Η Ρουμανία είναι μια χώρα της οποίας η παρουσία στη gaming βιομηχανία εμφανίζει αυξανόμενη τάση, ιδίως τα τελευταία δέκα χρόνια. Μια σειρά indie developers έχει αναδυθεί στο χώρο, ενώ μικρά projects κυκλοφορούν σε όλες τις πλατφόρμες, με ορισμένες εταιρίες να επικεντρώνονται στο mobile gaming και να τα πηγαίνουν περίφημα. Είναι γεγονός ότι μέχρι στιγμής οι Ανατολικοευρωπαίοι δεν έχουν δώσει το «μεγάλο» παιχνίδι, δίχως βεβαίως να υπολογίζονται τα παραρτήματα της Electronic Arts και της Ubisoft στη επικράτεια, τα οποία συμμετέχουν σε ευρύτερα εγχειρήματα των δύο κολοσσών. Υπάρχουν ωστόσο εκείνες οι προσπάθειες που αξίζει να αναφερθούν, όπως το Move or Die (2014) της Those Awesome Guys, ένα multiplayer 2D action με χιλιάδες θετικές κριτικές στο Steam, ή τα δύο -επίσης δημοφιλή- Door Kickers (2014, 2020) της KillHouse Games, top-down action-strategy, με το δεύτερο να βρίσκεται σε early access εδώ και ενάμιση χρόνο. Με χρονική προτεραιότητα μπορούν να σημειωθούν περαιτέρω το Brawlout (2017) της Angry Mob Games, ένα multiplayer 2D fighter που εισάγει γνώριμους χαρακτήρες από άλλα videogames, το Gray Dawn (2018) της Interactive Stone, first-person horror adventure, αλλά και το αισθητικά πολύ όμορφο Unbound: Worlds Apart (2021) της Alien Pixel Studios, ένα 2D puzzle-platform.
Εντός της ίδιας περιόδου, κατά την οποία οι ρουμανικές εταιρίες ανάπτυξης και κατ’ επέκταση τα games άρχισαν να αυξάνονται, παρουσιάστηκε εν έτει 2017 το Black the Fall, ακόμη ένα 2.5D puzzle-platform, στο ντεμπούτο της Sand Sailor Studio, τρία χρόνια μετά την ίδρυσή της. Σε αντίθεση με όλους τους ανωτέρω τίτλους, ο συγκεκριμένος ήταν ο μόνος με έναν τεράστιο publisher από πίσω, τη Square Enix. Εν τούτοις, ο βαθμός συμμετοχής της τελευταίας σε επίπεδο παροχής οικονομικών πόρων ήταν μηδενικός, σε μια συνεργασία η οποία «γεννήθηκε» το 2016. Για το development του παιχνιδιού χρειάστηκε να υπάρξει μια μικρή καμπάνια στο Kickstarter το 2014. Σ’ αυτήν, οι δημιουργοί ζητούσαν ένα ελάχιστο ποσό 25.000 δολαρίων προκειμένου να συνεχίσουν την προσπάθειά τους, ενώ, αναλόγως των χρημάτων που θα συγκεντρώνονταν, θα προστίθεντο κλιμακωτά επιπλέον in-game χαρακτηριστικά. Από τις οκτώ «σκάλες», που ανέρχονταν σε ποσό 62.000 συνολικά, καλύφθηκαν μόνο οι δύο πρώτες, με 28.000 δολάρια. Κάπως έτσι, βάσει της σχετικής πρόβλεψης, ο πρωταγωνιστής απέκτησε κι έναν συνοδοιπόρο στη σύντομη περιπέτειά του.
Το Black the Fall εμπνέεται ρητά από μια «ασφυκτική» περίοδο δεκαετιών, η οποία οδήγησε στις σφοδρές συγκρούσεις που έμειναν στην ιστορία ως Ρουμανική Επανάσταση και έλαβαν χώρα Δεκέμβριο του 1989, οδηγώντας στην ανατροπή και εκτέλεση του επί 34 χρόνια ηγέτη της χώρας, Nicolae Ceaușescu, και της δικτατορίας την οποία είχε επιβάλλει εν ονόματι μιας κομμουνιστικής διακυβέρνησης. Συγκρούσεις, οι οποίες οδήγησαν στο θάνατο περισσότερους από χίλιους ανθρώπους, ενώ χιλιάδες άλλοι τραυματίστηκαν. Οι μόλις εννιά βασικοί συντελεστές της Sand Sailor επιλέγουν να τοποθετήσουν το concept τους κάποια στιγμή στο μέλλον· το δικτατορικό καθεστώς εξακολουθεί να υφίσταται, οι άνθρωποι λειτουργούν πλέον ως αυτοματοποιημένα ρομπότ, υπάρχουν ένοπλοι φρουροί προκειμένου να ελέγχουν και να επιβάλλουν παντού την τάξη, οι κάμερες αφθονούν, ενώ πάντοτε τα αυτοματοποιημένα πολυβόλα είναι οπλισμένα, έτοιμα να τιμωρήσουν με τον έσχατο τρόπο κάθε παραβάτη. Ένας μηχανικός, ένας ακόμη εργαλειοποιημένος άνθρωπος, αποφασίζει να ξεφύγει από αυτή τη φυλακή. Και μόνο η σκέψη του συνιστά μια μικρή επανάσταση, αλλά πάντοτε η απόσταση από το μηδέν στο κάτι είναι πολύ μεγαλύτερη από το κάτι στο πολύ. Ο δρόμος προς την ελευθερία διέρχεται μέσα από όλα τα θανάσιμα εμπόδια που γνωρίζει και ο ίδιος ότι θα κληθεί να αντιμετωπίσει. Αλλά το «καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή» δε μπορεί παρά να είναι διαχρονικό και πανανθρώπινο…
Ο τίτλος είναι ένα κλασικό puzzle-platform, με ενδιαφέροντες αλλά -στην καλύτερη περίπτωση- μέτριας πρόκλησης γρίφους, οι οποίοι διατηρούν σε πολύ χαμηλά επίπεδα τη συνολική διάρκειά του. Χρειάστηκα μόλις τέσσερεις ώρες, που θα μπορούσαν να είναι και λίγο λιγότερες. Πέραν των βασικών gameplay μηχανισμών του genre, το παιχνίδι συμπεριλαμβάνει κι ένα… ακτινοβόλο, που ο ανώνυμος ήρωας της ιστορίας αποκτά σύντομα, και του οποίου η χρησιμότητα εξαντλείται στην επίλυση των puzzles. Για την τελευταία, πολύτιμος συμπαραστάτης θα αποδειχθεί ένας απρόσμενος… σύμμαχος, την ύπαρξη του οποίου είχαν μαρτυρήσει οι developers ήδη από την προαναφερθείσα καμπάνια χρηματοδότησης, ωστόσο εν προκειμένω δε θα ειπωθούν περισσότερα. Ο τεχνικός τομέας είναι υποδειγματικός και το τελικό αποτέλεσμα ένα εξαιρετικά στυλιζαρισμένο videogame, που έχει αναπτυχθεί με Unity engine. Τα γραφικά είναι πανέμορφα, τόσο σε ό,τι αφορά τους χαρακτήρες όσο και τα περιβάλλοντα, ορισμένα εκ των οποίων είναι μαγευτικά, παραμένοντας δυσοίωνα, ερημικά και κατά κανόνα βιομηχανοποιημένα.
Ο χειρισμός διατηρείται σε υψηλά επίπεδα, με εξαιρετική ανταπόκριση, η οποία με τη σειρά της αναδεικνύει τα υποδειγματικά animations του πρωταγωνιστή. Στον ήχο, την παράσταση κλέβουν τα εφέ στο σύνολό τους, του νερού, του μετάλλου, του περιβάλλοντος κ.ο.κ., ενώ ένα μικρό σοκ προκύπτει στην πρώτη εκπυρσοκρότηση πυροβόλου… παραμένοντας καθηλωτική κάθε φορά, όπως και ο θάνατος του ήρωα. Το soundtrack έχει συνοδευτικό ρόλο, πλην εξαιρέσεων, λειτουργώντας ωστόσο κατάλληλα στο υπόβαθρο της εικόνας, με ambient «πινελιές» και όχι μόνο. Το Black the Fall ήρθε να προστεθεί ως ένας απολύτως ελκυστικός, αλλά υπερβολικά μικρός σε διάρκεια τίτλος, σε μια τεράστια λίστα 2.5D platform παιχνιδιών, τα οποία δημιουργήθηκαν με γεωμετρικούς ρυθμούς από indie εταιρίες καθ’ όλη την προηγούμενη δεκαετία, έχοντας αρχίσει να εμφανίζονται ήδη από τα τέλη των ‘00s.