By Professor_Severus_Snape on Monday, 14 September 2015
Category: GameWorld

Πρώτη φορά… Assassin’s Greed!

Δεν είναι λίγοι αυτοί που ισχυρίζονται ότι τα τελευταία χρόνια η Ubisoft έχει ανακαλύψει την κότα με τα χρυσά αυγά όσον αφορά το franchise του Assassin’s Creed, και εξακολουθεί να κυκλοφορεί τίτλους με το κιλό, με συχνότητα μεγαλύτερη του ενός ανά έτος. Έχοντας παίξει όσους υπήρξαν έως τις αρχές του 2014, πιστεύω ότι κάτι τέτοιο δεν ευσταθεί, διότι κάθε παιχνίδι μέχρι εκείνο το σημείο είχε να προσθέσει αρκετά πράγματα κάθε φορά, που είτε βελτίωναν είτε διαφοροποιούσαν τη σειρά και στα οποία έχω αναφερθεί αναλυτικά σε προηγούμενα blogs. Εκείνο το χρονικό σημείο, όμως, η εταιρία αποφάσισε να διαθέσει στην αγορά την -θεωρητικά- HD έκδοση του Assassin’s Creed III: Liberation, το οποίο είχε κυκλοφορήσει στα τέλη του 2012 αποκλειστικά στο PS Vita.

Ήταν το πρώτο και τελευταίο παιχνίδι της σειράς που κυκλοφόρησε στη συγκεκριμένη κονσόλα και κρίνοντας από το αποτέλεσμα, δε θα πρέπει να αναρωτηθεί κάποιος το λόγο. Παρά ταύτα, οι πολύ καλές πωλήσεις του, όπως διαβάζουμε στο σχετικό review του site, ώθησαν τη Ubisoft να μεταφέρει τον τίτλο στις μεγάλες κονσόλες (PS3, Xbox 360) και τα PC. Θεωρώ ότι αν δε μιλούσαμε για τους κανόνες της αγοράς, οι οποίοι ρυθμίζουν τα πάντα, τότε θα επρόκειτο για καθαρή… απληστία, καθώς το Liberation απείχε παρασάγγας από την υπόλοιπη σειρά σε όλους τους τομείς, μηδενός εξαιρουμένου. Σεβαστό το γεγονός ότι διατέθηκε νωρίτερα σε μια φορητή κονσόλα, ωστόσο δεν υπήρχε κανείς ουσιαστικός λόγος να μεταφερθεί, ειδικά με τον τρόπο που συνέβη.

Ακόμη κι αν υποθέταμε ότι ο τεχνικός τομέας θα δουλευόταν από την αρχή, προκειμένου να συμβαδίζει με τα νέα στάνταρ, η ιστορία του παιχνιδιού είχε τρομερά προβλήματα συνοχής, τα οποία και παρέμειναν. Αναλαμβάνοντας το ρόλο της Aveline de Grandpré, αισθάνθηκα στη σύντομη διάρκεια του παιχνιδιού (που δεν υπερβαίνει τις οκτώ ώρες αν ασχοληθεί κάποιος μόνο με την κεντρική υπόθεση) ότι έκανα σκόρπιες αποστολές οι οποίες πάσχιζαν να ταιριάξουν στοιχειωδώς μεταξύ τους, προσπάθεια η οποία πλαισιωνόταν από μια μικρή παράγραφο στο ξεκίνημα κάθε sequence ούτως ώστε να μειώνονται κάπως οι απορίες και να συμπληρώνονται τα κενά! Πρόκειται για μια νεαρή Γαλλίδα αφρικανικής καταγωγής, η μητέρα της οποίας εξαφανίζεται στην προπαιδική της ηλικία και η ίδια μεγαλώνοντας γίνεται Assassin, χωρίς να ξέρουμε πώς και γιατί, και ψάχνει αφενός να βρει τη μητέρα της, αφετέρου να βοηθήσει τους σκλάβους της περιοχής της.

Το παιχνίδι εκτυλίσσεται στην αποικιακή Αμερική από το 1765 έως το 1777, ενώ κάθε στιγμή διαπιστώνεται η πολύ χαμηλή ποιότητά του ακόμη και μεμονωμένα, πόσο μάλλον σε σύγκριση με τα υπόλοιπα της σειράς. Είχα σε μόνιμη βάση την αίσθηση ότι παίζω ένα μέτριο game του 2005, με story που κάθε τόσο σε κάνει να αναρωτιέσαι «what the fuck?» και σε απομακρύνει σε κάθε περίπτωση, σε ένα κόσμο που… προσπαθείς να τον κάνεις κτήμα σου, αλλά αυτός σε απωθεί πεισματικά. Ο οπτικός τομέας αποδεικνύεται τραγικός κάνοντας το HD στην ονομασία του τίτλου να μοιάζει με φύκια που πλασάρονται για μεταξωτές κορδέλες, με τραγικό φωτισμό σε όλες τις περιπτώσεις, όπου, ακόμη και όντας μέρα, πολλές φορές δε φαίνεται τίποτα και αναγκάζεσαι να ενεργοποιήσεις το eagle vision μόνο γι’ αυτό το λόγο(!), με σχεδιασμό χαρακτήρων και περιβάλλοντος που υστερεί σαφώς έναντι του -κατά έξι και πλέον χρόνια προγενέστερου- πρώτου Assassin’s Creed. Ο ήχος κινείται σε ανάλογα επίπεδα υστερώντας περισσότερο απ’ όλα στο voice acting το οποίο δεν καταφέρνει να πείσει ποτέ, ενώ η δυσκαμψία στην κίνηση του χαρακτήρα της κατά τα άλλα συμπαθούς και όμορφης Aveline θυμίζει Harry Potter and the Philosopher's Stone (2001).

Η αποκαρδιωτική εικόνα του παιχνιδιού ολοκληρώνεται με την τραγική AI, όπου πολλές φορές θα βρεθείς μπροστά στον εχθρό και δε θα σε αντιληφθεί, με αποκορύφωμα τις στιγμές που εσύ θα είσαι πάνω στη σκεπή, αυτός θα σε κοιτάζει ακριβώς από κάτω, αλλά δε θα γίνεσαι detected! Στα θετικά ήταν η δυνατότητα χρησιμοποίησης διαφορετικών εμφανίσεων της ηρωίδας (lady, assassin, slave) με τα αντίστοιχα χαρακτηριστικά τους για την καλύτερη προσέγγιση ορισμένων αποστολών, και μια ευχάριστη έκπληξη – συνάντηση στην πορεία του παιχνιδιού. Καταλήγοντας, είναι προφανές ότι για το Assassin’s Creed: Liberation HD θα έπρεπε να επικρατήσει παραφρασμένο το ρητό «what happens on PS Vita, stays on PS Vita». Πριν από αυτό είχα ασχοληθεί με το Black Flag, συνεπώς η κριτική άνευ στρογγυλοποίησης των -πολλών- γωνιών προέκυψε μάλλον εύλογα. Ανεξαρτήτως αυτού, η διάθεση του παιχνιδιού στα PC και τις κονσόλες έβδομης γενιάς ήταν τουλάχιστον ατυχής.

Leave Comments