By Professor_Severus_Snape on Friday, 23 September 2016
Category: GameWorld

Warcraft Adventures: Οι περιπέτειες του Thrall όπως δεν τις έχουμε ξαναδεί

Warcraft: Ένα όνομα-πραγματικός θρύλος, ο οποίος έχει δημιουργήσει μια τεράστια παράδοση όντας από τους πλέον αναγνωρίσιμους στο χώρο της gaming βιομηχανίας. Είναι πολύ μεγάλο ρίσκο να επιχειρήσει κάποιος να αναφερθεί στην ιστορία που φέρει το πασίγνωστο franchise, καθώς είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα παραλείψει πολλά πράγματα. Το σίγουρο είναι πως η σειρά παιχνιδιών της Blizzard είναι μεταξύ των πλέον συνεπών και διαχρονικών που έχει να επιδείξει ο κόσμος των videogames. 22 ολόκληρα χρόνια από την πρώτη κυκλοφορία, το Warcraft: Orcs & Humans, η παραγωγή τίτλων κορυφαίας -σε γενικές γραμμές- ποιότητας δεν έχει σταματήσει ποτέ, με βαθμολογίες που υπερβαίνουν στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων το 8.5/10 και πολλές φορές το 9/10.

Οι παλαιότεροι θυμούνται σίγουρα τα δύο πρώτα παιχνίδια Warcraft, τα οποία ήταν RTS και κυκλοφόρησαν το μακρινό 1994 και 1995 αντίστοιχα στην Αμερική, και τον επόμενο χρόνο καθ’ έκαστο στην Ευρώπη. Τα expansions αποτελούν ίδιον χαρακτηριστικό της σειράς, η οποία βεβαίως είχε ήδη αποκτήσει πολύ μεγάλο και φανατικό κοινό στη χαραυγή της νέας χιλιετίας με την κυκλοφορία του Warcraft III: Reign of Chaos το 2002, και της επέκτασής του με τίτλο Warcraft III: The Frozen Throne τον 2003, τα οποία συνέχισαν την ιστορία με ένα παιχνίδι που χαρακτηρίστηκε επικό από όλους όσοι ασχολήθηκαν μαζί του. Η κατάσταση ωστόσο ξέφυγε στα τέλη του 2004-αρχές του 2005, όταν το Warcraft αποχωρίστηκε διά παντός(;) το genre των RTS αποκτώντας πρωτοφανή παγκόσμια απήχηση· κυκλοφορώντας ως World of Warcraft ήταν πλέον ένα αυθεντικό MMORPG κι έτσι επρόκειτο να συνεχίζει μέχρι σήμερα. Πριν από μόλις τρεις εβδομάδες, άλλωστε, κυκλοφόρησε το έκτο expansion του -απλούστερα πασίγνωστου ως- WoW, το Legion.

Εν προκειμένω δε θα μιλήσουμε για το απόσταγμα του lore στον κόσμο του Warcraft, συνεπώς ένας στοιχειώδης άξονας γνώσεων επ’ αυτού θα θεωρηθεί δεδομένος για τις ανάγκες του κειμένου. Μετά τα μέσα της δεκαετίας του ΄90, η Blizzard είχε ανακοινώσει ένα παιχνίδι το οποίο σκόπευε αρχικά να διαθέσει στην αγορά το 1997. Δεν επρόκειτο ακριβώς για spin-off, παρότι επιχειρούσε σ’ ένα εντελώς διαφορετικό genre σε σχέση με τα δύο παιχνίδια στρατηγικής που είχαν κυκλοφορήσει μέχρι τότε. Ήταν ένα κλασικό 2D adventure της εποχής, το οποίο θα έδινε συνέχεια στην ιστορία μετά τα γεγονότα του Warcraft II και του Δευτέρου Πολέμου εστιάζοντας στον Thrall (σκλάβος), γιο του δολοφονημένου Durodan τον οποίον είδαμε να πρωταγωνιστεί φέτος στην παρθενική ταινία Warcraft.

Ο πλήρης τίτλος του συγκεκριμένου παιχνιδιού ήταν Warcraft Adventures: Lord of the Clans, ωστόσο τελικά δεν κυκλοφόρησε ποτέ, διότι θεωρήθηκε ότι δεν πληροί τα ποιοτικά στάνταρ της Blizzard. Αντ’ αυτού, αρκετά στοιχεία της ιστορίας του ενσωματώθηκαν και αναπτύχθηκαν διεξοδικότερα μέσα από το Warcraft III, το οποίο κυκλοφόρησε οκτώ ολόκληρα χρόνια μετά τον προκάτοχό του. Επιπροσθέτως, ήδη το 2001 είχε διατεθεί στην αγορά η ομώνυμη νουβέλα του ακυρωθέντος τίτλου με την υπογραφή του Christie Golden, ευρύτερα γνωστού για τις νουβέλες του από τον κόσμο του Star Trek, του Star Wars, αλλά και περισσότερες από τον κόσμο του Warcraft. Επί της ουσίας, η ιστορία του Thrall καθιερώθηκε στη συνείδηση των φίλων της σειράς μέσα από το βιβλίο αυτό αλλά και το Warcraft III, ωστόσο η πρωταρχική και εν πολλοίς ακατέργαστη μορφή της αποτέλεσε τον πυρήνα του παιχνιδιού το οποίο τελικά δε γνώρισε σχεδόν κανείς.

Για καλή μας τύχη, ωστόσο, πριν από λίγες μόλις μέρες ο τίτλος αυτός διέρρευσε μέσω ενός Ρώσου χρήστη, πιθανότατα κάποιου developer της ρωσικής Animation Magic, θυγατρικής ομώνυμης αμερικανικής εταιρίας η οποία δούλευε επάνω στο project, με αποτέλεσμα να μπορούν να το δοκιμάσουν όσοι ενδιαφέρονται, ακόμη κι αν δεν ολοκληρώθηκε στο ακέραιο. Επειδή αυτό το στυλ των παιχνιδιών μου αρέσει ιδιαίτερα, ενώ, αντίθετα, δεν παίζω MMORPG, το Warcraft Adventures απετέλεσε μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για τη γνωριμία μου με το γενικότερο setting του κόσμου του, έστω και μ’ αυτόν τον ανορθόδοξο τρόπο, συγκεντρώνοντας ευρύτερες πληροφορίες. Όπως διαπίστωσα, πρόκειται για ένα παιχνίδι το οποίο είναι σχεδόν πλήρες, απολύτως όσον αφορά την ιστορία που θέλει να διηγηθεί, ενώ οι ατέλειες εντοπίζονται κατά βάση στον τεχνικό τομέα.

Υπάρχουν κάποια λιγοστά σημεία όπου απουσιάζει ο ήχος, κυρίως στο εισαγωγικό animated video αλλά και κάποια στιγμή προς το τέλος. Αντίστοιχα video παρεμβάλλονται σε αρκετές φάσεις του παιχνιδιού και τα γραφικά τους παραπέμπουν 100% σε κινούμενα σχέδια που προβάλλονταν στην τηλεόραση τη δεκαετία του ΄90, τύπου Ρομπέν των Δασών ή Spiderman, για τους παλαιότερους. Σε λιγοστές περιπτώσεις προκύπτουν glitches στον ήχο ή στα γραφικά, τα τελευταία αποκλειστικά στα προαναφερθέντα video. Το voice acting είναι πλήρως ηχογραφημένο, ενώ η ποιότητα του ήχου είναι παραπλήσια των περί ων ο λόγος κινουμένων σχεδίων. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ανάλυση των γραφικών του παιχνιδιού είναι μόλις… 640Χ480(!) και χωρίς τη δυνατότητα αναπροσαρμογής, αλλά με expand σε πλήρη οθόνη χωρίς πάντως να δημιουργείται πρόβλημα. Σε μια-δυο περιπτώσεις, επίσης, δίνεται η αίσθηση ότι απουσιάζουν μεταβατικά video.

Δεν είναι τυχαίο πάντως ότι οι περισσότεροι ηθοποιοί που δάνεισαν τις φωνές τους είναι σχετικά γνωστοί. Στον πρωταγωνιστικό ρόλο συναντάμε τον Clancy Brown, ο οποίος στην πρόσφατη ταινία Warcraft το έπραξε για το ρόλο του Blackhand, επιστρέφοντας στον κόσμο του Warcraft 18 ολόκληρα χρόνια αργότερα! Ακόμη πιο οικείος είναι ο Peter Cullen, ο οποίος από το 2007 έχει αναλάβει σε αποκλειστικότητα τις ατάκες του Optimus Prime στις ταινίες Transformers του Michael Bay και ό,τι σχετικό videogame έχει κυκλοφορήσει έκτοτε. Συμμετέχει επίσης ο Tony Jay, ο οποίος το 1996, λίγο καιρό πριν από την ανάπτυξη του παιχνιδιού, είχε δανείσει τη φωνή του στον δικαστή Frollo της σπουδαίας ταινίας της Disney «Η Παναγία των Παρισίων», μεταξύ πολλών άλλων ρόλων του σε cartoons και videogames μέχρι το θάνατό του το 2006.

Η κυκλοφορία του Warcraft Adventures πήρε παράταση ενός έτους, έως το 1998, όταν τελικά ακυρώθηκε οριστικά θεωρούμενο ξεπερασμένο και υστερούν έναντι του ανταγωνισμού, ιδίως με τη LucasArts. Η τελευταία το 1997 είχε κυκλοφορήσει το εξαιρετικό The Curse of Monkey Island, τρίτο παιχνίδι της σχετικής σειράς, ενώ τον αμέσως επόμενο χρόνο παρέδωσε σκυτάλη στο πρωτοπόρο τρισδιάστατο Grim Fandango. Το ακυρωθέν παιχνίδι της Blizzard επεδίωξε να διηγηθεί την ιστορία του Thrall, γιου του Durotan, αρχηγού της Orc φατρίας Frostwolf πριν από τα γεγονότα του Πρώτου Πολέμου, μέχρι τη στιγμή που ανέλαβε ο ίδιος το ρόλο που η μοίρα του είχε ορίσει. Σύμφωνα με την υπόθεση, ο Thrall είναι νεογέννητος όταν οι γονείς του πέφτουν σε ενέδρα και δολοφονούνται. Ο ίδιος συλλαμβάνεται και αιχμαλωτίζεται από τον υπολοχαγό Aedelas Blackmoore, άνθρωπο και απόλυτο κυρίαρχο του κάστρου Durnholde. Μεγαλώνει ως σκλάβος, εξ ου και το όνομα (Thrall) που του δίνει ο δυνάστης του, και ανατρέφεται ως Orc πολεμιστής, αλλά με όλη την ανθρώπινη πονηριά και γνώσεις τακτικής στη μάχη. Την κρίσιμη στιγμή, ωστόσο, και καθώς η φύση του διαμορφώνει τη συνείδησή του, δειλιάζει να σκοτώσει έναν συγκρατούμενο Orc, με αποτέλεσμα ο Blackmoore να καταδικάσει τον ίδιο στην εσχάτη των ποινών.

Όλα αυτά τα βλέπουμε στο εισαγωγικό βίντεο, το οποίο είναι προσβάσιμο μάλιστα από το κεντρικό μενού του παιχνιδιού! Η περιπέτεια ξεκινά με τον Thrall να καλείται να δραπετεύσει από το κλουβί της φυλακής. Στην πορεία θα αναζητήσει περισσότερους της φυλής του αλλά και στοιχεία για την ταυτότητά του, ενώ αργότερα ο δρόμος θα τον φέρει στο σημείο απ’ όπου ξεκίνησε, όντας πλέον κάθε άλλο παρά σκλάβος. Αυτά είναι ευρύτερα γνωστά στοιχεία από το lore του Warcraft, μολονότι οι περιπέτειες του Thrall, όπως παρουσιάζονται στο εν λόγω ατελές παιχνίδι, βρίσκονται σε πρώιμη και ακατέργαστη μορφή. Αργότερα προστέθηκαν πολλά νέα στοιχεία, αναδιαμορφώθηκαν κάποια από τα ήδη υπάρχοντα και η ιστορία εμβάθυνε πολύ περισσότερο.

Εντούτοις, ο τίτλος παρουσιάζει αρκετό ενδιαφέρον, αποπνέοντας τη όμορφη retro αισθητική των adventures της εποχής εκείνης, διαθέτοντας αρκετό χιούμορ και ένα σεβαστό αριθμό γρίφων προς επίλυση. Πιστεύω ότι η διάρκειά του στο πρώτο playthrough αγγίζει σχεδόν σίγουρα τις πέντε ώρες, ενώ αν κολλήσει κάποιος σε μερικά σημεία τότε μπορεί να αυξηθεί σημαντικά. Προσωπικά χρειάστηκα υπερδιπλάσιο χρόνο γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, αν και σε δεύτερο πέρασμα το φινάλε μπορεί να έρθει ακόμη και κοντά στο τρίωρο. Κάποιοι γρίφοι είναι αρκετά πιο δύσκολοι από άλλους, οι οποίοι μοιάζουν αυτονόητοι εφόσον έχεις συγκεντρώσει τα απαραίτητα αντικείμενα. Το αρνητικό είναι ότι απαιτείται αρκετό backtracking μεταξύ των περιοχών του παιχνιδιού, καθώς δεν είναι και μεγάλες, ενώ γίνονται διαθέσιμες σταδιακά και ανέρχονται συνολικά σε επτά προσβάσιμες, πλέον  του Durnholde Keep.

Καταλήγοντας, το Warcraft Adventures: Lord of the Clans είναι ένα παιχνίδι που μπορεί εύκολα να κατανοήσει κάποιος τους λόγους για τους οποίους δεν κυκλοφόρησε. Πράγματι, παρότι θα παιζόταν και τότε, όπως και τώρα, ιδιαιτέρως ευχάριστα, εντούτοις δύσκολα θα μπορούσε να σταθεί δίπλα σε αριστουργήματα της κατηγορίας του και, κυρίως, θα αδυνατούσε να συνεχίσει μετά το Warcraft II διατηρώντας το ίδιο κορυφαίο επίπεδο, έστω και σ’ ένα εντελώς διαφορετικό genre. Παρά ταύτα, για τους φανατικούς του franchise ή κάποιον που θέλει να κάνει κάποια δειλά βήματα στον κόσμο του αναζητώντας μια αφορμή, αυτό το ακυκλοφόρητο παιχνίδι μπορεί να αποτελέσει μια πολύ καλή ευκαιρία, όπως συνέβη για τον υπογράφοντα. Τα δύο πρώτα Warcraft είναι -καλώς ή κακώς- πολύ παλιά πλέον, παρότι αυτά, τα ίδια ξεκινούν την ιστορία. Επιπλέον, προσωπικά δεν προτίθεμαι να ξεκινήσω να ασχολούμαι με MMORPG. Επειδή όμως το όλο setting δε με αφήνει πλέον αδιάφορο, είναι σίγουρο ότι στο μέλλον θα «ξεκοκκαλίσω» το RTS Warcraft III και το expansion που το συνοδεύει.

Leave Comments