- Reviews
- Ape Escape 2
Ape Escape 2
Το κυνηγητό μαϊμούδων ξεκινάει.
Το κυνηγητό μαϊμούδων ξεκινάει.
Ένα από τα παλιά αλλά καλά. Το πολυαγαπημένο sequel του ομώνυμου Ape Escape για PSX της SCE Japan Studio στο PS2, με παραγωγό τον Naoto Ohta, αγαπήθηκε από τους παίκτες το 2003. Μετά από 13 χρόνια, επανήλθε στο PlayStation Store για τις κονσόλες PS4 και πλέον, από το 2021, είναι διαθέσιμο και στο PS5 στην κατηγορία classics. Άραγε κρατιέται ακόμα; Για να δούμε.
Έγιναν λάθη με το courier και τώρα γεμίσαμε μαϊμούδες.
Η ιστορία μας διαδραματίζετε λίγα χρόνια μετά τα γεγονότα του Ape Escape, όπου ο Kakeru εμπόδισε τον ιδιοφυή πίθηκο Specter από το να καταλάβει τον κόσμο. Ο Καθηγητής φεύγει για διακοπές και αφήνει την εγγονή του Natsumi και τον ξάδερφο του Kakeru, και πρωταγωνιστή, Hikaru να προσέχουν το εργαστήριο με το καθήκον να παραδώσουν ένα φορτίο μαϊμουδο-παντελόνια στις μαϊμούδες στο Monkey Park. Ο Hikaru στέλνει κατά λάθος όχι μόνο τα παντελόνια, αλλά και μερικά μαϊμουδο-κράνη φέρνοντας τη καταστροφή στο εργαστήριο και δίνοντας στον Specter την ευκαιρία να αποδράσει και να οργανώσει ξανά ένα στρατό πιθήκων για να κυβερνήσει τον κόσμο. Με τη βοήθεια της Natsumi, του Καθηγητή, ένα φιλικό μαϊμουδάκι τον Pipotchi και φυσικά τα διάφορα gotcha gadgets που θα βρει στο ταξίδι του, ο Hikaru ξεκινά την αποστολή του να πιάσει όλους τους πιθήκους και να σταματήσει τον Specter. Αυτή τη φορά θα είναι πιο ζόρικα τα πράγματα καθώς ο Specter έχει προμηθεύσει πέντε πιθήκους, τους Freaky Monkey Five, με μπανάνες vita-z, καθιστώντας τους πιο δυνατούς και πιο έξυπνους από τους μέσους πιθήκους, ο Hikaru και η παρέα του θα πρέπει να περάσουν από αυτή τη συμμορία για να φτάσουν στον Specter πριν κάνει τα σχέδια του πραγματικότητα.
Και τώρα τι κάνουμε;
Το Ape Escape 2 είναι ένα action Platformer σε έναν κόσμο φαντασίας, που χαρακτηρίζεται από τον μεγάλο αριθμό διαφορετικών gadgets που προσφέρει στον παίκτη, καθώς και από την ποικιλομορφία του κόσμου και των αντιπάλων. Δεν θα λέγαμε ότι έχει μια ιστορία που θα έπαιρνε βραβεία, αλλά αυτός δεν είναι ο σκοπός του, καθώς πρωτίστως θέλει να είναι διασκεδαστικό για το κοινό για το οποίο είχε φτιαχτεί, ηλικίας 3+. Το κυρίως μέρος του παιχνιδιού είναι το singleplayer campaign, αλλά διαθέτει επίσης local multiplayer mode μέσω των mini games, όπου δύο παίκτες μπορούν να ανταγωνιστούν ο ένας τον άλλο σε τρεις διαφορετικούς διαγωνισμούς.
Ο χειρισμός είναι αρκετά διαφορετικός ακόμη και από παρόμοια games στο genre του, αλλά συνηθίζεται γρήγορα. Το μόνο χαρακτηριστικό που μου φάνηκε "λάθος" ήταν ότι για κάποιο λόγο έχει και τα δύο κουμπιά R1/2 ως κουμπιά jump, το οποίο θεωρώ σπατάλη ενός κουμπιού.
Τα κουμπιά L1/2 καθορίζουν το FPS mode της κάμερας, που είναι κυρίως για προσανατολισμό και για χρήση μερικών gadgets. Μιλώντας για gadgets, τα κουμπιά στο δεξί pad είναι στην ουσία τα slots για το κάθε gotcha gadget που θα επιλέξετε από τη συλλογή σας, στην οποία έχουμε πρόσβαση μέσω του start menu. Το αριστερό pad ελέγχει χειροκίνητα την κάμερα. Το R3 χρησιμοποιείται για τις επιθέσεις, ενώ το L3 για την κίνηση του χαρακτήρα.
Ο βασικός σας χώρος είναι το Travel Station, όπου θα επιλέξετε σε ποιο level θα ταξιδέψετε. Κάθε level έχει μια απλή αποστολή: να πιάσετε τον αριθμό των monkeys που σας ζητάει, με απώτερο σκοπό να τα πιάσετε όλα (300 στο σύνολο, 100 παραπάνω από το prequel). Τίποτα περισσότερο ή λιγότερο. Μετά από έναν αριθμό αποστολών, η Natsumi θα σας προμηθεύει με ένα καινούργιο gadget για να σας βοηθήσει στην αποστολή σας. Συνήθως θα το βάλετε σε χρήση στο αμέσως επόμενο level, είτε για να αντιμετωπίσετε κάποιους αντιπάλους, είτε για να ξεπεράσετε κάποια εμπόδια ή να φτάσετε σε δύσκολα σημεία κτλ. Κάθε 4-5 levels θα αντιμετωπίζετε ένα boss fight.
Όποτε γυρνάτε στο Travel Station, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τα coins που θα βρείτε διάσπαρτα στον κόσμο σε ένα gotcha box, το οποίο μετά από 10 coins θα σας ανταμείψει με μια μπάλα που θα έχει μέσα ένα τυχαίο collectable (σαν τους αυτόματους πωλητές με τις τρελόμπαλες!).
Υπάρχει μια γκάμα από εχθρούς στον αέρα, στο νερό και στο έδαφος, με κάποιους να επαναλαμβάνονται και κάποιους να είναι ξεχωριστοί σε κάθε level. Η δυσκολία είναι μία και δεν αλλάζει. Το A.I. των εχθρών δεν είναι ιδιαίτερα επιθετικό, και μπορείτε, αν θέλετε, απλά να το αγνοήσετε τις περισσότερες φορές για να ψάξετε απευθείας για τα monkeys ή να τους αντιμετωπίσετε για να μαζέψετε έξτρα coins για το gotcha box.
Οι βασικοί μας αντίπαλοι είναι λίγο πιο ζόρικοι λόγω της ταχύτητάς τους και, παρόλο που τις περισσότερες φορές προσπαθούν να ξεφύγουν, μπορούν να προκαλέσουν πολύ damage αν θέλουν. Είναι ωραίο χαρακτηριστικό το ότι έχουν πολλή προσωπικότητα, καθώς πέρα από την αλλαγή στην εμφάνισή τους, αλλάζει και η συμπεριφορά και οι επιθέσεις τους ανάλογα με το theme των level. Θα συναντήσετε monkey πειρατές, γονδολιέρηδες, ιππότες, shaolin και ό,τι άλλο μπορείτε να φανταστείτε, το οποίο κρατάει τις συναντήσεις μαζί τους φρέσκες και διασκεδαστικές. Το ίδιο ισχύει και για τα bosses, καθώς το καθένα έχει τη δική του ξεχωριστή προσωπικότητα, εμφάνιση, theme και gimmick, τα οποία εννοείται πως είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που θα συναντήσετε από άποψη δυσκολίας.
Υπάρχει ένα υποτυπώδης sneak mode, αλλά δεν θα σας είναι ποτέ απαραίτητο κατά τη διάρκεια του campaign. Είναι περισσότερο ένα gimmick για μεγαλύτερο player interaction, ώστε να νιώσετε ότι είστε ο "κυνηγός" των monkeys αλλά μπορείτε κάλλιστα να τα "πιάσετε στον ύπνο" με τα gadgets σας.
Σε μερικές φάσεις μπορεί να βρούμε και κάποια οχήματα, είτε για να προχωρήσουμε πιο πέρα στο level είτε για να τα αξιοποιήσουμε στο σημείο που είμαστε. Είναι εύκολα και smooth στον χειρισμό, χωρίς απρόβλεπτα και συμπεριφέρονται όπως θα περιμέναμε.
Περιέχει ένα lives system, κάθε φορά που ο πρωταγωνιστής μας μένει χωρίς ζωή, χάνει και ένα life (που αντιπροσωπεύεται από κόκκινα τζάκετ). Όταν τελειώσουν τα lives, εμφανίζεται ένα game-over screen, σώζεται η πρόοδός μας και επιστρέφουμε στο main menu, από όπου πρέπει να ξεκινήσουμε το level που χάσαμε από την αρχή. Αυτό το κομμάτι είναι κυρίως για να παίρνει ο τερματισμός περισσότερο χρόνο, αλλά βέβαια, αυτό το βλέπουμε ως και σήμερα ως χαρακτηριστικό των platformers, τόσο για το έξτρα challenge όσο και για αυτό το στοιχείο που προαναφέραμε.
Ένα κομμάτι του gameplay αυτού του Platformer που μου άφησε ανάμικτα συναισθήματα ήταν τα hitboxes του χαρακτήρα σε σύγκριση με των αντιπάλων, ειδικά σε κάποια bosses, καθώς πολλές επιθέσεις τους καλύπτουν μια μεγάλη περιοχή σε σύγκριση με τη βασική επίθεση του Hikaru με το stunt-club ή το monkey-net. Επίσης, αυτές οι επιθέσεις γίνονται αρκετά γρήγορα, ενώ οι αντίστοιχες επιθέσεις του χαρακτήρα χρειάζονται ένα μικρό διάστημα χρόνου για να ξεκινήσουν. Invincibility frames για τον παίκτη είναι σχεδόν ανύπαρκτα σε σχέση με τους εχθρούς, οπότε δεν είναι αδύνατον να χάσετε όλη σας τη ζωή αν βρεθείτε σε ένα σημείο με περιορισμένη κινητικότητα ή ορατότητα.
Το τελευταίο μπορεί να δυσκολευτεί ακόμα περισσότερο μερικές φορές λόγω της κάμερας, η οποία μεν ακολουθεί τον χαρακτήρα και μπορεί να ρυθμιστεί με το αριστερό pad, αλλά σε κάποιες στιγμές αντί να μένει εκεί που την στρέψατε, επιστρέφει αμέσως στην οπτική γωνία που θέλει αυτή μόλις αφήσετε τα βελάκια. Είναι σαν να αλλάζει από free σε fixed κάμερα, το οποίο πολλές φορές δεν βοηθάει, καθώς μπορεί να κολλήσει για λίγο σε ένα περίεργο πλάνο ή να «πηδήξει» σε κάποιο σημείο με κακή ορατότητα, χαλώντας την αντίληψη της απόστασης και του προσανατολισμού όταν παλεύουμε με έναν εχθρό, ειδικά πάνω σε σημεία platforming.
Πριν προχωρήσουμε στην επόμενη ενότητα, να αναφέρουμε ότι η διάρκεια του campaign είναι κατά μέσο όρο 6-8 ώρες (εγώ το τερμάτισα σε περίπου 7.5), γιατί ενώ είναι μικρά τα levels, είναι πολλά σε αριθμό. Επιβάλλει στην ουσία ένα δεύτερο playthrough για την πλήρη ολοκλήρωσή του, προσθέτοντας 1-2 ώρες έξτρα gameplay, το οποίο όμως κάνει λίγο πιο ανιαρή την εμπειρία καθώς περνάμε από περιοχές που ήδη έχουμε ξαναδεί. Κάτι που όπως και το lives system, δίνει την εντύπωση πως έγινε για την τεχνητή επέκταση του, καθώς αλλιώς θα ήταν 2-4 ώρες. Παρόλα αυτά, όλα τα άλλα στοιχεία όπως η μουσική, η αίσθηση του κόσμου και η ποικιλία των gadget το καθιστούν μια καλή επιλογή για να περάσει χαλαρά ο χρόνος όταν δεν θέλουμε κάτι με περίπλοκη ιστορία και δύσκολο gameplay, αλλά κάτι απλά διασκεδαστικό και to the point.
Επανέκδοση ενός κλασσικού αγαπημένου με μία όμως αστοχία στη νεότερη κονσόλα της Sony.
Ωραίο μέρος αλλά δε θυμάμαι τόσα pixel.
Όσον αφορά τα γραφικά και την οπτική ποικιλία σε κάθε level, είχε από τα πιο όμορφα τοπία που έχω δει σε τίτλο PS2. Επισκεπτόμαστε διάφορα μέρη του κόσμου, από λιβάδια και Ιταλικού στυλ πόλεις μέχρι πειρατικά καράβια και διάφορα κάστρα, με μερικά γιορτινά levels εδώ και εκεί. Αλλά το κομμάτι των γραφικών πασχίζει από ένα μεγάλο θέμα που χαλάει αυτή την όμορφη αισθητική. Και εδώ έρχεται το μεγάλο “ουφ” της υπόθεσης.
Στο αρχικό του PS2 format, το platformer της SCE Japan Studio έτρεχε στα 50 fps στα 480p για την Ευρωπαϊκή έκδοση (PAL) και 60 fps στα 480p για την Βόρειο Αμερικάνικη (NA). Η επανέκδοση του PS4 (και συνάμα του PS5) χρησιμοποιεί την PAL έκδοση σε όλη την αγορά με boost στα γραφικά με στόχο τα 60fps στα 1080p στο PS4 και τα σταθερά 60fps στα 1080p στο PS5, η έκδοση για το PSN πρόσθεσε επίσης trophies. Ωραία, ποιο είναι λοιπόν το πρόβλημα, αγαπητοί αναγνώστες; Το ότι στο παρόν review δεν έπαιξα την PS2 ή PS4 έκδοση, αλλά δυστυχώς έκανα το λάθος να δοκιμάσω αυτή στο PS5 από τον PlayStation classics κατάλογο. Το μόνο που έχω να πω είναι, glitches! Glitches παντού!
Αν επιθυμείτε να πάτε πίσω στα παιδικά σας χρόνια, η καλύτερη επιλογή είναι να συνδέσετε πάλι το PS4 σας. Ενώ είναι μεν playable από τεχνικής άποψης, στο κομμάτι των γραφικών στο PS5 υπάρχουν προβλήματα από την αρχή μέχρι το τέλος του. Κάποιες στιγμές, πλαίσια του UI χαλάνε εντελώς, άλλα διάφορα σημεία, σε όλα σχεδόν τα levels, παθαίνουν glitch σαν να καταστρέφεται το Matrix, και σε πιο σπάνιες περιπτώσεις δημιουργούνται ακούσιες στιγμές horror, όπως χαρακτηριστικά από τα πρόσωπα χαρακτήρων να παθαίνουν glitch και να μοιάζουν με χαλασμένα android. Δεν θα λέγαμε ότι είναι κάτι που θέλει κανείς σε ένα kids friendly platformer.
Έχοντας περάσει 3 χρόνια πλέον, δεν προβλέπεται να γίνει καμία ουσιώδης προσπάθεια από τη Sony για να λυθεί αυτό το θέμα. Μια, σε εισαγωγικά, λύση για όσους έχουν μόνο PS5 είναι να μην κατεβάσουν το παιχνίδι στη κονσόλα τους, αλλά να χρησιμοποιήσουν την επιλογή stream game. Με αυτόν τον τρόπο λύνονται αυτά τα θέματα, καθώς στην ουσία παίζετε μέσω ενός PS4 που κάνει streaming από τους server της Sony. Δεν θα λέγαμε ότι είναι η απόλυτη λύση, αλλά είναι η μόνη για το μεγάλο πρόβλημα στο PS5.
Μπανάνας ίνιτ;
Το voice acting & soundtrack είναι άρτια μεταφερόμενα από το πρωτότυπο, χωρίς audio bugs, καθυστερήσεις ή άλλα θέματα με τον ήχο. Δημιουργός του soundtrack είναι ο Koji Hayama, αντί του Soichi Terada που είχε αναλάβει τη μουσική για το prequel, καθώς και όλα τα ακόλουθα sequel του franchise. Παρόλα αυτά, ο Hayama έκανε μια εξαιρετική δουλειά. Η μουσική ταιριάζει με τον κόσμο που ανοίγεται μπροστά στην οθόνη μας, δημιουργώντας ένα ευχάριστο κλίμα χαλάρωσης ή ενθουσιασμού, ανάλογα με το level και το boss fight που βρισκόμαστε.
Τα sound effects από τους Takashi Kanai & Junko Sano είναι πολύ καλά και ταιριαστά, αν λάβουμε υπόψη το θέμα των γραφικών του PS5 port που προαναφέραμε, ο καλός ήχος είναι ένα μεγάλο συν. Ενδιαφέρον έχει η ανάμικτη εντύπωση που έδωσε εκτός Ευρώπης στο κομμάτι του voice acting. Καθώς η έκδοση στο PSN, ακόμα και στην Αμερικανική PSN, χρησιμοποιεί όπως είπαμε την PAL έκδοση, γίνεται χρήση του Ευρωπαϊκού cast, αντί του εμβληματικού γκρουπ από ηθοποιούς του Yu-Gi-Oh και Pokémon της NA έκδοσης, όπως Dan Green (Καθηγητής), Rachael Lillis (Natsumi ή Natalie στην NA έκδοση) και Veronica Taylor (Hikaru ή Jimmy στην NA έκδοση) έναντι των λιγότερο διάσημων αντίστοιχων Jonathan Keeble, Rachelle Preece και David Holt. Αυτό δε βρήκε σύμφωνους πολλούς Αμερικανούς gamers. Προσωπικά, δεν είχα κάποιο πρόβλημα με αυτό, καθώς το Βρετανικό cast έκανε καλή δουλειά. Οι φωνές ταιριάζουν στους χαρακτήρες χωρίς να ακούγεται κάτι περίεργο, η ερμηνεία τους είναι καλής ποιότητας και με ενθουσιασμό, αυτό πάει για όλο το cast πέρα από τα μέλη που αναφέρθηκαν.
Αφήνοντας το monkey-net κάτω και ολοκληρώνοντας.
Το Ape Escape 2 προσφέρει την ίδια εμπειρία που θα προσέφερε και το έτος 2003. Η φόρμουλά του κρατάει, δίνοντας στους παίκτες έναν κόσμο που θέλουν να εξερευνήσουν, ποικιλία μέσω των gadgets, όμορφα designs και μια ιστορία που δε παίρνει τον εαυτό της στα σοβαρά αλλά προσπαθεί να είναι απλά ένα διασκεδαστικό platformer. Έχει κάποιες παραξενιές κατά τη διάρκεια του gameplay, αλλά είναι ακόμα perfectly playable, τη βασική αστοχία να είναι η γεμάτοo glitch port του PS5. Θα είχε ενδιαφέρον να δούμε τι θα μπορούσε να κάνει η Sony με ένα remaster της τριλογίας, όπως με τα franchise Spyro & Crash Bandicoot. Αλλά και στην παρούσα κατάστασή του, δεν θα μετανιώσει κάποιος τις 6-8 ώρες που θα του αφιερώσει.
Θετικά:
- Ποικιλία στη θεματολογία των levels
- Ωραίο character design
- Ευχάριστο soundtrack & sound design
- Καλό voice acting
- Πολλά και διαφορετικά gadgets
- Περισσότερο content από το prequel
Αρνητικά:
- Κακό PS5 port
- Ενοχλητικά hitboxes
- Ενοχλητική κάμερα
- Επαναλαμβανόμενο δεύτερο playthrough
Βαθμολογία:
Γραφικά: 8
Ήχος: 9
Gameplay: 7.5
Σενάριο: 7
Αντοχή: 7
Γενικά: 7.8
Μια ευχάριστη και ολοκληρωμένη εμπειρία που στέκεται ακόμα καλά δίπλα σε μοντέρνους τίτλους του είδους του.
Γιάννης Χολίδης
Comments