- Reviews
- Remnant: From the Ashes
Remnant: From the Ashes
HotΌταν το Dark Souls συναντά τις καραμπίνες.
Όταν το Dark Souls συναντά τις καραμπίνες.
Έχετε ευχηθεί ποτέ να μπορούσατε να φυτέψετε μια σφαίρα στο κεφάλι του Artorias ή του Father Gascoigne ύστερα από την 25η προσπάθεια σας; Το Remnant: From the Ashes σας δίνει αυτή τη δυνατότητα, όμως κάτι τέτοιο δεν σημαίνει ότι θα σας χαριστεί. Το Third-person, Survival, Action, Shooter της νεοσυσταθείσας Gunfire Games, που απαρτίζεται από μέλη της δημιουργού των Darksiders Vigil, προσφέρει κάτι νέο χρησιμοποιώντας παραδοσιακές και δοκιμασμένες συνταγές.
Όταν το Remnant: From the Ashes ανακοινώθηκε τον Ιούλιο του 2018, κέντρισε αμέσως το ενδιαφέρον του κοινού, αφού φάνηκε να προσεγγίζει διαφορετικά το, πλέον ξεχωριστό, είδος των Soulsborne και να δίνει μια νέα πνοή στο genre. Ωστόσο, σε μια προσπάθεια να συμπτύξει τα πιο πετυχημένα games της τελευταίας δεκαετίας μέσα σε 15 ώρες, η Gunfire Games δημιούργησε ένα ιδιαίτερο σύνολο που πρωτοτυπεί μεν στον τομέα του gameplay, όμως αποδεικνύεται υπερβολικά φιλόδοξο για το καλό του.
Όσον αφορά την πλοκή, δεν υπάρχει καμία πρωτοτυπία αφού σίγουρα θα έχετε ξανακούσει την ίδια ιστορία αμέτρητες φορές. Όλα ξεκινούν με τον χαρακτήρα σας να ξεβράζεται σε μία όχθη ύστερα από μια καταιγίδα και να δέχεται επίθεση από κάποια τέρατα με το όνομα The Root. Ανεξάρτητα από το αν κερδίσετε την πρώτη μάχη η όχι, θα μεταφερθείτε στο Ward 13, που λειτουργεί και σαν hub world, προκειμένου να βοηθήσετε την ανθρωπότητα να ξεφορτωθεί την The Root και να ανακτήσει τον πλανήτη της. Αφού λοιπόν σας ανακοινώσουν με συνοπτικές διαδικασίες ότι είστε η μοναδική ελπίδα της και όλα τα παρελκόμενα, ξεκινάτε την αναζήτηση του προκατόχου σας που έχει εξαφανιστεί εδώ και αρκετά χρόνια χωρίς να αφήσει κάποιο ίχνος πίσω του. Στο ταξίδι σας θα χρειαστεί να μεταβείτε σε άλλες διαστάσεις και να εξερευνήσετε διαφορετικούς κόσμους, μέχρι τελικά να ανακαλύψετε πως μπορείτε να νικήσετε το μεγάλο κακό που κρατάει δέσμιο τον πλανήτη σας.
Όπως είθισται σε όλα τα Soulsborne, καλείστε να ανακαλύψετε μόνοι σας την ιστορία του κόσμου διαβάζοντας ημερολόγια ή μικρές ιστορίες τις οποίες θα βρείτε διάσπαρτες καθώς προχωράτε. Έτσι, εάν δεν επενδύσετε αρκετά στην εξερεύνηση, η ιστορία του δεν θα έχει ιδιαίτερη συνοχή ή νόημα, αφού τα cutscenes είναι περιορισμένα όχι μόνο σε αριθμό αλλά και σε διάρκεια. Σε γενικές γραμμές, το lore του δεν είναι κάτι αξιοσημείωτο, ωστόσο αυτό προσδίδει ενδιαφέρον στην πλοκή είναι οι NPC που θα συναντήσετε. Ο παρανοϊκός Mud Tooth, ο καλοσυνάτος Reggie και η μυστηριώδης Root Mother είναι μόλις μερικοί από τους πιο ενδιαφέροντες χαρακτήρες με τους οποίους θα συναναστραφείτε καθ’ όλη τη διάρκεια του game και το γεγονός ότι η Gunfire Games επέλεξε να μην επενδύσει αρκετά σε αυτούς φαίνεται να είναι μια τεράστια χαμένη ευκαιρία.
Από την πρώτη κιόλας στιγμή, το Remnant: From the Ashes θα σας θυμίσει παλιότερους τίτλους όπως τα Dark Souls, Bloodborne, The Last of Us ή ακόμη και το Fortnite. Όπως είναι αναμενόμενο, το σχετικά γνώριμο περιβάλλον και σύστημα μάχης θα σας δημιουργήσουν μια αίσθηση άνεσης και ασφάλειας όταν ολοκληρώσετε το training. Εκείνη ακριβώς την στιγμή, το game που σας κρατούσε από το χέρι μέχρι πρότινος θα σας βάλει τρικλοποδιά και θα ξεκινήσει να σας χτυπάει αλύπητα μέχρι να μην αντέχετε άλλο. Αν και φαινομενικά υπάρχουν αρκετά δάνεια στοιχεία από τα προαναφερθέντα games καλείστε να παίξετε με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο, να κινείστε συνεχώς και τιμωρείστε αν παίζετε πολύ παθητικά.
Ένα από τα πολύ θετικά στοιχεία του είναι ότι το gunplay είναι απολαυστικό, ενώ όλες οι κινήσεις σας, και κυρίως οι melee επιθέσεις σας, είναι φυσικές και στιβαρές. Οι μάχες είναι γρήγορες και όταν εξοικειωθείτε με το σύστημα θα μπορείτε να πυροβολάτε, να αποφεύγετε τις επιθέσεις των εχθρών και να δένετε όλες τις κινήσεις σας με melee attacks δημιουργώντας έτσι μια σχεδόν χορευτική αίσθηση κατά την διάρκεια της μάχης. Θετικό είναι επίσης το γεγονός ότι θα χρειαστείτε και μια δόση στρατηγικής προκειμένου να επιβιώσετε, ειδικότερα στην αρχή. Σε αυτό το σημείο το Remnant: From the Ashes αυτοαναιρείται τρόπον τινά. Από τη μία σας προκαλεί να παίξετε μυαλωμένα, εκμεταλλευόμενοι το άρτιο σύστημα μάχης στο έπακρο, όμως από την άλλη σας περιορίζει σε πολύ μεγάλο βαθμό. Αφενός, το game βάζει όριο στο πόσο μπορείτε να αναβαθμίσετε τον εξοπλισμό σας μέχρι να φτάσετε σε συγκεκριμένα σημεία και αφεταίρου σας θέτει αντιμέτωπους με ορδές αναρίθμητων εχθρών οι οποίοι μπορούν να σας σκοτώσουν με ένα μόλις χτύπημα. Όσο προχωράτε τα πράγματα δεν γίνονται καλύτερα, καθώς ακόμη και αν ξοδέψετε όλους τους πόντους σας για να αυξήσετε το health σας, τα πιο ασήμαντα mobs εξακολουθούν να χρειάζονται δύο με τρία χτυπήματα μέχρι να σας σκοτώσουν, ενώ κάποιες φορές θα χρειαστεί να ξοδέψετε όλα σας τα πυρομαχικά για να διανύσετε μια μηδαμινή απόσταση.
Τα bosses ως επί το πλείστον στερούνται φαντασίας και ειδικά στο πρώτο κομμάτι του game υπάρχουν κανονικοί εχθροί που έχουν ακριβώς τις ίδιες επιθέσεις με αυτά. Όμως όσο προχωράτε θα συναντήσετε πιο αξιόλογα bosses όπως ο Undying King ή o Totem Father. Το μεγαλύτερο πρόβλημα ωστόσο είναι ότι τα bosses καταφέρνουν να παίζουν δευτερεύοντα ρόλο σε fights που δημιουργήθηκαν γύρω από αυτά, λόγω των αναρίθμητων εχθρών που θα πρέπει να αντιμετωπίσετε. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η μάχη με το επιβλητικό The Ent. Όταν το αντιμετωπίσετε για πρώτη φορά θα αισθανθείτε δέος απέναντι στο κολοσσιαίο boss, αλλά μετά από λίγο θα ξεκινήσετε να αγνοείτε την ύπαρξη του επειδή πρέπει να ασχοληθείτε με μικρότερα minions. Σε αντίθεση με όλα τα Soulsborne, τα boss fights θα σας προκαλέσουν περισσότερο εκνευρισμό παρά ενθουσιασμό αφού καταλήγετε να επικεντρώνεστε σε οτιδήποτε άλλο εκτός από τον κύριο εχθρό σας. Επιπλέον, το γεγονός ότι τα περισσότερα bosses μπορούν να σας σκοτώσουν με ένα μόλις χτύπημα δεν αυξάνει τον βαθμό της δυσκολίας, διότι ακόμη και αν καταφέρετε να αποφύγετε όλες τις επιθέσεις τους, θα βρεθεί ένας εχθρός (συνήθως εκτός οθόνης) για να σας επιτεθεί και να σας στείλει αδιάβαστους.
Το combat είναι αναμφίβολά το κυριότερο κομμάτι του Remnant: From the Ashes όμως και η εξερεύνηση παίζει σημαντικό ρόλο προκειμένου να μάθετε περισσότερα για την πλοκή του και να βρείτε νέο gear. Κάθε φορά που φεύγετε από την πεπατημένη, το game σας επιβραβεύει με items, ενθαρρύνοντας σας να συνεχίσετε. Για όσους από εσάς η πλοκή είναι δευτερεύουσας σημασίας, η εξερεύνηση του περιβάλλοντος θα γίνει σύντομα κουραστική, κυρίως γιατί μπορείτε να φτιάξετε μόνοι σας τα καλύτερα όπλα από drops που αποκτάτε μετά τα boss fights. Παρότι το game ενθαρρύνει το exploration πέφτει σε μια μεγάλη παγίδα, μιας και δεν σας δίνει αρκετό νέο gear ή όπλα για εξερευνήσετε το περιβάλλον στα τελικά στάδια του.
Στα θετικά αξίζει να προστεθεί επίσης το ιδιαίτερο σύστημα των traits, το οποίο παραμένει απολαυστικό μέχρι τέλους μιας και όλες οι αναβαθμίσεις που κάνετε έχουν άμεσο αντίκτυπο στο playstyle σας. Στην αρχή ξεκινάτε με μόλις 2 traits αλλά όταν σκοτώνετε bosses, προστίθενται κι άλλα στην συλλογή σας φτάνοντας τα 32 συνολικά. Η ευχάριστη προσθήκη των modifications για τα όπλα σας, προσθέτει επιπλέον βάθος και ποικιλία αφού μπορείτε να προσαρμοστείτε σε κάθε περίσταση και να δοκιμάσετε νέες μεθόδους για να αφανίσετε τους εχθρούς σας. Ο συνδυασμός των παραπάνω σας δίνει την ευχέρεια να πειραματιστείτε σε διαφορετικά playthrough μέχρι να βρείτε κάτι που σας ταιριάζει πραγματικά, παρέχοντας σας παράλληλα κίνητρο να ανακαλύψετε όλα τα διαθέσιμα bosses.
Ενδιαφέρουσα επιλογή αποτελεί και η απόφαση της Gunfire Games να χρησιμοποιήσει randomly generated environments. Αυτό σημαίνει ότι όσο προχωράτε, το περιβάλλον διαμορφώνεται με βάση έναν ειδικό αλγόριθμο και κάθε playthrough είναι εντελώς διαφορετικό από το προηγούμενο. Συνεπώς, τα boss fights είναι διαφορετικά σε μετέπειτα playthrough, ενώ την πρώτη φορά που θα ολοκληρώσετε το game –στις 14 με 18 ώρες– είναι σίγουρο ότι δεν θα έχετε δει όλο το content που έχει να προσφέρει. Ωστόσο, εάν επιθυμείτε να διατηρήσετε όλη την πρόοδο σας και να μην δημιουργήσετε νέο χαρακτήρα μπορείτε να κάνετε re-roll στον κόσμο σας όσες φορές θέλετε και να ξεκινήσετε με ένα διαφορετικό layout. Τέλος, με το που κερδίσετε την τελική μάχη θα έχετε την δυνατότητα να ανακτήσετε όλα τα trait points σας και να δοκιμάσετε ένα εντελώς καινούργιο build.
Εν αντιθέσει με παρόμοια Soulsborne, το δημιούργημα της Gunfire Games προσανατολίζεται περισσότερο προς το co-op gameplay. Εκτός από το παραδοσιακό singleplayer έχετε την δυνατότητα να παίξετε με φίλους ή αγνώστους προκειμένου να κάνετε ευκολότερο το έργο σας. Έτσι, μπορείτε να δημιουργήσετε μια πανίσχυρη ομάδα κρούσης τριών ατόμων και να απολαύσετε το περιβάλλον χωρίς να αντιμετωπίσετε ιδιαίτερες δυσκολίες. Αν και το multiplayer παραμένει διασκεδαστικό, σας στερεί την πρόκληση που σας προσφέρει το singleplayer, καθώς οι αλλαγές που πραγματοποιεί από άποψη gameplay ή δυσκολίας είναι αμυδρές.
Αξίζει να σημειωθεί ότι πραγματοποιήθηκαν αρκετές αλλαγές όσον αφορά το multiplayer πριν λίγο καιρό με ένα patch να σας επιτρέπει να παίξετε μόνο με συμπαίκτες που είναι +-3 επίπεδα από εσάς, αυξάνοντας έτσι τον παράγοντα της δυσκολίας. Μια ακόμα ευπρόσδεκτη προσθήκη είναι και η δυνατότητα να επικοινωνείτε μαζί τους συνεργάτες σας μέσω push to talk, κάτι που αποτελεί σημαντική βελτίωση μιας και το Remnant: From the Ashes δεν διαθέτει chat ή pings. Η Gunfire Games φαίνεται να εκτιμά την άποψη του κοινού και να πραγματοποιεί ουσιαστικές αλλαγές με βάση τις απαιτήσεις του community. Αυτό το γεγονός είναι κάτι ιδιαίτερα θετικό αφού δεν αποκλείεται να δούμε στο μέλλον περισσότερες αλλαγές που μπορούν να βελτιώσουν κατά πολύ το game.
Αν και η πρώτη ώρα του gameplay δεν διαφέρει ιδιαίτερα από όσα έχουμε δει στα trailers, όλα αλλάζουν με το που καταφέρετε να φύγετε από τη Γη. Οι άλλοι κόσμοι που καλείστε να εξερευνήσετε διαφέρουν τρομακτικά μεταξύ τους και ανά μερικές ώρες σας δίνουν την αίσθηση ότι παίζετε ένα διαφορετικό game. Αυτές οι εναλλαγές σε συνδυασμό με τα καλοσχεδιασμένα, παρότι randomly generated, περιβάλλοντα εγγυόνται ότι θα σας τραβήξουν την προσοχή και θα διατηρήσουν αμείωτο το ενδιαφέρον σας. Επιπλέον, οι λάτρεις του Sci-Fi είναι δεδομένο ότι θα εκστασιαστούν με τον σχεδιασμό, αφού όλοι οι κόσμοι θυμίζουν έντονα γνωστές ταινίες ή σειρές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο πρώτος κόσμος που θα επισκεφθείτε μετά τη Γη, ο οποίος αποτελεί ένα κράμα του Mad Max και του The Fifth Element μιας και συνδυάζει άψογα ένα άγονο, έρημο τοπίο με εξωγήινη τεχνολογία και φουτουριστικούς μηχανισμούς. Επιπλέον, ο τρόπος που μεταφέρεστε από κόσμο σε κόσμο μέσω του Labyrinth ξυπνά μνήμες από το πολυβραβευμένο Stargate, ενώ οι βάλτοι του τρίτου κόσμου θα σας κάνουν να πιστεύετε ότι ανά πάσα στιγμή μπορεί να πεθάνετε από έναν Predator που σας περιμένει στην γωνία. Τέτοιοι συνειρμοί μπορεί να φαίνονται υπερβολικοί, ωστόσο το Remnant: From the Ashes καταφέρνει με έναν μαγικό τρόπο να σας κάνει να αισθάνεστε οικεία από το πρώτο κιόλας λεπτό που θα πέσει στα χέρια σας, χαρίζοντας σας απλόχερα αρκετές αναφορές σε έργα του παρελθόντος.
Η Gunfire Games επέλεξε συνειδητά να μην αξιοποιήσει στο έπακρο την Unreal Engine, χωρίς όμως αυτό να είναι κάτι αρνητικό. Μπορεί το artstyle να φαντάζει απλοϊκό και να παραπέμπει σε κόμικ, ωστόσο παραμένει ευχάριστο ακόμη και ύστερα από αρκετές ώρες gameplay. Επιπλέον, αυτό καθιστά τον τίτλο διαχρονικό ενώ τα έντονα χρώματα του ρουχισμού σας έρχονται σε αντίθεση με τα, κατά κύριο λόγο, μουντά περιβάλλοντα. Ο φωτισμός είναι ικανοποιητικός και ειδικά στους κλειστούς χώρους προσδίδει μια απειλητική ατμόσφαιρα. Όμως, όσο προχωράτε θα αντιληφθείτε ότι όλο το αίσθημα της ανασφάλειας που νιώθατε στην αρχή έχει εξαφανιστεί. Όχι επειδή αναβαθμίσατε το gear σας ή επειδή μπορείτε να εξαφανίζετε ορδές αντιπάλων με χαρακτηριστική άνεση και ευκολία, αλλά επειδή το τελευταίο κομμάτι του game φαίνεται λιγότερο προσεγμένο από τα προηγούμενα. Οι περισσότεροι κόσμοι είναι καλοσχεδιασμένοι και το γεγονός ότι η Gunfire Games προσέθεσε αρκετά easter eggs για τους παρατηρητικούς σημαίνει ότι έδωσε έμφαση στην λεπτομέρεια, ενώ τα textures του κυμαίνονται σε πολύ καλά επίπεδα. Δυστυχώς όμως δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο και για τους χαρακτήρες, αφού μερικοί όπως ο Reggie και η Ace είναι καλοσχεδιασμένοι, ενώ άλλοι όπως ο Wallace και ο Riggs θα σας κάνουν να πιστεύετε ότι οι developers απλά πάτησαν το κουμπί randomise και τους πέταξαν μέσα στο game.
Όπως και σε όλες τις προηγούμενες κατηγορίες, το Remnant: From the Ashes κινείται σε μέτρια επίπεδα καθώς πέφτει για ακόμη μια φορά σε αρκετές παγίδες. Στο πρώτο μισό, ο ήχος παίζει τεράστιο ρόλο, καθώς σας δημιουργεί την αίσθηση ότι κάτι παραμονεύει τις σκιές και στα κλειστοφοβικά περιβάλλοντα στα οποία κινείστε. Ειδικότερα, όταν καλείστε να εξερευνήσετε τις υπόγειες στοές και τους υπονόμους που είναι γεμάτοι από τέρατα ο ήχος όχι μόνο προσδίδει πολλά στην ατμόσφαιρα αλλά παράλληλα σας επιτρέπει να εντοπίζετε και τους εχθρούς –και κυρίως τα mini bosses– που κινούνται κατά πάνω σας, δίνοντας σας έτσι μια εξαιρετική ευκαιρία να αποδεχτείτε τον επικείμενο θάνατο σας. Ωστόσο, όταν τα περιβάλλοντα γίνονται πιο ανοιχτά, ο ήχος περιορίζεται κυρίως σε πυροβολισμούς και πολεμικές ιαχές. Στα θετικά όμως συγκαταλέγεται και το γεγονός ότι κάθε ένα από τα όπλα ακούγεται εντελώς διαφορετικά χαρίζοντας έτσι μια ευχάριστη ποικιλία στο gameplay σας.
Στα αρνητικά σημεία του ήχου συμπεριλαμβάνεται και το παγερά αδιάφορο soundtrack. Αν και το gameplay σας προετοιμάζει για κάτι γρήγορο ή τουλάχιστον ατμοσφαιρικό, τόσο τα battle όσο και τα boss themes σας δίνουν την αίσθηση ότι είναι ξεκάθαρες αντιγραφές από τη σειρά Dark Souls. Στα μελανά σημεία του ήχου συγκαταλέγεται και το voice acting. Αν και υπάρχουν αρκετοί voice actors που κάνουν εξαιρετική δουλειά, ορισμένοι χαρακτήρες, όπως ο Walace και η Navun, ακούγονται ξύλινοι και χωρίς συναίσθημα, κάτι που λειτουργεί σε τεράστιο βαθμό εις βάρος του συνολικού immersion. Σαν να μην έφτανε αυτό, το lipsync του game είναι χείριστο με αποτέλεσμα εν έτει 2019 να έχουμε χαρακτήρες που θυμίζουν μεξικάνικες σαπουνόπερες των 90’s.
Το Remntant: From the Ashes είναι ένα εξαιρετικά φιλόδοξο εγχείρημα από πλευράς Gunfire Games. Δυστυχώς όμως επικεντρώνεται στο να κάνει σωστά πάρα πολλά πράγματα και στην πορεία "χάνει τη μπάλα". Η εταιρεία που μας έφερε το Darksiders 3 κατάφερε να δημιουργήσει ένα game που φαίνεται οικείο, όμως με κάποιον μαγικό τρόπο καταφέρνει να πρωτοτυπήσει. Το gameplay είναι πρωτόγνωρο για τα δεδομένα των Soulsborne και προσθέτει έναν γρήγορο ρυθμό που δεν έχουμε συνηθίσει σε προηγούμενους παρόμοιους τίτλους. Η ιστορία δεν είναι ιδιαίτερη και αν δεν έχετε σκοπό να επενδύσετε χρόνο σε αυτή θα σας φανεί αδιάφορη. Ωστόσο, αν είστε fans του Sci-Fi ή λατρεύετε τις pop-cult αναφορές, τότε αναμφίβολά θα υπάρξουν στιγμές θα σας ενθουσιάσουν.
Είναι ένα game που θα απολαύσετε πολύ περισσότερο με την παρέα σας παρά μόνοι. Η τιμή του στα 39,99 € το κάνει αρκετά προσιτό και το γεγονός ότι χρειάζεστε τουλάχιστον δύο playthroughs για να δείτε όλο το content, του δίνει μεγάλη αντοχή στον χρόνο. Ωστόσο, πρέπει να έχετε κατά νου ότι σε περίπτωση που θελήσετε να παίξετε μόνοι σας θα χρειαστείτε Ιώβεια υπομονή. Πολλές φορές μπορεί να αισθανθείτε ότι όλα είναι εναντίον σας, ότι ο παράγοντας τύχη είναι πολύ πιο σημαντικός απ’ ότι θα έπρεπε και γενικά ότι το game δεν σας αφήνει να το απολαύσετε. Καλώς η κακώς, το Remnant: From the Ashes θα σας αφήσει μια γλυκόπικρη επίγευση. Μετά το τέλος του θα αισθανθείτε ότι κάτι λείπει, ότι κάτι θα μπορούσε να γίνει καλύτερα και να έχετε στα χέρια σας κάτι πραγματικά εξαιρετικό.
Αρνητικά:
- Χείριστο lipsync
- Προβλέψιμη πλοκή
- Αδιάφορα boss fights
- Υπεράριθμοι εχθροί
- Σας ανακόπτει την πρόοδο χωρίς προφανή λόγο
Βαθμολογία
Γραφικά: 7,5
Ήχος: 6
Gameplay: 8
Σενάριο: 5
Αντοχή: 8,5
Γενικά: 7,6
Ένα άρτιο game που μπορεί να αποτελέσει βήμα για τη δημιουργία κάτι πραγματικά σπουδαίου.
Γιώργος Βασιλικάρης
Comments