Το 2016 έχει εξελιχθεί για μένα σε μια χρονιά που έχω ξεσκιστεί να παίζω 2D puzzle ή action platform games. Σε παλαιότερο κείμενο τα συνόψισα αναφέροντας όλους τους τίτλους που έχουν περάσει απ’ τα χέρια μου. Νιώθω ότι βρίσκομαι σ’ ένα σημείο που ό,τι εισαγωγή μπορούσε να γίνει γύρω από αυτό το genre παιχνιδιών και τις -ως επί το πλείστον- indie δημιουργίες, έχει γίνει με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο και σε κάθε παραλλαγή. Μολονότι ασχολούμαι μόνο με όσα μου κεντρίζουν το ενδιαφέρον και μπορεί να τα εντοπίσω κάποια στιγμή ακόμη και τυχαία, υπάρχουν κάποια λίγα τα οποία βρίσκονται εξ αρχής στην προσωπική μου wishlist και στοχεύω σ’ αυτά.
Τέτοια games είναι τα Ori and the Blind Forest, Unravel, η τριλογία Assassin’s Creed: Chronicles και εσχάτως το Inside. Με ενδιαφέρει και το Batman: Arkham Origins Blackgate, αλλά προηγούνται τα τρία πρώτα Batman: Arkham. Στην ίδια λίστα βρισκόταν για πολλούς μήνες ένα ακόμη παιχνίδι, το οποίο μου έκανε το «κλικ» για τη γνώριμη μεν, σταθερά αγαπητή αισθητική του δε. Ο λόγος για το Toby: The Secret Mine, το οποίο κυκλοφόρησε προ έντεκα μηνών. Είναι γνωστό ότι το υπέροχο Limbo του 2010 ενέπνευσε πολλούς indie developers και το Toby απετέλεσε έναν τέτοιο καρπό. Δημιουργήθηκε από τον Lukas Navratil, ενώ συνεργάστηκαν ακόμη μόλις τρεις άνθρωποι στις κατηγορίες Art και Additional Design καθώς και για την απλή, αλλά όμορφη μουσική που επενδύει ηχητικά το game. Ο developer μάλιστα αποδίδει τα credits για την έμπνευση τόσο στο Limbo όσο και στο Badland. Πράγματι, το ύφος του Toby αντλεί αρκετά στοιχεία κι απ’ τα δύο, ενώ προσωπικά εντόπισα ορισμένα και από το πολύ καλό, Nihilumbra. Οπτικά το παιχνίδι περιλαμβάνει επίπεδα τόσο σε ασπρόμαυρη όσο και σε έντονη χρωματική παλέτα παραπέμποντας ξεκάθαρα στα ανωτέρω games.
Όπως συμβαίνει συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις, το σενάριο είναι από υποτυπώδες έως ανύπαρκτο και προκύπτει μέσα από την ίδια την εικόνα. Πρωταγωνιστής είναι ένα μικρό κατάμαυρο πλασματάκι με δυο άσπρες κουκίδες για μάτια και δυο μικρά κέρατα στο κεφάλι, σα διαβολάκι. Καθ’ όλη τη διάρκεια προσπαθεί να φτάσει ένα μεγαλύτερο διάβολο ο οποίος έχει αρπάξει έναν από τους φίλους του. Μάλιστα, όσο το παιχνίδι εξελίσσεται, ο ήρωας έχει τη δυνατότητα να ανακαλύπτει και να ελευθερώνει κι άλλους μικρούς φίλους του, 26 στο σύνολό τους. Αυτό που διαπίστωσα είναι το Toby είναι ένα ιδιαίτερα προσεγμένο παιχνίδι, με πολύ όμορφα και ατμοσφαιρικά γραφικά, αλλά κι ένα ευχάριστο gameplay.
Οι γρίφοι είναι αρκετοί τηρουμένων των αναλογιών, εντούτοις αρκετά απλοί πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, και υπόσχονται ένα χαλαρωτικό playthrough. Με ικανοποίησε επίσης η ποικιλία στο σχεδιασμό των επιπέδων, τα οποία ανέρχονται σε 21 στο σύνολό τους, ενώ προσφέρεται η δυνατότητα επανάληψης οποιουδήποτε μέσα από το χάρτη στο κεντρικό μενού του παιχνιδιού, κατά κύριο λόγο για το εντοπισμό όλων των μικρών φυλακισμένων. Ως συνήθως στα indies, η διάρκεια του τίτλου είναι το σημαντικότερο αρνητικό του, καθώς αρκούν περίπου 2,5 ώρες για να πέσουν οι τίτλοι τέλους, ενδεχομένως και δύο εάν κάποιος είναι πιο προσεκτικός και παρατηρητικός. Ωστόσο, αυτό που με αιφνιδίασε ευχάριστα είναι ότι υπάρχει η δυνατότητα για δύο διαφορετικά τέλη στην ιστορία, κάτι που είχα συναντήσει μόνο στο Mark of the Ninja και που σίγουρα δεν περίμενα εδώ. Τέλος, ο ήχος του παιχνιδιού κυμαίνεται σε πολύ καλά επίπεδα, ενώ ξεχωρίζουν τα περιβαλλοντικά εφέ.
Στον αντίποδα, όταν η συζήτηση έρχεται στο οικονομικό, τα 10 ευρώ της τιμής του Toby: The Secret Mine στο Steam πιστεύω ότι είναι απαγορευτικά για τις μόλις 2+ ώρες που διαρκεί το παιχνίδι. Με τα μισά χρήματα υπάρχει η Android έκδοση, ενώ ένα bundle είναι πάντοτε η πιο συμφέρουσα λύση στις περιπτώσεις αυτές, όπως τούτο που ήδη τρέχει στο Indiegala για τρεις εβδομάδες και συμπεριλαμβάνει το συγκεκριμένο τίτλο. Ως ένα καταληκτικό σχόλιο, έχω να παρατηρήσω ότι τα indie games αποτελούν μια διέξοδο στο χώρο της βιομηχανίας για όσους θέλουν να δοκιμάσουν τις γνώσεις τους ή να υλοποιήσουν το όραμά τους, κι αυτό είναι από μόνο του πολύ ενθαρρυντικό.
Στην άλλη όψη του νομίσματος βρίσκεται ο εύκολος δρόμος για εξοικονόμηση ορισμένων χρημάτων εφόσον το παιχνίδι έχει έστω και μερική απήχηση στο κοινό και το budget της ανάπτυξής του είναι μηδαμινό. Στο σημείο αυτό, ωστόσο, οι ισορροπίες γίνονται λεπτές καθώς εισάγεται ο παράγοντας ενός ποιοτικού αποτελέσματος, το οποίο θεωρητικά απαιτεί ο καταναλωτής (γιατί στην πράξη ο υπερκαταναλωτισμός φτάνει παντού), καθώς επίσης η συνολική αντοχή του προϊόντος στο χρόνο. Στο τελευταίο οι indie developers πάσχουν σε πολύ μεγάλο ποσοστό, ενώ οι υψηλές τιμές διάθεσης παιχνιδιών που διαρκούν από λιγότερο από δύο ώρες (π.χ. Beyond Eyes) έως 4-5, θα πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο προβληματισμού.