Ένας άγραφος κανόνας, ο οποίος συχνά-πυκνά επιβεβαιώνεται, ορίζει πως όταν ένα gaming project, που γνωρίζει εκ προοιμίου ότι έχει «ταβάνι», αποτυγχάνει, τότε εγκαταλείπεται και οι developers στρέφονται προς κάτι διαφορετικό. Η επιμονή τους μπορεί συχνά να τους οδηγήσει σε εξίσου μέτρια αποτελέσματα, αδικώντας ακόμη και τους ίδιους, αναφορικά με τις εργατοώρες που έχουν καταγράψει στην ανάπτυξη του τίτλου. Στην περίπτωση της ισπανικής Pendulo Studios και της σειράς Runaway, ακολουθήθηκε μια μέση λύση απέναντι στο πρόβλημα που αντιμετώπιζαν. Το δεύτερο παιχνίδι του franchise είχε τελματώσει σεναριακά, δείχνοντας οριακά να έχει οδηγηθεί σε αδιέξοδο ελέω της άμετρης επέκτασής του σε ιστορίες και χαρακτηριστικά, τα οποία αδυνατούσαν να διατηρήσουν το ενδιαφέρον του παίκτη και να συσχετιστούν με το θεωρητικά κεντρικό ζήτημα της περιπέτειας, τη διάσωση της Gina, από τον Brian, των πάγιων πρωταγωνιστών των Runaway.
Η προαναφερθείσα κατάσταση ωστόσο δεν αποθάρρυνε τους developers, καθώς, έστω κι έτσι, το Runaway 2: The Dream of the Turtle δεν ήταν αποτυχημένο εμπορικά, ακόμη κι αν δεν έτυχε της αποδοχής του original τίτλου. Αντί της εγκατάλειψης του franchise, κάτι που ούτως ή άλλως δεν ήταν στα αρχικά σχέδιά τους, ή της ανάπτυξης ενός δεύτερου sequel το οποίο θα αποτελούσε άμεση συνέχεια του πρώτου, προτίμησαν μια τρίτη οδό: τη συνέχιση της ιστορίας αρκετά κεφάλαια μετά τα όσα διαδραματίστηκαν την προηγούμενη φορά. Ήταν μια απόφαση η οποία ελήφθη κατόπιν μιας σειράς αναπροσαρμογών του σεναρίου, διά της οποίας επιτεύχθηκαν δύο κομβικής σημασίας πράγματα: αφενός διέφυγαν από το χάος που είχαν οι ίδιοι δημιουργήσει ξεχειλώνοντας την πλοκή του δεύτερου μέρους, αφετέρου διατήρησαν το ενδιαφέρον των φίλων της σειράς γύρω από τους γνώριμους κεντρικούς ήρωες, οι οποίοι βρέθηκαν μπροστά σε μια νέα πρόκληση, που δεν ήταν άσχετη της προηγούμενης, ενώ συγχρόνως την υπερέβαινε.
Το Runaway: A Twist of Fate κυκλοφόρησε το 2009, τρία χρόνια μετά τον προκάτοχό του, δίνοντας συνέχεια σ’ ένα franchise το οποίο συμπλήρωνε σχεδόν μια δεκαετία ζωής από το 2001, όταν και είχε παρουσιαστεί το πρώτο κεφάλαιό του. Προέκυψε μάλιστα σε μια χρονιά που επανήλθαν αρκετές γνωστές adventure σειρές, με πρώτο και καλύτερο το πέμπτο -και τελευταίο μέχρι σήμερα- παιχνίδι των Monkey Island, τα sequels των Black Mirror και Still Life, το πέμπτο Sherlock Holmes της Frogwares, ενώ παρουσιάστηκαν και νέα brands, μεταξύ των οποίων τα Machinarium και The Book of Unwritten Tales, που εισέπραξαν εξαιρετικές κριτικές. Συνεπώς υπήρχε κινητικότητα στην κατηγορία και ο ανταγωνισμός για την Pendulo κυμαινόταν σε αρκετά υψηλά επίπεδα τηρουμένων των αναλογιών, ιδίως μετά την επιβαρυμένη θέση της ελέω της τελευταίας εικόνας που είχε παρουσιάσει. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτή τη φορά παραλήφθηκε ο διακριτικός αριθμός «3» στον τίτλο του παιχνιδιού της, σε μια προσπάθεια ενδεχομένως να αποσυνδεθεί ως ένα βαθμό από τον προηγούμενο.
Τα γεγονότα του τρίτου Runaway λαμβάνουν χώρα αρκετούς μήνες μετά τα όσα συνέβησαν στο δεύτερο, δίχως να διευκρινίζεται ο ακριβής χρόνος. Πλην όμως, το παιχνίδι ξεκινά με έναν καταιγισμό πληροφοριών και συμβάντων τα οποία αποκαλύπτονται μέσα σε δευτερόλεπτα: Ο πρωταγωνιστής της σειράς, Brian Basco, είναι νεκρός! Σκοτώθηκε σε ένα φρικτό δυστύχημα στις 6 Οκτωβρίου 2008, στην ψυχιατρική κλινική όπου και είχε εγκλειστεί προκειμένου να διαπιστωθεί η ειλικρίνεια των ισχυρισμών του. Κατηγορείτο για την εν ψυχρώ δολοφονία του Col. Nathan Kordsmeier στις 30 Απριλίου του ίδιου έτους, τον οποίο γνωρίσαμε ως επικεφαλής της στρατιωτικής βάσης του Mala Island στον προηγούμενο τίτλο. Στο δικαστήριο ο Brian είχε ισχυριστεί ότι δε θυμάται απολύτως τίποτα, επικαλούμενος αμνησία, και για το λόγο αυτό η δικαστής είχε αποφασίσει τον εγκλεισμό του έως ότου ο αρμόδιος γιατρός, Dr. Bennett, έβγαζε το πόρισμά του. Όλα αυτά μέχρι τη στιγμή που η Gina δέχτηκε ένα τηλεφώνημα από την κλινική, το οποίο την καλούσε να αναγνωρίσει ένα ακέφαλο πτώμα!
Με την ολοκλήρωση της κηδείας η Gina δέχεται νέα κλήση, αυτή τη φορά από τον… Brian! Δύο μέρες νωρίτερα την είχε προειδοποιήσει ότι θα της ζητηθεί μια τέτοια αναγνώριση, ωστόσο μετέπειτα είχε εξαφανιστεί, συνεπώς η ίδια δεν ήξερε τι να υποθέσει. Το πρόβλημα, ωστόσο, που προκύπτει αυτή τη στιγμή είναι άλλο: ο Brian είναι πράγματι θαμμένος μπροστά της, και η Gina θα πρέπει να τον βγάλει… όσο είναι ακόμα καιρός. Παράλληλα, δε θα πρέπει να απομακρυνθεί από το κοιμητήριο, διότι, όπως την προειδοποιεί, απ’ έξω περιμένουν δολοφόνοι! Το Twist of Fate ρίχνει τον παίκτη κατευθείαν στα βαθιά, παρουσιάζοντας πράγματα και θαύματα που ήδη συμβαίνουν, καθώς προσπαθεί μαζί με τους πρωταγωνιστές να προλάβουν τις περαιτέρω εξελίξεις. Η εισαγωγή έχει τέτοια δυναμική ώστε εκείνος που επανέρχεται στο franchise μετά το Runaway 2, αφήνει προσωρινά σε δεύτερη μοίρα το ερώτημα «πώς φτάσαμε ως εδώ» και επικεντρώνεται σε όσα «τρέχουν» την παρούσα στιγμή. Άλλωστε το παιχνίδι προσφέρει μια σύντομη ανασκόπηση όσων έχουν μεσολαβήσει μεταξύ αυτού και του προκατόχου του. Αρκετά σημεία αυτής, ωστόσο, δεν αποκαλύπτονται, παρά μόνο προϊούσης της ιστορίας.
Μετά το «χλιαρό» Runaway 2, η Pendulo τα καταφέρνει και ανακάμπτει εμφαντικά, παρουσιάζοντας αυτή τη φορά μια εξαιρετικά συμπαγή ιστορία, η οποία, όπως και παλιότερα, βασίζεται αφηγηματικά σε μεγάλο βαθμό στα flashbacks. Κυρίως, όμως, τώρα η δράση μοιράζεται σε δύο playable χαρακτήρες από κεφάλαιο σε κεφάλαιο καθώς, εκτός από τον Brian, ο παίκτης αναλαμβάνει τον έλεγχο και της Gina. Το σενάριο ακολουθεί τους δύο ήρωες, τη μία καθώς προσπαθεί να ανακαλύψει τι και ποιος κρύβεται πίσω από τη στοχοποίηση του boyfriend της για το φόνο του Συνταγματάρχη αλλά τους λόγους που οδήγησαν τον πρώτο να σκηνοθετήσει το θάνατό του, και τον Brian καθώς αναζητά ανάλογες απαντήσεις, προσπαθώντας παράλληλα να αποδράσει από την κλινική, όντας πεπεισμένος ότι ο υπεύθυνος γιατρός θα υπογράψει την καταδικαστική για τον ίδιο γνωμάτευση και θα τον στείλει στη φυλακή… τουλάχιστον.
Και μόνο βάσει της υπόθεσης, αντιλαμβάνεται ο καθένας ότι το σενάριο βρίθει ανατροπών και εκπλήξεων, ενώ η δομή του είναι ιδιαίτερα προσεγμένη, σε όλα τα επίπεδα. Πρόκειται ξεκάθαρα για μια ιστορία η οποία «προσγειώνεται» μετά τις ανεξέλεγκτες κατευθύνσεις της αντίστοιχης του Dream of the Turtle, ενώ τα λογικά κενά που υπάρχουν, καλύπτονται βαθμιαία και όχι απαραίτητα όλα μαζί στο φινάλε· χαρακτηριστικό, το οποίο επιβραβεύει τον gamer για την πρόοδό του και εντείνει συνεχώς το ενδιαφέρον του, συνθέτοντας έτσι την πλέον ενδιαφέρουσα πλοκή της σειράς. Εν τούτοις, παρότι οι βαθμολογίες που συγκεντρώνει είναι οριακά υψηλότερες, δεν είμαι πεπεισμένος ότι είναι καλύτερο συνολικά από το πρώτο Runaway.
Είναι σαφές ότι το Twist of Fate ανήκει ως υλοποίηση σε άλλη, νεότερη γενιά. Σε αντίθεση με τα δύο προηγούμενα παιχνίδια, στο συγκεκριμένο έχει χρησιμοποιηθεί καινούρια μηχανή γραφικών, η οποία παρουσιάζει τον κόσμο του πιο ζωντανό από ποτέ, με τα έντονα χρώματα να δεσπόζουν σε κάθε στιγμή, όπως πάγια συμβαίνει στο franchise. Η ιστορία εκτυλίσσεται καθώς ο παίκτης επιλύει γρίφους πιο εύκολους από κάθε άλλη φορά, ακόμη κι αν αποφύγει την αξιοποίηση των διαθέσιμων βοηθειών, που μαρτυρούν έναν προσανατολισμό φιλικότερο προς τους νεότερους ή πιο casual gamers. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να πρόκειται για το μικρότερο Runaway σε διάρκεια, για το οποίο προσωπικά χρειάστηκα περίπου 15,5 ώρες. Κι αυτές, ωστόσο, θα ήταν τουλάχιστον κατά 1/5 λιγότερες αν δεν κολλούσα υπερβολικά, ιδιαίτερα σε μια-δυο περιπτώσεις, αδυνατώντας να εντοπίσω κάποιο αντικείμενο. Οι gameplay μηχανισμοί έχουν παραμείνει αυτούσιοι, όπως τους γνωρίσαμε τις προηγούμενες φορές, ενώ ένα ακόμη χαρακτηριστικό που επανέρχεται εξίσου δυναμικά σχετίζεται με τις συνεχείς αναφορές σε ταινίες του Hollywood.
Από εκεί και πέρα, κάτι που έλειψε στο Runaway 2 είναι ότι οι χαρακτήρες που εμφανίζονται στο παιχνίδι παρουσιάζουν πλέον ιδιαίτερο ενδιαφέρον, τόσο εκείνοι με τους οποίους συναναστρέφεται η Gina, όσο και το έμψυχο δυναμικό της ψυχιατρικής κλινικής, με το οποίο συγχρωτίζεται ο Brian, είτε αφορά ιατρούς, υπαλλήλους ή τροφίμους. Στη συντριπτική πλειοψηφία τους αποδίδονται με μια δόση υπερβολής, ως είθισται να συμβαίνει στο σειρά, στοιχείο το οποίο ταυτίζεται απόλυτα με την καρτουνίστικη αισθητική του. Μεταξύ αυτών, ίσως η πλέον χαρακτηριστική φιγούρα είναι εκείνη του Dr. Bennett, ο σχεδιασμός του οποίου παραπέμπει απροκάλυπτα στον Willem Dafoe, σε σημείο μάλιστα που υπάρχει και σχετική νύξη! Άλλωστε το χιούμορ ήταν ανέκαθεν ένα από τα βασικά συστατικά στοιχεία του franchise, κι αυτή η φορά δεν αποτελεί εξαίρεση, συχνά μάλιστα με έντονα αυτοσαρκαστική διάθεση και κατά κανόνα πολύ έξυπνα και εύστοχα σχόλια.
Είναι σημαντικό το γεγονός ότι η βασική ομάδα των developers, η οποία παρέμεινε σχεδόν αυτούσια μετά τον προηγούμενο τίτλο, έμαθε από τα λάθη της, ιδίως οι designers και writers, Ramón Hernáez και Josué Monchan, παραδίδοντας στον κόσμο ένα παιχνίδι αντάξιο των δυνατοτήτων τους. Οι μεγαλύτερες διαφοροποιήσεις εντοπίζονται στην ευρύτερη κατηγορία του ήχου. Τη μουσική υπογράφει για πρώτη φορά στη σειρά, αλλά όχι στα projects της εταιρίας, ο Juan Miguel Martín Muñoz, όντας σαφώς ανώτερη ποιοτικά από εκείνη του Runaway 2, με πιο προσεγμένες και χαρακτηριστικές συνθέσεις, διαμορφώνοντας ένα συμπαθητικό soundtrack με αρκετές smooth «πινελιές». Οι ολικές ανακατατάξεις εντοπίζονται στο voice acting, καθώς το cast των ηθοποιών είναι εξ ολοκλήρου διαφορετικό, συμπεριλαμβανομένων και των πρωταγωνιστών. Στον πρώτο του πρωταγωνιστικό ρόλο, ο άσημος Andy Chase υποδύεται τον Brian και, παρότι μάλλον δεν πείθει εξ αρχής, τελικά τα καταφέρνει. Τη φωνή της στη Gina δανείζει η Sharon Mann, ήδη γνωστή τότε στους adventurers από το χαρακτηριστικό ρόλο της -μεταξύ άλλων- ως Kate Walker, πρωταγωνίστρια των δύο υπέροχων Syberia, από τη «δεξαμενή» των οποίων αντλήθηκαν κι άλλοι ηθοποιοί στην προκειμένη περίπτωση.
Το Runaway: A Twist of Fate ήταν το τελευταίο παιχνίδι μιας τριλογίας που δημιουργήθηκε σε βάθος δεκαετίας και παράλληλα εκείνο που αποκατέστησε τη σειρά στα υψηλά στάνταρ που είχε θέσει το original. Έκτοτε η Pendulo αποφάσισε να στραφεί σε άλλα projects, θεωρώντας ότι το συγκεκριμένο είχε πλέον διηγηθεί αυτά που ήθελε, παρουσιάζοντας δύο χρόνια αργότερα το Next Big Thing, πνευματικό διάδοχο του Hollywood Monsters (1997) και ακόμη ένα χρόνο αργότερα το Hidden Runaway, ένα casual hidden object game εν πρώτοις για iOS, επιλογή η οποία δεν τη δικαίωσε για κανένα λόγο, σε μια ούτως ή άλλως δύσκολη περίοδο οικονομικά για τους Ισπανούς. Παρά ταύτα, τα Runaway συνέθεσαν ένα franchise το οποίο καταξίωσε την εταιρία στη συνείδηση των adventure gamers, από τους οποίους οι δημιουργίες της πρώτης δε θα μπορούσαν ποτέ έκτοτε να περνούν απαρατήρητες.