Λένε πως «κάλλιο αργά, παρά ποτέ» και είναι αλήθεια πως όταν κυκλοφορεί ένα διαμάντι σαν το The Witcher 3: Wild Hunt, τότε έχεις έναν πολύ καλό λόγο να ξεκινήσεις τη σειρά από την αρχή, αν δεν έχεις ασχοληθεί στο παρελθόν. Ούτως ώστε να διαπιστώσεις ιδίοις όμμασι αφενός από πού ξεκίνησε ο πρωταγωνιστής και πού καταλήγει κι αφετέρου αν και κατά πόσο ισχύει αυτό που διατείνεται η συντριπτική πλειοψηφία όσων γνωρίζουν, ότι το κάθε sequel της σειράς είναι καλύτερο από το προηγούμενο, κάτι που σε ουκ ολίγες περιπτώσεις άλλων σειρών δε συμβαίνει.
Είπα κι εγώ, λοιπόν, να μπω στον κόσμο του Witcher, του Geralt of Rivia, και να περιηγηθώ στη Vizima, την πρωτεύουσα της Temeria όπου μας τοποθετεί το πρώτο παιχνίδι της σειράς. Ομολογώ ότι κατάφερε να με κερδίσει σε απόλυτο βαθμό και να με ταυτίσει με τον πρωταγωνιστή, κάτι που συνέβη βαθμιαία αλλά σχετικά γρήγορα μπροστά στη συνολική διάρκεια του παιχνιδιού, η οποία ανέρχεται στις 60 ώρες για όποιον θα θελήσει να ασχοληθεί με όλες τις προαιρετικές αποστολές και να εξαντλήσει τους διαλόγους. Είχα διαβάσει νωρίτερα ότι σ’ αυτό το game δεν υπάρχει σωστό ή λάθος. Υπάρχουν, απλώς, επιλογές και οι συνέπειές τους. Μια πολύ εύστοχη παρατήρηση και πλήρως αντιπροσωπευτική της όλης ιστορίας, καθώς ο Geralt καλείται να επαναπροσδιορίσει τον εαυτό του προερχόμενος από αμνησία, κάτι που θα συμβεί μόνο μέσα από την απόφαση που θα πάρει σε κάθε επόμενό του βήμα. Το σύνολο των χαρακτήρων του παιχνιδιού αλληλεπιδρούν γύρω του και η παραμικρή επιλογή έχει και τον ανάλογο αντίκτυπο. Ποιος θα ζήσει, ποιος θα πεθάνει, με ποιον θα συνεργαστεί, ποιον θα βοηθήσει, ποιον θα αφήσει στη μοίρα του, όλα εξαρτώνται από τη στάση που θα τηρήσει ο Witcher για τον οποίο πολλοί άνθρωποι, νάνοι και ξωτικά γνωρίζουν περισσότερα απ’ ότι ο ίδιος.
Η κεντρική ιστορία του παιχνιδιού φέρει τον Geralt εν πρώτοις στο άντρο των Witchers, το Kaer Morhen, που δέχεται αιφνιδιαστική επίθεση από μια εγκληματική οργάνωση, τους Salamanders, οι οποίοι με τη βοήθεια ενός mage καταφέρνουν να κλέψουν τα μυστικά που φυλάσσονται στο κάστρο. Από εκεί ο πρωταγωνιστής θα ξεκινήσει το μεγάλο ταξίδι του προκειμένου να τα ανακτήσει για λογαριασμό των ομοίων του και συγχρόνως να επαναφέρει τη μνήμη του, η οποία χάθηκε έπειτα από μια ομηρική μάχη με ένα τέρας που δεν ήταν παρά μια καταραμένη πριγκίπισσα, όπως μαθαίνουμε από το εντυπωσιακό εισαγωγικό βίντεο, πριν δούμε το κεντρικό μενού του παιχνιδιού. Το story είναι ομολογουμένως ιδιαίτερα πλούσιο και ανατρεπτικό, ενώ το ύφος του παιχνιδιού είναι η επιτομή του νοήματος του μνημειώδους ποιήματος του Καφάβη, «Ιθάκη», ότι σημασία δεν έχει μόνο ο προορισμός, αλλά πολύ περισσότερο το ίδιο το ταξίδι. Χωρίζεται σε πέντε κεφάλαια συν τον πρόλογο και τον επίλογο και κάθε φορά βυθίζεσαι ολοένα και περισσότερο στην πλοκή οφείλοντας να πάρεις σταδιακά πολύ σημαντικές αποφάσεις, οι οποίες θα διαμορφώσουν ανάλογα τη συνέχεια. Μοναδική μου «ένσταση» ότι το τέταρτο κεφάλαιο ήταν μάλλον σαν παρένθεση στη βασική υπόθεση, συνδεόμενο μ’ αυτήν επί της ουσίας μόνο σε δύο σημεία. Αυτή η ελευθερία επιλογών, πάντως, έκανε το Witcher να ξεχωρίσει ιδιαίτερα από την πρώτη στιγμή κερδίζοντας ολοένα και περισσότερο κοινό.
Ο χειρισμός μπορεί να ξενίσει στο ξεκίνημα, αλλά στη συνέχεια δεν αποτελεί πρόβλημα, με το παιχνίδι να προσφέρει τη δυνατότητα για τρεις διαφορετικούς τρόπους ελέγχου του Geralt, αν και η over the shoulder κάμερα είναι μάλλον η πιο χρηστική. Η μουσική συνοδεύει άψογα κάθε στιγμή, με ύφος ανάλογο της εκάστοτε έντασης του παιχνιδιού, ξεκουράζοντας κατά τη διάρκεια των περιηγήσεων και «τσιτώνοντας» εν ώρα μάχης. Καθώς όλα τα παραπάνω δεν αποτελούν παρά σπαράγματα σκέψεων και απόψεων και όχι διάθεση για αναλυτική παρουσίαση, δε θα επεκταθώ σε τεχνικές λεπτομέρειες, ούτε στις δυνατότητες αγοράς και πώλησης αντικειμένων και βιβλίων, αναβάθμισης ή προσθήκης όπλων κ.λπ.. Κι επειδή ουκ έστι Witcher χωρίς φίλτρα, ο Geralt ανάλογα με τις γνώσεις που αποκτά σταδιακά, αποκτά συγχρόνως πρόσβαση σε μια συνολικά τεράστια γκάμα επιλογών για potions και bombs που υπόσχονται να κάνουν τη ζωή του πολύ πιο εύκολη και αξίζει κάποιος να αποκτήσει πρόσβαση σ’ αυτές τις δυνατότητες.
Εν κατακλείδι, το μόνο σίγουρο είναι πως δε μετάνιωσα ούτε στιγμή για την απόφασή μου να ξεκινήσω τη σειρά από την αρχή (αυτός είναι ο cool τρόπος παραδοχής ότι το Wild Hunt είναι τουλάχιστον βαρύ για το σύστημά μου για την ώρα!) και πλέον ανυπομονώ για τη συνέχεια μετά από μια μικρή πλην απαραίτητη αποτοξίνωση…
When you subscribe to the blog, we will send you an e-mail when there are new updates on the site so you wouldn't miss them.
Comments 4
Ενδιαφερον!Δεν ειχα την τυχη να το αγορασω ακομα λογω χρηματων αλλα ειχα παιξει το witcher 2 σε φιλο.Αν με το καλο το βρω σε εκπτωση θα το αποκτησω σιγουρα γιατι ειδικα η ιστορια του μου αρεσει.
Πολύ ενδιαφερον
Πολυ ενδιαφερον ! Ειδικα τετοια παιχνιδια ειναι υπεροχα και μες την δραση!
Ο λόγος για τον οποίο ασχολήθηκα μαζί του ήταν η κυκλοφορία του τρίτου μέρους της σειράς, καθώς αυτό είναι από δύσκολο έως απίθανο να το παίξω με το σύστημα που έχω. Δεν το μετάνιωσα σε καμία περίπτωση. Με διάρκεια κοντά στις 60 ώρες για την ολοκλήρωση όλων των quests, αποδείχθηκε ένα χορταστικό game πέρα για πέρα. Χρειαζόταν λίγη εκμάθηση του συστήματος μάχης στην αρχή, όπως το πού βρίσκεται τι μέσα στο inventory και πώς λειτουργεί το καθενα, όμως το βάθος της ιστορίας και οι αμέτρητες πληροφορίες το κατέστησαν μια απολαυστική εμπειρία.