ανά χείρας σε μόνιμη βάση, στο εναλλακτικό Σικάγο που μας εισάγει ο τίτλος και το οποίο απέκτησε τη συγκεκριμένη εικόνα του μετά το πραγματικό γεγονός του μνημειώδους blackout του 2003 στις βορειοανατολικές Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, που βύθισε στο σκοτάδι περισσότερα από 50 εκ. κατοίκων!
Στο παιχνίδι το εν λόγω συμβάν αποδίδεται σε ενέργεια ενός χάκερ, κάτι που οδήγησε μετέπειτα στη δημιουργία του Central Operating System (ctOS) από την Blume Corporation. Ένας υπερυπολογιστής ελέγχει πλέον το σύνολο των ηλεκτρονικών συσκευών παραβιάζοντας εμμέσως την ατομική ελευθερία του καθενός. Αμέτρητες κάμερες βρίσκονται διάσπαρτες σε ολόκληρη την πόλη, στο εσωτερικών των κτιρίων, ακόμη και των σπιτιών, δίνοντας εικόνα και ήχο σχεδόν από οπουδήποτε, ανά πάσα ώρα και στιγμή, καταγράφοντας ακόμη και τις πιο προσωπικές στιγμές των πολιτών. Ο υπόγειος πόλεμος μαίνεται μεταξύ των hackers, που θέλουν να σταματήσει όλο αυτό που συμβαίνει, και των fixers, που δεν είναι ουσιαστικά παρά hackers αλλά και επαγγελματίες δολοφόνοι, οι οποίοι εξυπηρετούν τα συμφέροντα της βρώμικης καθεστηκυίας τάξης.
Αυτό τουλάχιστον είναι το background του παιχνιδιού, που ομολογώ ότι το βρήκα ιδιαίτερα ενδιαφέρον, μολονότι ίσως δεν αναδεικνύεται στο βαθμό που θα έπρεπε. Κι αυτό γιατί η ιστορία του Watch Dogs, παρότι δεν είναι κακή, δεν καταφέρνει να διεισδύσει σε βάθος στις συνθήκες που επικρατούν, ούτε να αναδείξει τη συναισθηματική κατάσταση των χαρακτήρων. Σ’ αυτό δε βοηθά ούτε το voice acting, καθώς οι -μάλλον άγνωστοι- ηθοποιοί που δίνουν τις φωνές τους εμφανίζονται άτονοι και άνευροι, ακόμη και στις στιγμές που το -ομολογουμένως συμβατικό- σενάριο προσφέρει ευκαιρίες. Ο ίδιος ο πρωταγωνιστής, Noam Jenkins, στο ρόλο του Aiden, δεν καταφέρνει να πείσει σχεδόν σε κανένα σημείο. Είναι προφανές ότι το πακέτο των ηθοποιών αποδείχθηκε ξεκάθαρα αποτυχημένο, ειδικά για έναν τίτλο στον οποίο επενδύθηκαν περίπου 70 εκ. δολάρια! Τα προσχήματα στον ήχο σώζουν τόσο τα ηχητικά εφέ (όπλων, συγκρούσεων αυτοκινήτων, εκρήξεων κ.λπ.) όσο και το πολύ καλό soundtrack που περιλαμβάνει δυναμικά σύγχρονα και παλαιότερα τραγούδια που σε κρατούν σε εγρήγορση.
Η ιστορία, λοιπόν, τοποθετεί τον ήρωα αποφασισμένο για εκδίκηση. Μετά από μια ηλεκτρονική ληστεία τραπέζης μέσω smartphone, η οποία πήγε στραβά λόγω της παρεμβολής άλλου χάκερ, ο Aiden αποφασίζει για λόγους ασφαλείας να φυγαδέψει από την πόλη τα παιδιά της αδερφής του, Nicole. Όμως στην καταδίωξη που ακολουθεί, το αυτοκίνητο αναποδογυρίζει έχοντας δεχτεί σφαίρα στα λάστιχα, με αποτέλεσμα να βρει τραγικό θάνατο η 6χρονη Lena. Έντεκα μήνες αργότερα, κι ενώ ο Aiden φέρει βαρέως το γεγονός νιώθοντας προσωπικά υπεύθυνος για το θάνατο της μικρής, ανακαλύπτει αυτόν που πυροβόλησε οδηγώντας στο θάνατό της. Από την ανάκριση δε θα προκύψουν πολλά, και πλέον ο ήρωας θα ξεκινήσει την αναζήτησή του παίρνοντας σταδιακά βοήθεια από συμμάχους, κατά βάση απρόσμενους. Η πλοκή είναι αλήθεια ότι δε χαρίζει ιδιαίτερες συγκινήσεις, ούτε υπάρχουν οι ανατροπές που θα εντυπωσιάσουν. Αποδείχθηκε ότι η Ubisoft έριξε το βάρος κυρίως στα γραφικά, όσον αφορά τις κονσόλες, καθώς επίσης και στο gameplay.
Στον νευραλγικό αυτόν τομέα το Watch Dogs τα πηγαίνει εξαιρετικά, πάντοτε με αιχμή του δόρατος το hacking, όπου προσφέρονται αμέτρητες προοπτικές. Ο Aiden έχει τη δυνατότητα να πάρει εικόνα μέσω του smartphone από οποιαδήποτε κάμερα και να «μεταβεί» μ’ αυτόν τον τρόπο από τη μία στην άλλη αποκτώντας πρόσβαση σε εγκαταστάσεις και συστήματα ασφαλείας τα οποία και «σπάζει» κομίζοντας οποιαδήποτε πληροφορία ή αρχείο χρειάζεται. Επιπροσθέτως, για να ξεφεύγει πιο εύκολα από την αστυνομία, και όχι μόνο, μπορεί να προκαλέσει κυκλοφοριακό χάος και ατυχήματα χακάροντας τα φανάρια, να ανασηκώσει ή να περιστρέψει γέφυρες, ενώ ξεκλειδώνοντας τις αντίστοιχες δυνατότητες μπορεί να σηκώνει κολωνάκια ή καρφιά στη μέση του δρόμου.
Κι ακόμη, να ανατινάζει αγωγούς αερίου προκαλώντας πολύ εντυπωσιακές εκρήξεις στην άσφαλτο, να ανοιγοκλείνει τις πόρτες των τρένων για μια ταχύτερη διαφυγή ή να μπλοκάρει το σύστημα πλοήγησης και ανίχνευσης των ελικοπτέρων για κάποια δευτερόλεπτα, όσα χρειάζεται για να εξαφανιστεί! Στα πλαίσια αυτά, το hacking συνεχίζεται και στους εχθρούς αποσπώντας την προσοχή τους ή ακόμη και μετατρέποντάς τους σε… πυροτέχνημα εφόσον είναι ζωσμένοι με χειροβομβίδες και δεν προλάβουν να τις απομακρύνουν εγκαίρως! Hacking μπορεί να γίνει και σε ηλεκτρικές συσκευές ενσωματωμένες στους τοίχους προκαλώντας έκρηξη και σκοτώνοντας όποιον έχει την ατυχία να βρίσκεται κοντά, σε κινητά τηλέφωνα απλών πολιτών αποκτώντας έτσι πρόσβαση στους τραπεζικούς λογαριασμούς τους και εύκολα χρήματα από το πλησιέστερο ATM και, τελικά, σε ό,τι μπορεί να φανταστεί ο καθένας!
Τα όπλα και οι σφαίρες τους είναι αμέτρητα σε κάθε γνωστή κατηγορία (pistols, shotguns, rifles, snipers, machine guns κ.ά.) και διαθέσιμα ανά πάσα στιγμή εφόσον ο πρωταγωνιστής τα έχει πάρει μία φορά, ενώ ξεχωρίζει ο εκτοξευτής χειροβομβίδων τον οποίο τίμησα και απόλαυσα δεόντως. Συγκεντρώνοντας τα απαραίτητα μηχανικά μέρη, ο Aiden κάνει επιτόπου craft εκρηκτικές ύλες για να δημιουργήσει χειροβομβίδες ή βόμβες τύπου C4, ή αποκτά τη δυνατότητα να προκαλέσει προσωρινά blackout σε κτίρια καταφέρνοντας να «γλιστρήσει» αναίμακτα ανάμεσα από πολλούς εχθρούς. Οι επιλογές είναι πάρα πολλές, κάτι που κάνει το παιχνίδι πάρα πολύ διασκεδαστικό.
Σ’ αυτές πρέπει να προστεθεί εν προκειμένω η παρουσία ενός πληρέστατου skill tree, κάτι που δεν έχουμε συνηθίσει σε τέτοια παιχνίδια. Μέσω αυτού και των τεσσάρων κατηγοριών του (Hacking, Combat, Driving, Crafted Items + Notoriety) ξεκλειδώνονται διάφορες ικανότητες (αρκετές αναφέρθηκαν νωρίτερα), όπως -ενδεικτικά και μόνο- η κατοχή περισσότερων εκρηκτικών, η μικρότερη ανάκρουση των όπλων ή το καλύτερο focus, όπου ο χρόνος κινείται πιο αργά δίνοντας την ευκαιρία για περισσότερα kills ή έναν καλύτερο ελιγμό με το όχημα. Το σύνολο των αυτοκινήτων, μηχανών και σκαφών υπερβαίνει τα 75 και αποτελούν αντίγραφα των πραγματικών, με κάποιες μικρές παραλλαγές ίσως για λόγους δικαιωμάτων, όμως γίνεται ξεκάθαρο εξαρχής τι οδηγείς κάθε φορά.
Όσον αφορά το βαθμό δυσκολίας του παιχνιδιού, υπάρχουν τέσσερα επίπεδα (Easy, Normal, Hard, Realistic). Παίζοντας στο υψηλότερο διαπίστωσα ότι τα πράγματα γίνονται σαφώς πιο δύσκολα στο δεύτερο μισό, περίπου από τα τέλη του τρίτου κεφαλαίου (σε σύνολο πέντε) και εξής, αν και κάποιες αποστολές στην πορεία μπορεί να βγουν και λίγο πιο εύκολα. Επιπλέον, στο Realistic απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή και κάλυψη σχεδόν ανά πάσα στιγμή, καθώς δύο – τρεις σφαίρες (ενίοτε ακόμη και μία!) αρκούν για να εγκαταλείψει ο Aiden τα εγκόσμια, ενώ το A.I. των εχθρών είναι ιδιαίτερα υψηλό, με συνεχείς εναλλαγές θέσεων, εφορμήσεις και… εκτοξευόμενες χειροβομβίδες για να τον ξετρυπώσουν από το δικό του σημείο κάλυψης.
Κατάφερα να δω τους τίτλους τέλους μετά από περίπου 24 ώρες έντονης δράσης και αναρίθμητων επιλογών. Το γεγονός ότι ολοκλήρωσα μόλις το 31.8% του τίτλου, που αποτελεί και την κεντρική ιστορία, μαρτυρά ότι η συνολική του αντοχή στο χρόνο τουλάχιστον τριπλασιάζεται. Τα side quests ποικίλουν και αφθονούν, αλλά στην πλειοψηφία τους παραπέμπουν σε αποστολές που, σαν δομή, έχουν ήδη γίνει στη βασική υπόθεση. Εν κατακλείδι, το Watch Dogs είναι ένας τίτλος ο οποίος αδίκησε τον εαυτό του δημιουργώντας υψηλότερες προσδοκίες του αναστήματός του. Το απολαυστικό του -και πρωτότυπο ως προς το hacking- gameplay και τα απίστευτα γραφικά στις κονσόλες το καθιστούν ένα πάρα πολύ καλό game, σε αντιδιαστολή με την απογοητευτική σε οπτικό επίπεδο PC έκδοση, τη μάλλον ρηχή ιστορία του και το ανεπαρκές voice acting.
When you subscribe to the blog, we will send you an e-mail when there are new updates on the site so you wouldn't miss them.
Comments 1
"Εν κατακλείδι, το Watch Dogs είναι ένας τίτλος ο οποίος αδίκησε τον εαυτό του δημιουργώντας υψηλότερες προσδοκίες του αναστήματός του."
Πολύ σωστός επίλογος για το άρθρο το οποίο βρήκα αρκετά ενδιαφέρον και αντικειμενικό. Η προσωπική μου άποψη είναι πως είδα απο αυτο το παιχνίδι πολλές δυνατότητες που έμειναν ανεκμετάλλευτες. Έχει μια αρκετά καλή βάση ως ένα παιχνίδι που μέχρι στιγμής δεν έχει βγει παρόμοιο του, αν δεν κανω λάθος, συνεπώς περιμένεις ότι θα δεις κάτι τέλειο (που προφανώς δεν ήταν). Έχει μια τεράστια εταιρεία με πολύ καλούς ήδη τίτλους και ένα μπάτζετ 70 εκατομμυριών το οποίο θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να γίνει το παιχνίδι πολύ καλύτερο, κάτι που δυστυχώς όμως δεν συνέβη. Συμφωνώ επίσης, με το γεγονός πως δεν φαίνεται καθόλου η συναισθηματική υπόσταση των χαρακτήρων και πως γενικότερα παρόλο που παρατηρείς πολλά σημεία και επιλογές που θα μπορούσαν να κάνουν την διαφορά, ψιλαπογοητεύεσαι όταν αυτή δεν γίνεται. Τέλος, η οδήγηση ήταν ένα μεγάλο μείον (προσωπική γνώμη) στο παιχνίδι, αφού δεν ήταν σχεδόν καθόλου ρεαλιστική και πολλές φορές, καταντούσε σπαστική. Παρόλα αυτά, ίσως να φάνηκα πολύ αυστηρός με το game, αλλά η αλήθεια είναι πως πέραν του οτι θα μπορούσαν να φτιάξουν κάτι καλύτερο, το Watch Dogs είναι ένα αρκετά ενδιαφέρον παιχνίδι στο οποίο, περνάς ευχάριστα την ώρα σου και θες να το τερματίσεις (όχι φανατικά όμως). Γενικότερα, ένα όντως καλό game το οποίο έθεσε υπερβολικά ψηλά τον πήχη, ο οποίος το καταπλάκωσε ύστερα!