30 χρόνια ακριβώς συμπληρώνονται φέτος από την παρουσίαση ενός τίτλου, ο οποίος έθεσε τις βάσεις των survival-horror videogames, λειτουργώντας κατά κάποιον τρόπο ως προπάτορας σπουδαίων παιχνιδιών και δημοφιλέστατων σειρών, που παρέλαβαν τη σκυτάλη έκτοτε, όπως οι Resident Evil και Silent Hill. Το 1992, λοιπόν, κυκλοφόρησε το παρθενικό Alone in the Dark, θεωρούμενο σήμερα η πρώτη 3D δημιουργία του genre, εισπράττοντας αφενός εξαιρετικές κριτικές στην εποχή του αλλά και μεταγενέστερα, τυγχάνοντας αφετέρου σπουδαίας ανταπόκρισης από τους gamers. Μέσα στην πρώτη πενταετία κατόρθωσε να πουλήσει 600.000 αντίτυπα, ενώ έως το 2000 ο αριθμός αυτός εκτοξεύθηκε στα 2,5 εκ.! Δημιουργός του ήταν ο Frédérick Raynal, ο οποίος στα ‘90s είχε αρκετά σταθερή παρουσία στο χώρο, αλλά αυτό έπαψε να ισχύει στη συνέχεια. Έκτοτε το όνομά του εμφανίστηκε σε ελάχιστες περιπτώσεις στη βιομηχανία, με αξιολογότερη αλλά και τελευταία το 2017, όταν μέσω της νεοσύστατης εταιρίας του, ονόματι Gloomywood, παρουσίασε το 2Dark.
Η ανάπτυξη του project του Γάλλου developer ξεκίνησε τρία χρόνια νωρίτερα, ενώ μάλιστα ο ίδιος ζήτησε τη στήριξη του κόσμου μέσω μιας καμπάνιας στο Ulule. Η ανταπόκριση υπήρξε, ο στόχος των 30.000 ευρώ επετεύχθη με τη συνδρομή περίπου χιλίων ανθρώπων, κι έτσι το παιχνίδι διατέθηκε τελικώς σε υπολογιστές και κονσόλες όγδοης γενιάς. Με το 2Dark ο Raynal επέστρεψε σε μια κατηγορία παιχνιδιών, ως προς την πατρότητα της οποίας δικαιούται να λέει ότι έχει σημαντικά δικαιώματα. Εν τούτοις, η προσπάθειά του αυτή συνοδεύτηκε από μάλλον μέτρια αποτελέσματα, όπως και η συντριπτική πλειοψηφία των κριτικών που εισέπραξε. Διαμορφώνοντας ένα ζοφερό και κυρίως μακάβριο σκηνικό, ο τίτλος αποτυπώνει τις ενέργειες ενός πρώην detective στην εικονική πόλη… Gloomywood, ο οποίος ερευνά υποθέσεις σχετιζόμενες με απαγωγές παιδιών. Το παιχνίδι διαδραματίζεται το 1976, όμως η ιστορία του ξεκινά επτά χρόνια νωρίτερα· όταν η οικογένεια του πρωταγωνιστή, που ακούει στο όνομα Smith, δέχτηκε επίθεση στην εξοχή, όπου βρίσκονταν για camping, με τη σύζυγό του να δολοφονείται και τα δύο ανήλικα παιδιά του να απαγάγονται.
Προσπαθώντας να ζήσει με το προσωπικό του δράμα, το ενδιαφέρον του Smith κεντρίζεται μοιραία σε κάθε είδηση που αφορά ανάλογες απαγωγές στην πόλη, οι οποίες μόνο ασυνήθιστο φαινόμενο δεν αποτελούν. Και παρότι οι μέρες του στο Σώμα έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί, δε μπορεί να παραμένει αδρανής σε κάθε τέτοιο περιστατικό, ιδίως αφ’ ης στιγμής η Αστυνομία φαντάζει ανήμπορη να κλείσει τον κύκλο των χαμένων παιδιών. Στο πλαίσιο αυτό, κινούμενος μεταξύ απόγνωσης, εκδίκησης και μιας κρυφής ελπίδας, πασχίζει να εξιχνιάσει την υπόθεση που ως μάστιγα έχει εξαπλωθεί σ’ ολόκληρη την πόλη. Το 2Dark δεν φείδεται σκληρών και αποτρόπαιων εικόνων, αποτυπώνοντας ωμά όλα όσα προοιωνίζεται το σενάριό του, καθώς η περιπέτεια του ήρωα εκτυλίσσεται στα λιγοστά επίπεδα του παιχνιδιού. Το γεγονός επ’ ουδενί απαλύνεται από το voxel art style των γραφικών, τα οποία αποδίδουν έξυπνα τη retro αισθητική, που ούτως ή άλλως προωθεί ο τίτλος, διαδραματιζόμενος στα ‘70s.
Το παιχνίδι αναμειγνύει μια σειρά στοιχείων, που εκκινούν από αυτό της απόκρυψης, με τον παίκτη να καλείται να αξιοποιήσει κάθε σκοτεινό σημείο του level, προκειμένου να περάσει απαρατήρητος ει δυνατόν, καθώς σε κατά μέτωπον επίθεση οι πιθανότητες επιβίωσής του ελαχιστοποιούνται, εκτός αν κρατά όπλο. Ο τρόμος δεν υπερισχύει, καθώς η top-down κάμερα προσφέρει ικανό οπτικό πεδίο, προκειμένου ο gamer να μπορεί να σχεδιάσει τις επόμενες κινήσεις του, αν και πάντοτε πρέπει να προσέχει για πιθανές παγίδες στο έδαφος. Αξιοποιώντας κατάλληλα ένα inventory που μπορεί να ανέλθει ακόμη και σε μερικές δεκάδες αντικειμένων, θα κληθεί μεταξύ άλλων να λύσει ορισμένους απλούς γρίφους, που συνήθως αφορούν κάποιο κλειδί. Τα items είναι κυρίως είτε melee όπλα, για αποτελεσματικές πισώπλατες επιθέσεις, πυρομαχικά ή οτιδήποτε μπορεί να παραγάγει φως, με πρώτα έναν αναπτήρα κι ένα φακό.
Στην περιπέτειά του ο Smith θα κληθεί να συγκεντρώσει απαραίτητες πληροφορίες σε κάθε επίπεδο, που θα του επιτρέψουν να συνεχίσει. Δίνεται εμμέσως η εντύπωση ότι πρώτιστο μέλημα είναι να σώσει όσα περισσότερα παιδιά μπορεί ανά level, αλλά τούτο δεν αφορά παρά μόνο ένα καλύτερο rating στην αποστολή και τίποτα περισσότερο. Ο πρωταγωνιστής αλληλεπιδρά με αυτά προσφέροντάς τους καραμέλες, ώστε να αντιδρούν ταχύτερα και καλύτερα, καθώς μπορεί να δώσει εντολή είτε να τον ακολουθήσουν είτε να παραμείνουν στη θέση τους, δίχως να κάνουν φασαρία. Εναλλακτικά, δύναται κάλλιστα να πάρει… σηκωτό κάποιο παιδί και να το οδηγήσει σε ασφαλές σημείο. Προσωπικά, ιδίως στο δεύτερο μισό, έπαψα να ενδιαφέρομαι, καθώς το game δεν κατόρθωσε να με κερδίσει τελικώς. Εξαιρουμένων των μεταβατικών εικόνων μεταξύ των επιπέδων, δεν υπάρχει voice acting. Εν τούτοις το soundtrack, διάρκειας περίπου 40 λεπτών, είναι αρκούντως ατμοσφαιρικό, υποβλητικό και πλούσιο, αυξάνοντας την αδρεναλίνη σε στιγμές… αναμέτρησης και όχι μόνο. Για τις ανάγκες του έχει επιστρατευθεί μια ορχήστρα δεκάδων μουσικών, στην οποία κυριαρχούν τα έγχορδα της οικογένειας του βιολιού αλλά και τα πνευστά, ενώ τις συνθέσεις υπογράφει ο Samuel Safa.
Από εκεί και πέρα, βρήκα κάπως κωμικό τον τρόπο με τον οποίο απεικονίζονται οι χαρακτήρες όταν έχουν τραυματιστεί, καθώς ολόκληρα κομμάτια από το κεφάλι ή το σώμα τους «ξεκολλούν», αφήνοντας μια τεράστια πληγή. Ο ίδιος ο Smith, από τη στιγμή που δέχεται χτύπημα, αρχίζει να ποτίζει με… ανεξάντλητα λίτρα αίματος το έδαφος, δίχως αυτό να σημαίνει ότι επηρεάζονται κάπως οι κινήσεις του, πόσο μάλλον ότι πεθαίνει! Αισθητικά, το γεγονός κινείται στα όρια του… glitch. Προκειμένου να φτάσω στον τερματισμό χρειάστηκα κάτι περισσότερο από δέκα ώρες, διάρκεια η οποία μειώνεται σαφώς εάν κάποιος μπει συντομότερα στην «ψυχολογία» του παιχνιδιού. Το 2Dark αποδείχθηκε μια σχετικά μέτρια προσπάθεια, επενδύοντας κυρίως στην «προκλητική» θεματολογία του αλλά και ένα σοκαριστικό περιεχόμενο, που δε διστάζει να απευθυνθεί σε συγκεκριμένη κατηγορία παικτών, αποκλείοντας άλλους για μια σειρά λόγων.