Έχουν συμπληρωθεί 15 χρόνια από την πτώση του βασιλιά Αίρυς Β΄, του επονομαζομένου Τρελού, και της δυναστείας τον Ταργκάρυεν μετά από σχεδόν 300 χρόνια στο Γουέστερος. Η επανάσταση του Ρόμπερτ Μπαράθηον, γνωστού και ως Σφετεριστή, αποκατέστησε την Ειρήνη του Βασιλιά και επανέφερε σχετική ηρεμία στα επτά βασίλεια της χώρας, μετά τις πρακτικές του προκατόχου του, οι οποίες οδήγησαν στον αφανισμό του. Η ιστορία γράφεται από τους νικητές και όσοι από τους ηττημένους ήθελαν να ζήσουν, υποχρεώθηκαν να μετανοήσουν και να ορκιστούν υποταγή στο Στέμμα. Πλέον είναι ο Ρόμπερτ του Οίκου των Μπαράθηον, Πρώτος στη Σειρά του Ονόματός του, Βασιλιάς των Άνταλ και των Ρόυναρ και των Πρώτων Ανθρώπων, Κύριος των Επτά Βασιλείων και Υπερασπιστής της Επικράτειας.
Ως πολεμιστής μπορεί να υπήρξε ο φόβος και ο τρόμος των εχθρών του, αλλά ως βασιλιάς αποδεικνύεται εξίσου ρέμπελος και ράθυμος, προτιμώντας το κρασί και τις πόρνες από τη μέριμνα για μια σωστή διακυβέρνηση, σπέρνοντας μπάσταρδα σε οποιοδήποτε μέρος της χώρας κι αν βρίσκεται. Όλα αυτά εγείρουν την αποστροφή και απέχθεια της βασίλισσας Σέρσεϊ Λάννιστερ, ο πανίσχυρος Οίκος της οποίας με άρχοντα τον πατέρα της, Τάιγουιν Λάννιστερ, ήταν εκ των βασικοτέρων υποστηρικτών του Ρόμπερτ στην επανάσταση. Χέρι του Βασιλιά είναι ο μέντοράς του, Τζον Άρρυν, Άρχοντας του Έυρι, Υπερασπιστής της Κοιλάδας και Φύλακας της Ανατολής. Μέλος του μικρού συμβουλίου του Ρόμπερτ, είναι επιφορτισμένος σχεδόν με το σύνολο των υποχρεώσεων τις οποίες ο τελευταίος δεν αναλαμβάνει. Αυτά συμβαίνουν στο King’s Landing γύρω από τον εμβληματικό Σιδερένιο Θρόνο τον οποίο σφυρηλάτησε ο Αίγκον ο Κατακτητής, ο πρώτος βασιλιάς της δυναστείας των Ταργκάρυεν, με τα χίλια σπαθιά που του παρέδωσαν οι υποταγμένοι άρχοντες των έξι βασιλείων που ορκίστηκαν πίστη σ’ αυτόν.
Ένας πόλεμος αλλάζει πάντοτε τη ζωή όλων, χωρίς να κάνει διακρίσεις ανάμεσα σε άρχοντες και ευγενείς, υπηκόους και περιπλανώμενους. Όσοι είναι με το μέρος των νικητών, βγαίνουν πλούσια ωφελημένοι, ενώ οι υπόλοιποι βρίσκονται στο έλεος των πρώτων και καλούνται να πληρώσουν το τίμημα της απιστίας τους γνωρίζοντας σε κάθε περίπτωση την ταπείνωση. Το κοινό στοιχείο όλων είναι ότι καθένας έχει γευτεί την αίσθηση της απώλειας, μικρότερης ή μεγαλύτερης. Για κάποιους οι θεοί ήταν πιο επιεικείς, ενώ άλλοι έχασαν τα πάντα. Κι ενώ τα μεγάλα και τρανά αφορούν πάντοτε άρχοντες και βασιλείς, ο απλός λαός είναι εκείνος που βλέπει κάθε φορά το βιός του να καταστρέφεται ή να κατάσχεται για τις ανάγκες του πολέμου.
Πέρα, στο μακρινό Βορρά, σε μια περιοχή που μοιάζει ξεχασμένη από τους παλαιούς θεούς και άγνωστη στους νέους, υψώνεται το δυσθεώρητο Τείχος του Γουέστερος, το μεγαλύτερο και εντυπωσιακότερο θαύμα του κόσμου, κατασκευασμένο από πάγο, με ύψος μεγαλύτερο των 200 μέτρων, πάχος άνω των 90 και μήκος πλέον των 480 χιλιομέτρων, που εκτείνεται από το Ανατολικό Παρατηρητήριο προς τη θάλασσα και τον Κόλπο της Φώκιας μέχρι το Δυτικό Παρατηρητήριο στη Γέφυρα των Κρανίων. Είναι το σύνορο που προστατεύει τους υπηκόους των επτά βασιλείων από το Σκοτάδι. Η ιστορία έγινε θρύλος και ο θρύλος έγινε μύθος· γιατί κανείς δεν έχει δει εδώ και χιλιάδες χρόνια αυτούς που αποκαλούνται Λευκοί Περιπατητές ή πιο απλά «Οι Άλλοι», κι όσοι τους αντίκρισαν, δεν έζησαν για να το διηγηθούν. Η Νυχτερινή Φρουρά φυλάει το Τείχος και προφυλάσσει το βασίλειο απέχοντας από κάθε εσωτερική διαμάχη, πολέμους και συνομωσίες για το θρόνο. Αυτός ήταν πάντοτε ο ρόλος της κι αυτός θα εξακολουθήσει να είναι, παρά τις τεράστιες δυσκολίες που καλείται να αντιμετωπίσει.
Κατά μήκος του Τείχους είναι χτισμένα 19 κάστρα για την περιφρούρησή του, ωστόσο σήμερα μόλις τρία εξ αυτών είναι επανδρωμένα. Ελάχιστοι είναι εκείνοι που ζητούν να υπηρετήσουν στη Νυχτερινή Φρουρά, καθώς το κρύο είναι πολλές φορές ανυπόφορο, ενώ οι Αδερφοί που παίρνουν τους όρκους τους δεσμεύονται μέχρι θανάτου, αφήνοντας πίσω την προηγούμενη ζωή τους και ξεκινώντας μια καινούρια. Ωστόσο, η Φρουρά έχει κακή φήμη, καθώς το προσωπικό της αποτελείται σχεδόν αποκλειστικά από κακοποιούς, οι οποίοι μπορεί να είναι από απλοί κλέφτες έως δολοφόνοι και βιαστές, στους οποίους δίνεται μια ευκαιρία όχι να επανορθώσουν, αλλά να αποφύγουν το θάνατο και να προσφέρουν κάτι στο βασίλειο· ή τουλάχιστον έτσι λένε. Στο Τείχος μπορεί κάποιος να συναντήσει επίσης αντιρρησίες, απόκληρους και μπάσταρδους, οι οποίοι στην υπόλοιπη χώρα θα ήταν πάντοτε δακτυλοδεικτούμενοι. Αλλά στη Νυχτερινή Φρουρά τίποτα από όλα αυτά δεν έχει σημασία. Όλοι είναι ίσοι μεταξύ τους. Τα κάστρα στα οποία υπάρχει ακόμη ζωή είναι το Ανατολικό Παρατηρητήριο, διοικούμενο από τον Κόττερ Πάικ, ο Πύργος της Σκιάς υπό τον Σερ Ντένυς Μάλλιστερ, και το Μαύρο Κάστρο, υπό την ηγεσία του Άρχοντα Διοικητή της Νυχτερινής Φρουράς, Τζέορ Μόρμοντ.
Στο τελευταίο βρίσκεται ένας από τους καλύτερους Ανιχνευτές της Φρουράς στην υπηρεσία του γερο-Αρκούδου, που ακούει στο όνομα Mors Westword. Είναι μια σπάνια τύχη για τους υπερασπιστές του Τείχους, καθώς δεν είναι πολλοί αυτοί που έχουν στρατιωτική εμπειρία. Ο Mors ήταν ένας ικανότατος πολεμιστής κατέχοντας μάλιστα τον τίτλο του Ser μέχρι τη στιγμή που φόρεσε τα μαύρα πριν από 15 χρόνια. Πρόμαχος των Lannister, πολέμησε στην επανάσταση του Robert Baratheon και αμέσως μετά υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει την οικογένεια και τη γη του πληρώνοντας το τίμημα της επιλογής του· να δράσει με υπερηφάνεια και ηθική ακεραιότητα σ’ έναν κόσμο διχασμένο ανάμεσα σ’ αυτούς που διατάζουν κι εκείνους που υπακούν. Έκτοτε εξελίχθηκε σ’ έναν από τους ικανότερους άνδρες της Νυχτερινής Φρουράς εκπαιδεύοντας ενίοτε τους νεοσυλλέκτους και κυρίως αναλαμβάνοντας τις πλέον απαιτητικές και επικίνδυνες αποστολές, ακόμη και πέρα από το Τείχος, όπως υποδηλώνει ο τίτλος του Ανιχνευτή, ενώ το προσωνύμιο που έχει κερδίσει είναι «Butcher».
Εκεί που οι πλέον άμεσοι κίνδυνοι είναι το ακόμη εντονότερο κρύο, η έλλειψη τροφής και πρωτίστως οι αιφνίδιες επιθέσεις των διαφόρων φυλών Αγρίων (Wildlings) που κατοικούν στα εδάφη αυτά, οι οποίοι προτίμησαν εδώ και αιώνες να ζουν αυτόνομα, χωρίς να αναγνωρίζουν και να υποκλίνονται σε κανέναν άρχοντα. Οι βάρβαρες επιδρομές που πραγματοποιούν κατά καιρούς, είτε στην επικράτειά τους είτε ακόμη σκαρφαλώνοντας και περνώντας έτσι σε μικρές ομάδες το αχανές Τείχος, υποχρεώνουν τη Φρουρά να βρίσκεται σε μόνιμη επιφυλακή και εγρήγορση, έτοιμη να δράσει όταν ακουστούν δύο σαλπίσματα από τα πολεμικά κέρατα των Ορκισμένων Αδερφών. Άλλωστε αυτός είναι πλέον ο μοναδικός σκοπός της ζωής τους, ενώ όποιος προδώσει τους όρκους του και λιποτακτήσει για οποιονδήποτε λόγο, συλλαμβάνεται αργά ή γρήγορα και γίνεται κατά ένα κεφάλι κοντύτερος.
Σ’ αυτό ακριβώς το πλαίσιο τοποθετεί τον gamer το Game of Thrones, το ομώνυμο παιχνίδι του πρώτου βιβλίου του George Martin από τη σειρά «Το Τραγούδι της Φωτιάς και του Πάγου». Πρόκειται για ένα κλασικό RPG το οποίο κυκλοφόρησε το 2012 από την Cyanide Studio εισπράττοντας μετριότατες κριτικές στο σύνολό τους, οι οποίες τελικά με βρήκαν ξεκάθαρα αντίθετο. Καλώς ή κακώς, αυτή η προσπάθεια είναι μέχρι σήμερα ό,τι πιο αξιόλογο έχει παρουσιαστεί σε videogame γύρω από τον μυθικό κόσμο που έπλασε ο πολυβραβευμένος συγγραφέας. Ο Mors Westford είναι ο κλασικός σκληροτράχηλος και προσηλωμένος στο στόχο του ιππότης-στρατιώτης, που συναντούμε γενικότερα στα βιβλία. Έχει όμως μια ειδοποιό διαφορά: είναι Αλλόμορφος (Skinchanger)! Συγκεκριμένα, μπορεί να μπαίνει στο μυαλό του σκύλου του και να ελέγχει το σώμα του. Το σκληραγωγημένο τετράποδο αποτελεί επί μονίμου βάσεως πιστό φίλο αλλά και ένα φονικό εργαλείο. Πλην όμως, ο Mors δεν είναι ο μόνος πρωταγωνιστής του παιχνιδιού.
Στην επανάσταση του Robert Baratheon και τον πόλεμο που ακολούθησε, σκοτώθηκαν πολλοί και πολέμησαν ακόμη περισσότεροι. Ένας πολεμιστής από την πλευρά των νικητών ήταν και ο Ser Alester Sarwyck, επίσης πρόμαχος των Lannister, ο οποίος αμέσως μετά την κατάληξη του πολέμου και τη νίκη προτίμησε να αυτοεξοριστεί στις Ελεύθερες Πόλεις της Ανατολής, παρότι θα μπορούσε να γίνει στο μέλλον κύριος του Riverspring ως ο πρωτότοκος γιος του πατέρα του, Ser Raynald. Στην Ανατολή ασπάστηκε τη θρησκεία του R’hllor, του Κυρίου του Φωτός και της Φωτιάς, Θεού της Φλόγας και της Σκιάς, κι έγινε μάλιστα Κόκκινος Ιερέας στο ναό του Braavos, πέρα από τη Στενή Θάλασσα.
Καθώς όμως το πεπρωμένο φυγείν αδύνατο, μετά από 15 ολόκληρα χρόνια αποφασίζει να επιστρέψει στα πατρογονικά του εδάφη, πληροφορούμενος ότι ο πατέρας του έχει μόλις πεθάνει από άγνωστα αίτια, που ίσως σχετίζονται με δολοφονία, ενώ ο αδερφός του, Gawen, θεωρείται βασικός ύποπτος κι έχει εξαφανιστεί. Ο Ser Alester επανέρχεται έχοντας κάθε δικαίωμα να διεκδικήσει την κυριότητα του Riverspring, αν και θα έλεγε κάποιος ότι ήταν ο ίδιος που το απώλεσε με τη φυγή του. Στο κάστρο πλέον βρίσκεται η αδερφή του, Elyana, ενώ ο μπάσταρδος αδερφός του, Valarr Hill, έχει μεταβεί ανατολικά, στο King’s Landing, μπαίνοντας στην υπηρεσία της βασίλισσας.
Τόσο ο Mors όσο και ο Alester, οι δύο πρωταγωνιστές του παιχνιδιού, είναι fictional χαρακτήρες όπως και οι Οίκοι τους, αποκλειστικά δημιουργηθέντες για τον τίτλο της Cyanide, και δεν αναφέρονται κάπου στα βιβλία του Martin. Στον αντίποδα, όλο το υπόβαθρο των βιβλίων του τελευταίου έχει μεταφερθεί σε απόλυτο βαθμό και με απίστευτο τρόπο στο Game of Thrones RPG. Η πιστότητα των γεγονότων πέριξ της κεντρικής ιστορίας του τίτλου είναι αδύνατο να εννοηθεί από κάποιον που δεν έχει διαβάσει το πρώτο βιβλίο της σειράς. Το επίπεδο λεπτομέρειας κυριολεκτικά σοκάρει, διότι από τη μία αυτό που αντικρίζεις είναι ένα παιχνίδι του 2012 με απογοητευτικό τεχνικό τομέα όσον αφορά τα γραφικά, τα οποία θυμίζουν στην καλύτερη των περιπτώσεων παιχνίδι του 2005, κι από την άλλη μια ακρίβεια που συγκινεί κάθε λάτρη των βιβλίων, και δευτερευόντως της τηλεοπτικής σειράς.
Τα στοιχεία και οι πληροφορίες που μπορεί να συναντήσει κάποιος δε σταματούν να αιφνιδιάζουν ευχάριστα, από την πρώτη έως την τελευταία στιγμή. Ίντριγκες, συνομωσίες, μίση, πάθη, δολοπλοκίες, δολοφονίες, συμφέροντα μικρότερα ή μεγαλύτερα, ύπουλοι και καταχθόνιοι χαρακτήρες, άλλοι πιστοί και αφοσιωμένοι, οτιδήποτε έχει κάνει τα βιβλία τόσο αγαπητά, ενυπάρχει και διανθίζει το συγκεκριμένο RPG με υπέροχο τρόπο, που δε σε βάζει απλώς στην ατμόσφαιρα, αλλά σ’ αυτό καθ’ αυτό το Westeros! Μπορεί ο Martin να μην έγραψε ο ίδιος το σενάριο του παιχνιδιού, είχε όμως τη γενικότερη εποπτεία για την κατεύθυνσή του, ενώ σε πολλά σημεία προσέθεσε προσωπικές πινελιές, δηλώνοντας μάλιστα πολύ ευχαριστημένος για το τελικό αποτέλεσμα, όχι απλώς σε επίπεδο αυτοτελούς ιστορίας, αλλά και σε συνάρτηση με το βιβλίο του!
Κι όταν ο ίδιος ο συγγραφέας του πρωτοτύπου παραδέχεται κάτι τέτοιο, ο καθένας μπορεί να αντιληφθεί πλέον την ποιότητα του τελικού αποτελέσματος σ’ αυτόν τον τομέα. Ακόμη και ο τρόπος αφήγησης της ιστορίας είναι ο χαρακτηριστικός που έχουμε γνωρίσει, όντας 100%… Martin, και αποδεικνύει ότι έγινε τεράστια δουλειά κι εξονυχιστική ανάλυση του βιβλίου Game of Thrones, ούτως ώστε να επιτευχθεί η δέουσα εμβάθυνση. Ως ελάχιστο φόρο τιμής στο συγγραφέα, για το έργο του καθ’ αυτό αλλά και τη συμμετοχή στην ανάπτυξη του τίτλου, είναι η παρουσία του ως… NPC, με κάποιες πολύ ενδιαφέρουσες στιχομυθίες! Σε κάθε περίπτωση, η υπόθεση του παιχνιδιού είναι μακράν το δυνατότερο στοιχείο του.
Το σενάριο είναι απολύτως βέβαιο ότι θα συναρπάσει τους λάτρεις του μαγευτικού κόσμου του Martin, χωρίς να απευθύνεται αποκλειστικά σ’ αυτούς. Η ιστορία του παιχνιδιού είναι πραγματικά συγκλονιστική, βρίθει ανατροπών, διακλαδώσεων, συγκινήσεων, διλημμάτων και επιλογών, οι οποίες ενίοτε μπορεί να αποδειχθούν όχι απλώς καθοριστικές, αλλά μοιραίες. Σ’ αυτόν τον τομέα το Game of Thrones RPG σέβεται και με το παραπάνω τον εαυτό του. Τα γεγονότα του εκκινούν χρονικά από λίγους μήνες έως και κάποιες εβδομάδες πριν από όσα διαδραματίζονται στο πρώτο βιβλίο της σειράς «Το Τραγούδι της Φωτιάς και του Πάγου» και φτάνουν μέχρι την παράλληλη εξέλιξή τους, δίχως φυσικά να τα επηρεάζουν, αλλά όχι χωρίς να επηρεάζονται.
Πιο συγκεκριμένα, η αφήγηση, όπως προαναφέρθηκε, ταυτίζεται απολύτως με τον τρόπο του Martin, συνεπώς τα κεφάλαια μεταφέρουν τη δράση εναλλάξ από τον έναν πρωταγωνιστή στον άλλο. Η μεγάλη περιπέτεια αρχίζει στο επιβλητικό Τείχος, εκεί όπου ο Mors Westford έχει αναλάβει την καταδίωξη και σύλληψη ενός λιποτάκτη προκειμένου να τον επαναφέρει στο Μαύρο Κάστρο για τη θανατική του καταδίκη. Άμα τη επιστροφή του, ο Άρχοντας Διοικητής τον ενημερώνει ότι υπήρξε και δεύτερο κρούσμα, με άγνωστο να χτυπά νεοσύλλεκτο άνδρα της Φρουράς αφήνοντάς τον ημιθανή. Όμως οι πρώτες αυτές προκλήσεις δεν αποτελούν παρά μια μικρή παράγραφο στην υπόθεση που έχει να διηγηθεί το παιχνίδι.
Αντίστοιχα, οι περιπέτειες του Ser Allister αρχίζουν τέσσερις μήνες νωρίτερα, επιστρέφοντας στο Riverspring μετά από 15 χρόνια απουσίας, για να παρευρεθεί αμέσως στην κηδεία του πατέρα του. Πριν προλάβει καλά-καλά να συγκεντρώσει πληροφορίες για τα αίτια του θανάτου του αλλά και το πού μπορεί να βρίσκεται τώρα ο «φευγάτος» αδερφός του, Gawen, καλείται να αντιμετωπίσει την εξέγερση του λαού του για τις άθλιες συνθήκες διαβίωσής του. Σα να μη φτάνει αυτό, πληροφορείται από τον Maester Harwyn ότι η βασίλισσα, Cersei Lannister, έχει δώσει τη συγκατάθεσή της για μια άνομη σύζευξη μεταξύ της αδερφής του, Elyana, και του μπάσταρδου αδερφού τους, Valarr. Με τον τρόπο αυτό ο τελευταίος θα γίνει αυτομάτως Άρχοντας του Riverspring, κάτι που είναι αδιανόητο και ανεπίτρεπτο όχι μόνο για τον Alester αλλά και για οποιονδήποτε με κοινή λογική. Η διπλωματία και οι ελιγμοί, πέρα από τις εξαιρετικές ικανότητες στη μάχη, είναι από τα κύρια χαρακτηριστικά του νομίμου κληρονόμου του κάστρου, κι έτσι ο πρωτότοκος υιός του εκλιπόντος θα πρέπει να επιστρατεύσει όλα του τα προτερήματα προκειμένου να ανταποκριθεί σε όλα τα ανοικτά ζητήματα.
Ένα από τα στοιχεία που αξίζει να επισημανθούν είναι ότι στο παιχνίδι κάνουν την εμφάνισή τους σημαντικοί χαρακτήρες του πρώτου βιβλίου και όχι μόνο. Και το κυριότερο, σε δύο περιπτώσεις είναι οι ίδιοι ακριβώς ηθοποιοί της τηλεοπτικής σειράς που δανείζουν τις φωνές τους σ’ αυτούς, ενώ απεικονίζονται ανάλογα. Πρόκειται για τον Άρχοντα Varys, γνωστό επίσης ως «Αράχνη», τον οποίο υποδύεται ο Conleth Hill, και βεβαίως τον Άρχοντα Διοικητή της Νυχτερινής Φρουράς, Jeor Mormont, όπου συναντούμε εκ νέου τον James Cosmo. Υπάρχουν ακόμη δύο περιπτώσεις, στις οποίες όμως οι ηθοποιοί που δανείζουν τις φωνές τους είναι διαφορετικοί. Η μία, που μπορεί να αναφερθεί, αφορά τον Qhorin Halfhand, εκ των κορυφαίων Ανιχνευτών της Φρουράς. Δυστυχώς, στο voice acting δεν έχει γίνει η δουλειά που θα έπρεπε, καθώς ενώ ορισμένοι αποδίδουν εξαιρετικά, όπως είναι ο Mors Westford, όπου ακούγεται ο άσημος Colin Solman, αρκετοί χαρακτήρες υστερούν εμφανώς, ενώ ακόμη και ο έτερος πρωταγωνιστής, Ser Alester Sarwyk, δεν καταφέρνει να πείσει.
Από εκεί και πέρα, και καθώς οι άμεσες αναφορές σε πρόσωπα κατά βάση των βιβλίων είναι αρκετές, ο συνολικός αριθμός τους αγγίζει διψήφιο νούμερο, χωρίς όμως να εμφανίζονται. Ακόμη πιο πλούσιος και λεπτομερής είναι ο όγκος των πληροφοριών που προσφέρεται γενικότερα για το Westeros σε όλη τη διάρκεια του παιχνιδιού, μέσα από το Codex το οποίο εμπλουτίζεται συνεχώς, όσο οι δύο πρωταγωνιστές εξερευνούν τις περιοχές που βρίσκονται. Με τον τρόπο αυτό, ακόμη και κάποιος που δεν έχει καμία σχέση με τον κόσμο του Martin και την ιστορία του, μπορεί να αποκτήσει σαφέστατη εικόνα. Σεναριακά, από άποψη και του τελευταίου κειμένου που εμφανίζεται επί της οθόνης, το παιχνίδι φροντίζει να καλύψει και την παραμικρή λεπτομέρεια.
Πριν ακόμη ξεκινήσει η δράση, το κεντρικό μενού φροντίζει να σε βάλει αμέσως στο κλίμα καθώς συνοδεύεται ηχητικά από τη μουσική των τίτλων έναρξης της τηλεοπτικής σειράς, με την υπογραφή του Ramin Djawadi, ενώ επιλεγμένη μουσική των επεισοδίων του πρώτου κύκλου ακούγεται σε όλη τη διάρκεια. Το πιο αδύναμο σημείο του Game of Thrones RPG είναι μακράν τα γραφικά του, τα οποία, για την εποχή που κυκλοφόρησε, κρίνονται τουλάχιστον απογοητευτικά για λόγους που εξηγούνται επαρκώς από τις εικόνες. Στον αντίποδα, το gameplay του τίτλου καταφέρνει να υποστηρίξει σε πολύ μεγάλο βαθμό την εκπληκτική ιστορία, διατηρώντας το ενδιαφέρον κάθε στιγμή και την πρόκληση σε υψηλό επίπεδο. Το σύστημα μάχης είναι ιδιόμορφο, καθώς προϋποθέτει την επιβράδυνση του χρόνου σε επίπεδα super slow motion προκειμένου ο gamer να δίνει έως και τρεις επόμενες εντολές στον χαρακτήρα για επιθετικές ή αμυντικές ενέργειες. Με λίγη εξάσκηση συνηθίζεται αρκετά εύκολα και λειτουργεί σίγουρα προς όφελος του παίκτη.
Πολύ μεγάλο βάθος υπάρχει στη διαμόρφωση του πολεμικού προφίλ κάθε χαρακτήρα, μέσα από μια τεράστια γκάμα επιλογών που προσφέρεται εξ αρχής. Τρία είδη πολεμιστή είναι διαθέσιμα για τον Mors και ισάριθμα για τον Alester, καθένα εκ των οποίων έχει διαφορετικά θετικά και αρνητικά χαρακτηριστικά. Στην περίπτωση του πρώτου, οι επιλογές κυμαίνονται μεταξύ Landed Knight, Hedge Knight και Magnar. Στην πρώτη κατηγορία ο πολεμιστής χρησιμοποιεί ασπίδα για προστασία και ένα όπλο στο ελεύθερο χέρι, έχοντας έφεση στους αμυντικούς μηχανισμούς, οι οποίοι του εξασφαλίζουν διάρκεια στη μάχη. Στη δεύτερη είναι ένας επιβλητικός μαχητής με μυϊκή δύναμη που του επιτρέπει να χειρίζεται με άνεση μεγάλα όπλα που απαιτούν και τα δύο χέρια του στη λαβή προκαλώντας μεγάλο damage στους εχθρούς. Στην τρίτη πρόκειται για έναν καταιγιστικό στρατιώτη με χαρακτηριστικά που προσιδιάζουν έντονα σε πολεμιστές των Αγρίων. Επιτίθεται οργισμένα χρησιμοποιώντας ένα όπλο σε κάθε χέρι και είναι ιδιαιτέρως ευκίνητος.
Στην περίπτωση του Alester υπάρχουν και πάλι τρεις επιλογές, μεταξύ Water Dancer, Sellsword και Archer. Η πρώτη παραπέμπει ξεκάθαρα σε μαχητή από το Braavos διαθέτοντας εξαιρετική τεχνική, ακόμη μεγαλύτερη ευελιξία και ικανότητα στη μάχη με ένα όπλο ανά χείρας, όπως ακριβώς ο Syrio Forel, ο δάσκαλος της Arya Stark. Στη δεύτερη έχουμε να κάνουμε με πολεμιστή διαθέτοντα χαρακτηριστικά ενός ικανότατου μισθοφόρου, ο οποίος έχει εξαιρετική αντίληψη του χώρου, γρήγορη κίνηση και μπορεί να προσαρμόζεται σε κάθε συνθήκη που καλείται να αντιμετωπίσει. Με ένα όπλο στο χέρι, γίνεται ο ιδανικός δολοφόνος. Τέλος, υπάρχει και ο τοξότης, ο οποίος ειδικεύεται στις μάχες από απόσταση, υποχρεωμένος εκ των πραγμάτων να φέρει ελαφρύ οπλισμό για να κινείται ταχύτερα. Προσωπικά, διαμόρφωσα τον Mors ως Landed Knight και τον Alester ως Sellsword. Ομολογώ ότι δε μπορώ να σκεφτώ εύκολα τον τρόπο για να παίξεις ως τοξότης, στην περίπτωση του δευτέρου, καθώς οι μάχες γίνονται αποκλειστικά, επί της ουσίας, σώμα με σώμα.
Πλην όμως, η διαμόρφωση των χαρακτηριστικών των δύο ηρώων δε σταματά εκεί, καθώς εν πρώτοις ακολουθεί η επεξεργασία των Αttributes καθενός -τα οποία χωρίζονται σε Strength, Agility, Luck, Endurance και Intelligence- και η σχετική κατανομή των διαθέσιμων πόντων. Επιπροσθέτως, το παιχνίδι διαθέτει πάρα πολλά όπλα, τα οποία σε γενικές γραμμές διακρίνονται σε σπαθιά, τσεκούρια, ξιφίδια, τόξα, βαλλίστρες, στιλέτα, ρόπαλα, πολεμικά σφυριά κ.ά., ενώ οι πανοπλίες μπορεί να είναι ελαφρές, μεσαίες ή βαριές, με τα ανάλογα υπέρ και κατά. Υπάρχει συγκεκριμένος εξοπλισμός που θεωρείται προτιμητέος για κάθε είδος πολεμιστή, χωρίς ωστόσο να είναι δεσμευτικός ή «υποχρεωτικός» για την τελική επικράτηση, εντούτοις μπορεί να δώσει ένα μικρό πλεονέκτημα αναλόγως της ποιότητας και απόδοσης του εκάστοτε όπλου από εκεί και πέρα. Τα προαναφερθέντα περιστρέφονται γύρω από τον τρόπο κατανομής των Skill Points κάθε φορά που ένας χαρακτήρας ανεβαίνει επίπεδο.
Το παιχνίδι γίνεται ακόμη πιο πλουραλιστικό καθώς, πέραν όλων αυτών, κυρίαρχο ρόλο σε όλη τη διάρκειά του παίζουν τα special abilities κάθε χαρακτήρα, που διαφέρουν ανάλογα με το επιλεγμένο είδος πολεμιστή, και αυξάνονται όσο αυτός εξελίσσεται, προσθέτοντας πολλές και ενίοτε κομβικής σημασίας επιλογές για την έκβαση των μαχών. Πιο συγκεκριμένα, υπάρχουν δύο skill trees τόσο για τον Mors όσο και για τον Alester. Στην περίπτωση του πρώτου, το ένα αφορά αποκλειστικά τις πολύτιμες δυνάμεις που μπορεί να αξιοποιήσει χρησιμοποιώντας το σκύλο του, ενώ, για τον δεύτερο, το ένα εκ των δύο περιστρέφεται γύρω από τις ιδιότητες που μπορεί να εκμεταλλευτεί ως πιστός υπηρέτης του R’hllor.
Επίσης, αποφασιστικό ρόλο μπορούν να παίξουν τα διάφορα φίλτρα που έχουν τη δυνατότητα να πιούν οι δύο πρωταγωνιστές, με το καθένα να περιλαμβάνει διαφορετικές ιδιότητες. Προσωπικά χρησιμοποίησα σχεδόν αποκλειστικά το Maester's Mixture, που αναπληρώνει ένα μεγάλο μέρος της ζωής, αλλά αυτό συνέβη κυρίως από τα μέσα του παιχνιδιού και εξής, καθώς μέχρι εκείνο το σημείο δεν είχα τα χρήματα που απαιτούνταν. Μία ακόμη σημαντική «πινελιά» αφορά τη διαμόρφωση των ιδιαιτέρων γνωρισμάτων των ηρώων. Υπάρχουν οκτώ διαθέσιμοι πόντοι για τις δυνάμεις τους και ισάριθμοι για τις αδυναμίες τους. Στο τέλος απαιτείται ισορροπία μεταξύ των δύο κατηγοριών. Ο εκάστοτε ήρωας μπορεί, δηλαδή, να είναι καλός ή κακός ηγέτης, να μαθαίνει ευκολότερα ή δυσκολότερα νέα skills, να χάνει βαθμιαία την ψυχραιμία του όταν ένας teammate του σκοτώνει εκείνος έναν εχθρό και όχι ο ίδιος(!), να είναι ακόμη πιο ικανός στη χρήση ενός two-handed ή δύο όπλων μαζί και άλλα πολλά, θετικά και αρνητικά. Είναι πασιφανές ότι τίποτα στον τομέα αυτό δεν έχει αφεθεί στην τύχη.
Πρέπει να επισημανθεί επί τη ευκαιρία, ότι στη διάρκεια του Game of Thrones RPG, τους δύο ήρωες πλαισιώνουν αρκετοί δευτερεύοντες playable χαρακτήρες, παίζοντας το δικό τους ρόλο στην όλη ιστορία και σίγουρα βοηθώντας στις μάχες. Το παιχνίδι μεταφέρει τη δράση, πέραν του εικονικού Riverspring, σε αρκετές περιοχές γνωστές από το πρώτο βιβλίο του George Martin και όχι μόνο, οι οποίες διαθέτουν αρκετά επίπεδα. Παρά ταύτα ο κόσμος του δε μπορεί σε καμία των περιπτώσεων να χαρακτηριστεί υπερβολικά μεγάλος για τα δεδομένα ενός παιχνιδιού ρόλων. Ο γενικός χάρτης του Westeros δίνει μια σαφέστερη εικόνα του μεγέθους του, μολονότι δεν αξιοποιείται στο βαθμό που θα μπορούσε.
Παίζοντας αποκλειστικά σε Lord difficulty level, το ανώτερο, βυθίστηκα στον επικίνδυνο κόσμο του Westeros για περίπου 45 ώρες, ολοκληρώνοντας τα 2/3 των προαιρετικών αποστολών (κάποιες εξ αυτών δεν τις εντόπισα καν) και βιώνοντας πέντε εφιαλτικά πρώτα κεφάλαια λόγω του υψηλότατου βαθμού πρόκλησης, ο οποίος ήταν σχεδόν αφόρητος. Από εκεί και πέρα τα πράγματα αποδείχθηκαν αισθητά πιο βατά, λόγω της εξέλιξης των χαρακτήρων και της προσθήκης νέων ειδικών ικανοτήτων, σε συνδυασμό με την άνοδο του… μπάτζετ μετά τα μέσα του παιχνιδιού, που βοήθησε τα μέγιστα στη μαζική αγορά των πολυπόθητων για μένα Maester's Mixtures. Ανεξαρτήτως των φίλτρων, η σωστή αξιοποίηση του συνόλου των abilities καθενός ήταν ικανή να δίνει σε πολλές περιπτώσεις ένα σημαντικό προβάδισμα για τη νίκη σε κάθε μάχη.
Καταλήγοντας, το Game of Thrones που κυκλοφόρησε το 2012 αποδείχθηκε για τον υπογράφοντα ένα απολαυστικότατο παιχνίδι, το οποίο, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, αδικήθηκε κατά βάση από τα αναχρονιστικά γραφικά του, που ήταν μακράν η μεγαλύτερη αδυναμία του, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Επειδή όμως πιστεύω ακράδαντα ότι δεν είναι τα γραφικά που κάνουν ένα παιχνίδι καλό ή κακό, ομολογώ ότι ο τίτλος της Cyanide Studio με κάλυψε σε απόλυτο βαθμό, ως λάτρη των βιβλίων από «Το Τραγούδι της Φωτιάς και του Πάγου». Το επίπεδο της λεπτομέρειας στην διαμόρφωση του σεναρίου σε σχέση με το Game of Thrones book είναι απίστευτο.
Η δε ιστορία που αφηγείται ο τίτλος καθ’ αυτός, τουλάχιστον συγκλονιστική, με έναν πολύ μετριοπαθή χαρακτηρισμό μπροστά σ’ αυτό που θα βιώσει όποιος ασχοληθεί μαζί του. Είναι η στιγμή που δεν είσαι πλέον ο gamer που ελέγχει τους πρωταγωνιστές του παιχνιδιού, αλλά ο ίδιος ο πρωταγωνιστής που ελέγχεται από κάποιον gamer. Κάθε απόφαση είναι σημαντική, κάθε απάντηση παίζει ρόλο, κάθε επιλογή έχει το τίμημά της. Λέγεται πως «όταν παίζεις το Παιχνίδι του Στέμματος, κερδίζεις ή πεθαίνεις». Στην πραγματικότητα, αυτός δεν είναι παρά ένας ακόμη τρόπος για να φύγεις. Άλλωστε ακόμη κι όσοι «ζουν» στο Τείχος είναι ήδη νεκροί. Όλοι τους.