Ένα από τα αγαπημένα μου genre games είναι τα open world action – adventure τύπου GTA (όπως λέγαμε και πριν από λίγες μέρες), τα οποία έχω τιμήσει με το παραπάνω στο πέρασμα των χρόνων και ιδιαίτερα κατά τους τελευταίους 15 μήνες. Παιχνίδια τα οποία πέτυχαν να με κρατήσουν μέχρι την τελευταία στιγμή, ή άλλα που δεν κατάφεραν να ανταποκριθούν στις προσδοκίες μου, ακόμη κι όταν αυτές δεν ήταν υψηλές. Είναι γεγονός ότι όσο περισσότερο ασχολείται κάποιος με μια συγκεκριμένη κατηγορία (παιχνιδιών, ταινιών, μουσικής: οποιαδήποτε), τόσο πιο δύσκολο είναι να βρει κάτι διαφορετικό από όσα έχει ήδη συναντήσει, πόσο μάλλον να εντυπωσιαστεί. Παρά ταύτα, από την πρώτη στιγμή που ενημερώθηκα αναφορικά με το Sleeping Dogs, διαβάζοντας και τα σχετικά reviews του site, έκρινα ότι αυτός είναι σίγουρα ένας από τους τίτλους που πρέπει να του δώσω μια ευκαιρία.
Η προοπτική μιας ιστορίας η οποία εκτυλίσσεται στην Άπω Ανατολή μου κέντρισε αμέσως το ενδιαφέρον, καθώς μέχρι στιγμής σε κανένα άλλο παιχνίδι του είδους δε μου είχε δοθεί αυτή η δυνατότητα. Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων η δράση λαμβάνει χώρα σε κάποια εικονική πόλη των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται. Το στοίχημα εν προκειμένω, όπως και σε κάθε αντίστοιχη περίπτωση, ήταν ποια καινούρια στοιχεία θα μπορέσει να προσφέρει και να προσθέσει η δημιουργία της United Front Games και της Square Enix έναντι μιας πλειάδας τίτλων αυτού του είδους. Η ακολουθία της πεπατημένης μπορεί πάντοτε να προσφέρει έναν απλώς καλό τίτλο, όχι όμως και να ικανοποιήσει τους hardcore fans του genre που περιμένουν το κάτι παραπάνω.
Η ιστορία του Sleeping Dogs διαδραματίζεται στο Χονγκ Κονγκ, εκεί όπου μαίνεται ένας «ψυχρός» -ή και όχι τόσο- πόλεμος μεταξύ συμμοριών του οργανωμένου εγκλήματος. Η πόλη είναι χωρισμένη σε περιοχές ελεγχόμενες από διαφορετικές φατρίες, και τόσο οι «απρόσωπες» επιθέσεις σε εγκαταστάσεις και καταστήματα όσο και οι συγκρούσεις, που πολλές φορές είναι αιματηρές, αποτελούν σχεδόν καθημερινό φαινόμενο. Ο αγώνας για την επικράτηση είναι αέναος και μέχρι θανάτου, ενώ σε περιπτώσεις απώλειας οιασδήποτε μορφής, η εκδίκηση μπορεί να θεωρείται δεδομένη και πληρώνεται με το ίδιο νόμισμα. Το πλαίσιο του παιχνιδιού είναι εμπνευσμένο από πραγματικά γεγονότα και συμμορίες οι οποίες λυμαίνονται το νοτιοανατολικό άκρο της Κίνας και όχι μόνο. Μάλιστα, δύο εξ αυτών είναι εκ των βασικών στο Sleeping Dogs, ο λόγος για τις Sun On Yee και 18K (στην πραγματικότητα, Sun Yee On και 14K).
Μέσα στο ζοφερό αυτό πλαίσιο τοποθετείται ο Wei Shen, ο πρωταγωνιστής του παιχνιδιού, αναλαμβάνοντας τον πιο επικίνδυνο ρόλο που θα μπορούσε. Όντας μυστικός αστυνομικός, αφιχθείς στην πόλη μετά από χρόνια υπηρεσίας στο Σαν Φρανσίσκο των Η.Π.Α., αλλά γνωρίζοντας τα μυστικά της περιοχής έχοντας μεγαλώσει στο Χονγκ Κονγκ, επιχειρεί να διεισδύσει στα άδυτα της φατρίας Sun On Yee με στόχο να την καταστρέψει εκ των έσω. Σ’ αυτή τη διαδρομή θα πρέπει να βρει τον τρόπο να ισορροπήσει -πολύ επικίνδυνα, ομολογουμένως- μεταξύ των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει, αφενός έναντι του Σώματος στο οποίο υπηρετεί, αφετέρου ενώπιον της «οικογένειας» στην οποία θέλει να ενταχθεί κερδίζοντας σταδιακά την εμπιστοσύνη των μελών της μέσα από εγκληματικές δραστηριότητες. Προσωπικά διλήμματα, συναισθήματα και εφιάλτες, όλα περιπλέκονται και συνδέονται με εξαιρετικό τρόπο προκαλώντας αφόρητη πίεση στον Wei, οφείλοντας να τα διαχειριστεί το σύνολό τους. Το σενάριο είναι αρκετά ενδιαφέρον, μολονότι δεν καταφέρνει να πρωτοτυπήσει, καθώς διηγείται μια υπόθεση, παραλλαγές της οποίας μπορεί να συναντήσει κάποιος σε πολλές περιπτώσεις και όχι μόνο στα games. Εν τούτοις, εκτυλίσσεται ομαλά, αν και σε κάποιες περιπτώσεις θα ήταν προς όφελός του κάποιες περισσότερες πληροφορίες για εισαγόμενους χαρακτήρες στην πορεία του παιχνιδιού.
Το σημείο στο οποίο το Sleeping Dogs καταφέρνει να κάνει τη διαφορά έναντι άλλων τίτλων του είδους αφορά το σύστημα μάχης και πιο συγκεκριμένα τις melee επιθέσεις και άμυνες, οι οποίες είναι βγαλμένες από fighting games όπως το Tekken, κυρίως ανατολίτικες μάχες σώμα με σώμα, τύπου kung-fu, και άλλες Mixed Martial Arts. Το παιχνίδι βασίζει πάρα πολλά στο συγκεκριμένο τομέα, ο οποίος είναι ένας από τους πλέον προσεγμένους, με ειδικό skill tree όπου ξεκλειδώνονται νέες κινήσεις τις οποίες διδάσκεται ο Wei στο σχετικό γυμναστήριο εφόσον ανακαλύψει Jade Statues. Ο ήρωας μπορεί να πραγματοποιήσει λαβές που θα ζήλευαν πρωταθλητές του είδους και να ξυλοφορτώσει εχθρούς με μπουνιές και κλωτσιές, αλλά πάντοτε με εκπληκτική τεχνική και τον κατάλληλο συνδυασμό κουμπιών, που συνήθως δεν είναι περισσότερα από δύο για κάθε επίθεση. Τα quick time events αφθονούν, καθώς ο gamer πρέπει να πατά το αντίστοιχο κουμπί κάθε φορά που ο εχθρός φωτίζεται από ένα κόκκινο περίγραμμα, ούτως ώστε να ανακόψει την επίθεσή του, που μπορεί σε διαφορετική περίπτωση να του προκαλέσει αρκετό damage. Έναν παραπλήσιο μηχανισμό έμελλε να συναντήσουμε δύο χρόνια αργότερα, το 2014, στο Ryse: Son of Rome, τουλάχιστον στα χαμηλότερα επίπεδα δυσκολίας.
Οι εχθροί ξέρουν κι αυτοί από πολεμικές τέχνες, συνεπώς απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή και αντανακλαστικά, όπως και σωστή απόκριση στα QTE όταν καταφέρνουν να σε ακινητοποιήσουν. Επιπροσθέτως, πρέπει να τονιστεί ότι το παιχνίδι έχει έντονα splatter στοιχεία, καθώς ο Wei μπορεί να αποτελειώσει τους εχθρούς του εκμεταλλευόμενος αντικείμενα του περιβάλλοντος (διαφορετικά, υπάρχουν οι τοίχοι και τα πατώματα), όπως ένα ανεβασμένο στόρι, έναν ανεμιστήρα εξαγωγής αέρα, καρφιά στα πλακάκια, κρεμασμένα τεράστια αγκίστρια και όχι μόνο! Το αποτέλεσμα σε όλες αυτές τις περιπτώσεις είναι πέρα για πέρα εντυπωσιακό αλλά και ανατριχιαστικό, καθώς οι υπόλοιποι εχθροί στιγμιαία θα σκεπάσουν ακόμη και το κεφάλι τους, σοκαρισμένοι! Είναι προφανές ότι οι developers έδωσαν μέγιστη προσοχή στις melee μάχες, διότι αυτές είναι που δίδονται ως επί το πλείστον. Είναι χαρακτηριστικό ότι, προσωπικά, στις 46 φορές που σκοτώθηκα, οι 31 ήταν σε μάχες σώμα με σώμα και μόλις οι 14 από πυρά!
Σε αντίθεση με τα προαναφερθέντα, το gunplay του παιχνιδιού δεν αποδεικνύεται όσο στιβαρό θα μπορούσε, τουναντίον, μοιάζει να μην έχει δοθεί η δέουσα βαρύτητα. Ο Wei δύναται να αποκτήσει πρόσβαση σε πιστόλια, rifles και shotguns κατά βάση από τα πτώματα των εχθρών του, ενώ είναι σχεδόν απίθανο να σκοτωθεί εφόσον έχει κάλυψη. Το Sleeping Dogs εν προκειμένω ενσωματώνει ένα χαρακτηριστικό το οποίο εισήγαγε για πρώτη φορά στα games το Max Payne. Πιο συγκεκριμένα, βγαίνοντας ο Wei θεαματικά πάνω από τον πάγκο που καλύπτεται -επί παραδείγματι- και στοχεύοντας με το όπλο, έχει τη δυνατότητα να μπει προσωρινά σε καθεστώς… slow motion, με αποτέλεσμα να μπορεί να αποτελειώσει με λιγότερες σφαίρες περισσότερους εχθρούς. Αυτό το στοιχείο είναι αναμφίβολα πολύ εντυπωσιακό και μάλιστα παρατηρείται και κατά την οδήγηση, όπου η αργή κίνηση κάνει και πάλι την εμφάνισή της όταν ο ήρωας είναι έτοιμος να ανοίξει πυρ.
Δύο ακόμη στοιχεία τα οποία έχει δανειστεί το παιχνίδι από αλλού, και πιο συγκεκριμένα από το άσημο Wheelman, με πρωταγωνιστή τον Vin Diesel, είναι η δυνατότητα ηθελημένης σύγκρουσης με το εχθρικό όχημα, είτε προς τα εμπρός είτε στο πλάι, και το hijack των αυτοκινήτων (αργότερα το είδαμε και στο Just Cause 2). Ο Wei μπορεί να κλέψει ένα προπορευόμενο όχημα πραγματοποιώντας από το δικό του ένα εξωπραγματικό άλμα, όπως συνέβαινε και στο προαναφερθέν game, με τη μόνη διαφορά ότι ο ίδιος δε μπορεί να στρίψει το τιμόνι τη στιγμή που είναι έτοιμος για… απογείωση, ενώ κάποιες φορές μπορεί να χρειαστεί να ισορροπήσει στο πλάι μέχρι να φτάσει στη θέση του οδηγού. Συνεπώς, όπως αντιλαμβάνεται ο καθένας, το παιχνίδι είναι γενικότερα θεαματικό και ιδιαιτέρως διασκεδαστικό στο σύνολό του. Οι δεξιότητες του Wei αναπτύσσονται σταδιακά όσο ολοκληρώνει αποστολές για την αστυνομία ή τη φατρία στην οποία έχει ενταχθεί, και βεβαίως αναλόγου τύπου side missions στα πλαίσια της εκάστοτε κατηγορίας. Μ’ αυτόν τον τρόπο βελτιώνει το επίπεδό του σε καθεμία, ξεκλειδώνοντας κινήσεις και ικανότητες από τα έτερα skill trees (cop και triad), με το καρέ να συμπληρώνει το… στυλιστικό face skill tree. Οι επιλογές είναι αμέτρητες και οι δυνατότητες αντίστοιχες.
Υπάρχει πληθώρα δευτερευουσών αποστολών που υπόσχονται να κρατήσουν τους ενδιαφερόμενους για πολλές ώρες ακόμα μετά την ολοκλήρωση της κεντρικής ιστορίας, η διάρκεια της οποίας κυμαίνεται περί τις 13. Στο δικό μου playthrough χρειάστηκα κάτι λιγότερο από 15 ώρες για να δω τα credits, προλαβαίνοντας να παίξω 13/21 διαθέσιμα races (για ένα χρειάστηκα σχεδόν μία ώρα) τόσο με πρωτοκλασάτα αυτοκίνητα όσο και μηχανές. Σ’ αυτό το διάστημα συμπεριλαμβάνονται κάποιες λιγοστές ακόμη side missions, για εμπειρικούς λόγους κυρίως, καθώς επίσης και το Zodiac Tournament, το δεύτερο story-based DLC που συμπεριλαμβάνεται στη Definitve Edition με την οποία ασχολήθηκα, και μάλιστα η πρόσβαση δίνεται εντός του παιχνιδιού και όχι από το κεντρικό μενού. Πρόκειται για ένα κεφάλαιο εμπνευσμένο από την ταινία «Enter the Dragon» (1973), με πρωταγωνιστή τον Bruce Lee. Εν προκειμένω, ο Wei μεταβαίνει σ’ ένα νησί και παίρνει μέρος σ’ ένα τουρνουά μεταξύ των καλύτερων πολεμιστών της Κίνας, από το οποίο μόνο ένας μπορεί να βγει νικητής… και ζωντανός! Παρότι το κεντρικό campaign δεν είναι μεγάλο για τα δεδομένα αυτού του είδους παιχνιδιών, η πληθώρα προαιρετικών αποστολών, οι συλλογές των διαφόρων collectables και οι λοιπές δραστηριότητες (φαγητό, karaoke, mini-games, cockfights(!) κ.ά.) υπόσχονται τουλάχιστον να διπλασιάσουν τη διάρκειά του.
Από εκεί και πέρα, υπάρχουν περισσότερα από 75 οχήματα για τη μετάβαση από το ένα σημείο της πόλης στο άλλο, από -συμβατικά έως πανάκριβα- αυτοκίνητα και μηχανές -τα οποία μάλιστα αποτελούν σχεδόν πιστά αντίγραφα των πραγματικών μοντέλων- μέχρι λεωφορεία και watercrafts. Η έκταση του χάρτη, χωρίς να είναι η μεγαλύτερη που υπάρχει, είναι σίγουρα ικανοποιητική. Στον τομέα των γραφικών έχει γίνει πολύ καλή δουλειά στο σχεδιασμό των χαρακτήρων και των οχημάτων, ενώ την παράσταση κλέβει η αληθοφάνεια του νερού που συγκεντρώνεται στην άσφαλτο ελέω των συχνών βροχοπτώσεων. Το voice acting είναι αψεγάδιαστο στο σύνολό του και πέρα για πέρα πειστικό. Τη φωνή του στον Wei Shen δανείζει ο Will Yun Lee, τον οποίο έχουμε συναντήσει σε μικρότερους ρόλους στις ταινίες Wolverine (2013), Die Another Day (2002) και Total Recall (2012), ενώ από το υπόλοιπο cast ξεχωρίζει σίγουρα ο Tom Wilkinson ως Superintendent Thomas Pendrew.
Παρά ταύτα, το lip sync του παιχνιδιού είναι από τα χειρότερα που έχω συναντήσει τον τελευταίο καιρό. Στον ήχο, δε μπορώ να μη σημειώσω ότι το ραδιοφωνικό πρόγραμμα των σταθμών ήταν πολύ κακό και δεν κατόρθωσα να βρω τίποτα που να υποφέρεται για αρκετή ώρα, ενώ το χειρότερο ήταν η απουσία επιλογής προσθήκης μουσικής σε κάποιον φάκελο του παιχνιδιού, όπως συμβαίνει στα Grand Theft Auto. Ανεξαρτήτως των αδυναμιών του, όμως, το Sleeping Dogs αποδείχθηκε ένας πολύ καλός τίτλος, με απολαυστικότατο σύστημα melee μάχης και ενδιαφέρουσα υπόθεση που, παρά τη σχετικά σύντομη διάρκειά της και την έλλειψη ιδιαίτερης πρωτοτυπίας, δικαίωσε τις ώρες που του αφιέρωσα.