Όταν στις 14 Απριλίου 1980 οι Iron Maiden κυκλοφορούσαν το ομώνυμο παρθενικό τους άλμπουμ, λίγοι μπορούσαν να φανταστούν την πορεία που θα διέγραφαν τα επόμενα χρόνια, εξελισσόμενοι σε μια μπάντα-παγκόσμιο φαινόμενο. Το 2015 συμπλήρωσαν 35 χρόνια παρουσίας στα studios κυκλοφορώντας το 16ο άλμπουμ, το οποίο μάλιστα είναι το πρώτο διπλό στην ιστορία τους, και σύμφωνα με πολλούς καταφέρνει να κοιτάξει «στα μάτια» τα μεγαθήρια του παρελθόντος, αν όχι να τα ξεπεράσει. Τα πρώτα βήματα του δημοφιλούς συγκροτήματος έγιναν στα τέλη της δεκαετίας του ΄70, μέλλοντας να αποτελέσει τελικά έναν από τους κυριότερους εκφραστές του New Wave of British Heavy Metal εκείνης της εποχής.
Δεν είναι εύκολο να συμπτυχθούν σε λίγες γραμμές τα στοιχεία που κάνουν τους Iron Maiden να ξεχωρίζουν από άλλες μπάντες. Παραβλέποντας αυτήν την επιπολαιότητα, μπορεί κάποιος να επισημάνει τον επαγγελματισμό με τον οποίο προσεγγίζουν τη μουσική τους και τη συνέπεια απέναντι σε εκατομμύρια fans ανά τον κόσμο. Παράγοντες οι οποίοι αποκλείουν οιονδήποτε εφησυχασμό και συνεπάγονται καλλιτεχνικές ανησυχίες σε μόνιμη βάση, αναζήτηση νέων μουσικών οριζόντων και προκλήσεων, και πάνω απ’ όλα διάθεση και μεράκι γι’ αυτό που κάνουν. Αυτή είναι και η μαγεία τους: ότι τέσσερις δεκαετίες μετά το πρώτο άλμπουμ, εξακολουθούν όχι απλώς να κυκλοφορούν νέες δουλειές, αλλά να δημιουργούν καινούρια μουσική εξελίσσοντας τον ήχο τους και ελαχιστοποιώντας τις επαναλήψεις, οι οποίες θα μπορούσαν να τους αυτοπεριορίσουν ποιοτικά.
Κάτι τέτοιο φαντάζει αδιανόητο υπό τον αρχηγό της μπάντας και έναν από τους καλύτερους μπασίστες -σίγουρα τον πληρέστερο- όλων των εποχών, τον εμβληματικό Steve Harris, η αυστηρότητα του οποίου στο τελικό παραγόμενο έχει οδηγήσει σε καταλυτικές ενέργειες, κομβικής σημασίας τομές για την πορεία του συγκροτήματος στο πέρασμα των χρόνων. Από το 1975, όταν οι Iron Maiden έκαναν τα πρώτα δειλά τους βήματα με αρκετές προσθαφαιρέσεις μελών, μέχρι την αποχώρηση του Paul Di’ Anno το 1981, μετά από τα δύο πρώτα άλμπουμ, η μπάντα κατάφερε να μπει στις ράγες μιας πορείας πέρα από κάθε φαντασία. Το τρίτο CD - που λέγεται ότι είναι αυτό το οποίο δείχνει εν πολλοίς πόσο μπορεί να προχωρήσει ένα συγκρότημα- ακολούθησε το Killers σαρώνοντας το 1982, στην πρώτη συμμετοχή του Bruce Dickinson στα φωνητικά. Το Number of the Beast κατάφερε να ανέλθει στο No. 1 των βρετανικών charts, περιλαμβάνοντας ορισμένα από τα πλέον κλασικά κομμάτια της μπάντας, όπως φυσικά το ομώνυμο τραγούδι και τα Hallowed Be Thy Name, Children of the Damned και Run to the Hills.
Οι Iron Maiden δοκιμάστηκαν και δοκίμασαν πολλά και διαφορετικά πράγματα από άλμπουμ σε άλμπουμ, έχοντας επικές στιγμές και τραγούδια που άφησαν εποχή, αλλά και πιο δύσκολες περιόδους. Η σημαντικότερη ήταν αναμφίβολα η στιγμή που ο Dickinson αποχώρησε το 1994, για να επιστρέψει πέντε χρόνια αργότερα. Η επιλογή του Blaze Bayley στη θέση του ήταν μάλλον ατυχής, παρότι στα δύο άλμπουμ που κυκλοφόρησαν το 1995 και 1998 ταίριαζε απόλυτα, στο X Factor και το Virtual XI, τα οποία είχαν ένα σκοτεινότερο ύφος. Το range της φωνής του Blaze δε μπορούσε σε καμία περίπτωση να προσεγγίσει του Bruce, κάτι που φαινόταν άσχημα στα live. Η επιστροφή του τελευταίου, όπως και του κιθαρίστα Adrian Smith το 1999, ο οποίος είχε αποχωρήσει από το 1990, πέρασε τους Maiden στη νέα χιλιετία και τη νεότερη εποχή τους. Έκτοτε η μπάντα απαρτίζεται από έξι μέλη και τρεις ηλεκτρικές κιθάρες, καθώς ο Janick Gers παρέμεινε πλαισιώνοντας τον Dave Murray, έχοντας αντικαταστήσει τον Smith στο παρελθόν.
Κι αν κάποιοι πίστευαν ότι το συγκρότημα έδωσε ό,τι είχε να δώσει, η κυκλοφορία του The Book of Souls ήρθε για να τους διαψεύσει με εκκωφαντικό τρόπο. Ειδικά για το άλμπουμ αυτό δυσκολεύομαι να είμαι αντικειμενικός, καθώς έχω λατρέψει κάθε ένα από τα έντεκα τραγούδια του, αλλά και πάλι δε μπορεί να μην αναφερθεί κάποιος στο ομώνυμο τραγούδι, καθώς επίσης τα The Red and the Black και Tears of the Clown (στη μνήμη του Robin Williams). Αλλά δεν είναι μόνο αυτά: Δύο από τα κορυφαία κομμάτια της τελευταίας δουλειάς των Maiden φέρουν ανεξίτηλη και αποκλειστικά τη σφραγίδα του Dickinson. Πρόκειται βεβαίως για τα If Eternity Should Fail και Empire of the Clouds. Τα λόγια ωχριούν όσον αφορά το τελευταίο, το απίστευτο 18λεπτο έπος που συνέθεσε ο Bruce για το αεροπορικό δυστύχημα του αερόπλοιου R101 το 1929. Ένα τραγούδι που κάνει το μνημειώδες Rime of the Ancient Mariner του Harris από τον δίσκο Powerslave (1984) να υποκλίνεται μπροστά του.
Αυτό είναι και το σημείο-κλειδί της μπάντας. Πέρα από τη μουσική που παράγει εδώ και σχεδόν 40 χρόνια, οι Iron Maiden διακρίνονται διαχρονικά για τον εκπληκτικό στίχο τους και τη θεματολογία από την οποία αντλούν έμπνευση, η οποία κυμαίνεται σ’ ένα τεράστιο εύρος, από Παγκοσμίους -και άλλους- Πολέμους, μέχρι αρχαίους πολιτισμούς (π.χ. Αίγυπτος, Mayas), πολεμάρχους, μυθολογία, ιστορικές μάχες και γεγονότα, νουβέλες, ποιήματα, ταινίες και άλλα πολλά. Το εντυπωσιακό στοιχείο είναι ότι η μπάντα καταφέρνει να έχει ένα εξίσου μεγάλο ηλικιακό εύρος οπαδών, κάτι που αποδεικνύει τη δημιουργία νέου κοινού μέσα από τις δουλειές των τελευταίων 15-20 χρόνων, πέραν των επιτυχιών της δεκαετίας του ΄80. Αυτή η συνεχής εγρήγορση των Iron Maiden και το γεγονός ότι πάντοτε έχουν και θέλουν να παρουσιάσουν κάτι καινούριο, τους ωθεί να ερμηνεύουν live τα μισά τραγούδια κάθε καινούριου άλμπουμ στις περιοδείες τους, αποδεικνύοντας ότι δεν αρκούνται στις κλασικές επιτυχίες του παρελθόντος.
Ο επαγγελματισμός και η συνέπειά τους, λοιπόν, είναι άμεσα αισθητός σε όσους αγαπούν τους Maiden, όπως και ο υπογράφων. Συνεπώς, η είδηση της επικείμενης κυκλοφορίας ενός παιχνιδιού στα κινητά τηλέφωνα με πρωταγωνιστή τον Eddie, τη θρυλική μασκότ του συγκροτήματος, δε θα μπορούσε παρά να μου κεντρίσει αμέσως το ενδιαφέρον, μολονότι σπανίως παίζω games στο κινητό. Πριν από 20 μέρες, στις 5 Ιουλίου, κυκλοφόρησε δωρεάν το Legacy of the Beast, με αποτέλεσμα να… καταστρέψω τον εαυτό μου έκτοτε, λιώνοντας για δεκάδες ώρες (σίγουρα περισσότερες από 40, ίσως και 50) σ’ ένα απολαυστικότατο όσο και εθιστικό RPG με όλη τη σημασία της λέξης.
Το σενάριο του παιχνιδιού προσφέρει κατά βάση το πλαίσιο για να αναδειχθεί το βάθος του gameplay όσον αφορά τη διαχείριση των μονάδων και πόρων που γίνονται διαθέσιμοι σταδιακά. Η υπόθεση είναι απλή, ωστόσο εμπλουτίζεται πανέμορφα σε όλη τη διάρκεια μέσα από στίχους τραγουδιών των Iron Maiden, οι οποίοι αξιοποιούνται σε στιχομυθίες μεταξύ των πρωταγωνιστών επί της οθόνης. Καθώς ο Eddie ταξιδεύει με ταχύτητα φωτός (Speed of Light, τραγούδι που συμπεριλαμβάνεται στο Book of Souls), η ψυχή του διαλύεται σε αμέτρητα κομμάτια (shards). Ο ίδιος ξυπνά σε τάφο με τη βοήθειας μιας Clairvoyant (από το ομώνυμο τραγούδι που συναντάμε στο υπέροχο Seventh Son of a Seventh Son άλμπουμ του 1988), η οποία θα τον συνοδεύσει στην περιπέτειά του.
Μαζί της θα κληθεί να δώσει μάχες και κυρίως να βρει απαντήσεις για το τι ακριβώς έχει συμβεί, όντας υποχρεωμένος να ταξιδέψει σε διαφορετικό χώρο και χρόνο κάθε φορά, προκειμένου να ανακτήσει όλα τα shards και να βρει τον υπαίτιο. Υπάρχουν τέσσερις διαθέσιμοι κόσμοι του παιχνιδιού, άπαντες εμπνευσμένοι από αντίστοιχα άλμπουμ της μπάντας. Πρόκειται για τα Ailing Kingdom (Brave New World), Kingdom of the Sands (Powerslave), Battlefield (A Matter of Life and Death (2006)) και Underworld (The Number of the Beast), ενώ προσεχώς θα γίνει διαθέσιμος ακόμη ένας, με την ονομασία Night City. Η ολοκλήρωση του τελευταίου θα αποφέρει ως έπαθλο τον κλασικό Eddie του εξωφύλλου του άλμπουμ Killers (1981). Βεβαίως το σύνολο του παιχνιδιού επενδύεται ηχητικά από τραγούδια των Iron Maiden που συμπεριλαμβάνονται στα προαναφερθέντα άλμπουμ καθώς και στο Piece of Mind (1983) όσον αφορά το Battlefield. Επιπλέον, στα μεταβατικά επίπεδα της ιστορίας ακούγεται μουσική από τα Book of Souls και The Final Frontier (2010), ενώ έχουν ενσωματωθεί και live εκτελέσεις τραγουδιών, οι οποίες δεν κυκλοφόρησαν ποτέ επισήμως.
Σε κάθε κόσμο ο Eddie θα συγκρουστεί με τους υπηρέτες και σκλάβους ή ακόμη και… εχθρούς του εχθρού(!), ενώ θα αποκτήσει και απρόσμενους φίλους, έστω και με λίγη… πειθώ. Οι μάχες είναι turn-based και πολλές σε αριθμό, απαιτώντας προσεκτική στρατηγική και διαφορετική προσέγγιση κάθε φορά, αναλόγως των εχθρών αλλά και του επιπέδου δυσκολίας, το οποίο αυξάνεται σταδιακά. Υπάρχουν τρία επίπεδα, normal, hard και madness, το καθένα εκ των οποίων ξεκλειδώνει μετά τον τερματισμό του κόσμου στο προηγούμενο, κάτι που μόνο εύκολη υπόθεση δεν είναι χωρίς… boost επί πληρωμή. Αντιθέτως, το παιχνίδι σταδιακά δυσκολεύει πολύ και απαιτεί grinding παίζοντας στα ίδια επίπεδα προκειμένου να αποκτήσεις το loot που θα σου επιτρέψει να δυναμώσεις τους χαρακτήρες σου για να προχωρήσεις αποτελεσματικά σε επόμενους κόσμους.
Βεβαίως τα προσφερόμενα «καλούδια» είναι περισσότερα και καλύτερα στην πορεία. Επιπλέον, η πρόκληση αυξάνεται σε κάθε μάχη μέσα από τα προαιρετικά objectives που προσφέρονται. Αυτά μπορεί να αφορούν την ολοκλήρωσή της σε συγκεκριμένο χρόνο ή με συγκεκριμένο τρόπο. Ενδεικτικά, να χρησιμοποιήσεις μόνο basic abilities ή συγκεκριμένο ελάχιστο αριθμό αυτών ή των power abilities, να σκοτώσεις κάποιον εχθρό με specials κ.λπ.. Ως επιβράβευση λαμβάνεις Ironites, πετράδια που μπορείς να μετατρέψεις σε χρυσό ώστε να τα αξιοποιήσεις σε αναβαθμίσεις είτε του εκάστοτε χαρακτήρα καθ’ αυτού είτε των talismans, με τα οποία τον ενισχύεις βελτιώνοντας τα attributes του. Πλην όμως, η ολοκλήρωση όλων των objectives αποτελεί προϋπόθεση για να ξεκλειδωθεί η Secret Location κάθε κόσμου, που δίνει πρόσβαση σε σπανιότερο και πλουσιότερο loot.
Όπως κάθε free to play game που περιλαμβάνει microtransactions, έτσι και στο Legacy of the Beast αυτά δείχνουν να αποτελούν μονόδρομο για όποιον θέλει να αποκτήσει όλους τους διαθέσιμους Eddie χαρακτήρες, οι οποίοι είναι εμπνευσμένοι από κάθε ένα cover των άλμπουμ των Iron Maiden και όχι μόνο. Προσωπικά έπαιξα με τέσσερις όλους κι όλους, συμπεριλαμβανομένου του «απλού», ο οποίος είναι διαθέσιμος εξ αρχής. Είχα επίσης τους «Run to the Hills Eddie», «Soldier Eddie» και «Wicker Man Eddie», τον οποίο πούλησα κατά λάθος αρκετά νωρίς, κάνοντας τη ζωή μου πολύ πιο δύσκολη, καθώς στερήθηκα μια πολύ καλή εναλλακτική απέναντι στους περισσότερους εχθρούς.
Πρέπει βεβαίως να τονιστεί ότι ο Eddie δεν πορεύεται μόνος του στη μάχη, αλλά έχει τη δυνατότητα να κάνει summon έως δύο Allies κάθε φορά, μεταξύ των πολλών που αποκτά ο παίκτης στην πορεία μέσω του loot από τις μάχες. Πρόκειται επί της ουσίας για εχθρούς που έχει αντιμετωπίσει και τους οποίους πλέον κάνει δικούς του, αναβαθμίζοντας τα στατιστικά τους κατά τον ίδιο τρόπο. Είναι σημαντικό ότι υπάρχει πληθώρα και ευφάνταστη γκάμα επιλογών, η οποία προκύπτει από τους διαφορετικούς εχθρούς σε κάθε κόσμο. Κάθε χαρακτήρας κυμαίνεται μεταξύ 1-5 αστεριών, με το level σε κάθε περίπτωση να ξεκινά από το ένα και να φτάνει κλιμακωτά σε 20-100, ανάλογα το αστέρι. Τα boss fights είναι αρκετά εντυπωσιακά και απαιτούν ακόμη μεγαλύτερη προσοχή σε επίπεδο επιλογής χαρακτήρων, abilities και talismans.
Για την ιστορία, τερμάτισα το παιχνίδι έχοντας φτάσει το προφίλ μου σε level 37 χωρίς microtransactions, ολοκληρώνοντας σε όλα τα επίπεδα δυσκολίας τα Ailing Kingdom (100%) και Kingdom of the Sands (100%, εκτός του madness), τα normal (100%) και hard του Battlefield και normal του Underworld, ενώ πλέον είμαι level 41 και συνεχίζω για το απόλυτο. Το παιχνίδι βγήκε με όλους τους Eddie στα τρία αστέρια και level 60, ενώ δύο από τους allies έφτασαν σε τέταρτο αστέρι. Πρόκειται για τους Angel of Pain -ο οποίος μου έτυχε από loot ως rare soul και τον έφτασα level 80- και Axis Soldier, τον οποίο αναβάθμισα περί το level 60.
Εν κατακλείδι, το Legacy of the Beast αποδεικνύεται ένα πολύ εθιστικό RPG, το οποίο εγγυημένα θα λατρέψουν όλοι οι fans των Iron Maiden παίζοντας με τον Eddie και απολαμβάνοντας αγαπημένα τραγούδια συγχρόνως. Εξυπακούεται ότι δεν απευθύνεται αποκλειστικά σ’ αυτούς, καθώς θα το εκτιμήσουν όλοι οι λάτρεις του συγκεκριμένου genre παιχνιδιών. Το σημαντικότερο είναι ότι έγινε καλή δουλειά από τους developers της Roadhouse Games, οι οποίοι έπλασαν μια απλή ιστορία μεν, προσθέτοντας όμως πάρα πολλά στοιχεία από τους στίχους των τραγουδιών του συγκροτήματος και δημιουργώντας έναν τίτλο με ωραία γραφικά, μεγάλη ποικιλία σε χαρακτήρες, abilities και talismans και εντυπωσιακά special attacks. Up the Irons!